Kαλά έκανες κι ήρθες, λέω στη Μαρί, την κόρη της παραμάνας. Παλιότερα η μητέρα μου δεν άφηνε ποτέ να έρχεται σπίτι μας, αλλά σήμερα, όταν μπαίνω στο δωμάτιό μου, είν’ όρθια στο παράθυρο και βλέπει πέρα στο βουνό. Εγώ βλέπω τη Μαρί, και βλέπω μέσα από ’κείνη το βουνό, και το βουνό που πάντα το κούφωμα του παραθύρου του ήτανε στενό, τώρα χωράει στο σώμα της Μαρί. Τραβάω για ’κείνη μια καρέκλα στο τραπέζι, για να καθίσει μαζί μου, πάνω στο τραπέζι είναι ήδη ένα πιάτο με γλυκό. Μου το έφερε η παραδουλεύτρα σας, λέει η Μαρί. Αλλά δεν είναι και τόσο απλό για μένα να τρώω, λέει, και μόλις τώρα, όταν γυρίζει, βλέπω εγώ ότι δεν έχει πια χέρια, ακριβώς πάνω απ’ τον καρπό τής τα ’χουνε κόψει. Η Μαρί κάθεται δίπλα μου και κρύβει τα λειψά χέρια της στα πόδια της, λες και πρέπει να ντρέπεται γι’ αυτά. Δεν ξέρω αν το κουτί παπουτσιών με τα χέρια έπεσε στο χορτάρι ή μέσα στα λουλούδια, λέει. Όταν πάω να τη χαϊδέψω στο κεφάλι υπάρχει μόνο αέρας.
Τζέννυ Έρπενμπεκ, Το παιχνίδι με τις λέξεις, μτρφ.: Αλέξανδρος Κυπριώτης, Σελ. 80-81, Εκδόσεις Ίνδικτος, 2008.
Artwork:Ray Caesar