RSS

George Le Nonce, Ἡ ὑπόνοια ἑνὸς ἐνδεχοµένου

06 Jun

the barren memory of unkissed kisses

Wilde, «Silentium Amoris»

Φοβᾶται. Ὡς ἐκ τούτου προσέχει λεπτοµέρειες˙ φαντάζεται ἐπιθυµίες, φαντάζεται νοήµατα, φαντάζεται πράξεις. «Εἶσαι πολὺ κοντά, ἀγόρι µου» τοῦ λέει ἡ Ἀ. στοργικά. Θέλει νὰ τὴ ρωτήσει, κοντὰ σὲ τί, ἀλλὰ µόλις ἀνοίγει τὸ στόµα του, φυσάει µία αὔρα κι αὐτὴ ἐξαφανίζεται, διαλύεται σὰν στάχτη καὶ δὲν θὰ τοῦ ξαναµιλήσει.

Φοβᾶται. Χρειάζεται κάποιος νὰ τοῦ πεῖ τί συµβαίνει, καὶ τί σηµαίνουν αὐτὰ ποὺ συµβαίνουν ἢ δὲν συµβαίνουν. Ἂν ὑπῆρξε ποτὲ πόθος. Ἂν ὑπῆρξε ποτὲ ἔνοχο ἄγγιγµα. Ἂν ὑπῆρξαν ποτὲ λέξεις καὶ σύµβολα. Καὶ τί ἐσήµαιναν. Ποιά ἑρµηνεία θὰ ἦταν ἡ σωστή. Καὶ ποιά ἀνάγκη ἐπέβαλε τὸ σφάλµα.

Φοβᾶται. Μελετᾶ τὰ λόγια ποὺ ἔχει καταγράψει. Μὴ µὲ ἀναγκάζεις νὰ σοῦ τὸ πῶ˙ πράγµατι ὑπάρχει τὸ ἐνδεχόµενο τῆς ἐρωτοπραξίας˙ σύντοµα θὰ µιλήσουµε˙ εἶµαι εὐτυχισµένος˙ κάποιος θὰ µὲ ἀγαπήσει˙ σὲ ἀγαπῶ˙ θὰ περάσουµε πολλὰ χρόνια µαζί˙ χρειάζοµαι ἕναν µεγάλο ἔρωτα. Μελετᾶ τὶς πράξεις ποὺ ἔχει καταγράψει. Ἕναν τυχαῖο ἐναγκαλισµό˙ ἕνα χάδι στὸ χέρι˙ µιὰ ἐξαφάνιση˙ µία ἀναζήτηση˙ ἕνα χάδι στὸν ὦµο˙ ἕνα φιλί˙ πολλὲς ξαφνικὲς σιωπές˙ µιὰ προµελετηµένη ἐνδυµασία˙ ἕνα ἄσεµνο χάδι. Μελετᾶ τὰ νοήµατα. Ἐπιθυµία. Θαυµασµός. Φόβος. Ἀπορία. Ἔρωτας.

Φοβᾶται. Τίποτα δὲν εἶναι σωστό. Τίποτα δὲν ὑπάρχει.

Φοβᾶται. Βρίσκεται σὲ ἕνα δωµάτιο µὲ µουσαµὰ στοὺς τοίχους. «Δὲν εἶµαι ἡ Ἀ., ἡ Ἀ. ἔχει πεθάνει» τοῦ λέει ἡ Ἀ. στοργικά. «Μὴν ἀνησυχεῖς, ὅµως, θὰ συνέλθεις σύντοµα, µπορεῖ ἀκόµα καὶ νὰ καταφέρεις νὰ θυµώσεις. Θὰ ξεχάσεις καὶ θὰ ξεχαστεῖς, δὲν ὑπάρχει ἀµφιβολία, καὶ ὅλα θὰ πᾶνε καλά».

Ξαφνικά, ἡ ἔκφρασή της ἀλλάζει, τὸ πρόσωπό της ἀλλάζει, δὲν εἶναι πιὰ ἡ Ἀ., ἡ φωνή της γίνεται στριγγὴ καὶ ἀπειλητική, εἶναι ἡ µάνα του, «δὲν µπορεῖ ἀκόµα νὰ ἐπιµένουν αὐτὲς οἱ παρανοϊκὲς σκέψεις στὸ βάθος τοῦ µυαλοῦ σου» τοῦ φωνάζει, «δὲν µπορεῖ νὰ πιστεύεις πὼς ἐνδέχεται ἀκόµα µιὰ ζωὴ ἄλλη, δὲν ἐνδέχεται, δὲν θὰ συµβεῖ, ποτέ˙ σταµάτα νὰ φαντάζεσαι ἐπιθυµίες, νὰ φαντάζεσαι νοήµατα, νὰ φαντάζεσαι πράξεις˙ κατάλαβέ το, ἡ παράνοια αὐτὴ εἶναι µιὰ παρεξήγηση, µὴ σκέφτεσαι πιὰ τὴν ἐλάχιστη πιθανότητα, δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἐλάχιστη πιθανότητα, δὲν ὑπάρχει οὔτε ἀπουσία οὔτε ἔλλειψη διότι παρουσία δὲν ὑπῆρξε ποτέ, ὑπῆρξε µόνον ἡ τυχαία ὑπόνοια ἑνὸς ἐνδεχοµένου, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἀκόµα ὑπῆρξε κάποτε καὶ δὲν ὑπάρχει πιά».

Φοβᾶται. Χρειάζεται κάποιος νὰ τοῦ πεῖ τί συνέβη. Καὶ τί δὲν θὰ συµβεῖ. Χρειάζεται κάποιος νὰ τοῦ ἐπιβεβαιώσει ὅτι αὐτὸ εἶναι ὅλο, αὐτὴ εἶναι ἡ ζωή, δὲν ὑπάρχει ἄλλη. Κάποιος νὰ τοῦ πεῖ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλο σῶµα. Κάποιος ποὺ νὰ µπορεῖ νὰ µιλᾶ ξεκάθαρα˙ ἄφοβα.

George Le Nonce, Ἡ ὑπόνοια ἑνὸς ἐνδεχοµένου, Ὁ Ἐμονίδης, σελίδα 42, Εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2013

Πίνακας: Andrew Wyeth

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

 
%d bloggers like this: