RSS

Category Archives: Τζέννυ Έρπενμπεκ

Τζέννυ Έρπενμπεκ, Το παιχνίδι με τις λέξεις


Kαλά έκανες κι ήρθες, λέω στη Μαρί, την κόρη της παραμάνας. Παλιότερα η μητέρα μου δεν άφηνε ποτέ να έρχεται σπίτι μας, αλλά σήμερα, όταν μπαίνω στο δωμάτιό μου, είν’ όρθια στο παράθυρο και βλέπει πέρα στο βουνό. Εγώ βλέπω τη Μαρί, και βλέπω μέσα από ’κείνη το βουνό, και το βουνό που πάντα το κούφωμα του παραθύρου του ήτανε στενό, τώρα χωράει στο σώμα της Μαρί. Τραβάω για ’κείνη μια καρέκλα στο τραπέζι, για να καθίσει μαζί μου, πάνω στο τραπέζι είναι ήδη ένα πιάτο με γλυκό. Μου το έφερε η παραδουλεύτρα σας, λέει η Μαρί. Αλλά δεν είναι και τόσο απλό για μένα να τρώω, λέει, και μόλις τώρα, όταν γυρίζει, βλέπω εγώ ότι δεν έχει πια χέρια, ακριβώς πάνω απ’ τον καρπό τής τα ’χουνε κόψει. Η Μαρί κάθεται δίπλα μου και κρύβει τα λειψά χέρια της στα πόδια της, λες και πρέπει να ντρέπεται γι’ αυτά. Δεν ξέρω αν το κουτί παπουτσιών με τα χέρια έπεσε στο χορτάρι ή μέσα στα λουλούδια, λέει. Όταν πάω να τη χαϊδέψω στο κεφάλι υπάρχει μόνο αέρας.

Τζέννυ Έρπενμπεκ, Το παιχνίδι με τις λέξεις, μτρφ.: Αλέξανδρος Κυπριώτης, Σελ. 80-81, Εκδόσεις Ίνδικτος, 2008.

Artwork:Ray Caesar

 

Τζέννυ Έρπενμπεκ, Το παιχνίδι με τις λέξεις

Όταν η μητέρα μου, λόγω του αίματος που τρέχει ακόμα από τη μύτη μου κρατάει το πρόσωπό μου τόση ώρα κάτω απ’ το κρύο νερό μέχρι που πετρώνει, η παραμάνα μου εν τω μεταξύ φροντίζει το ροζ καρό φουστάνι, αλλά και άλλες φορές, όταν η μητέρα μου μού τραβάει με μια απότομη κίνηση ένα τραυμαπλάστ από το γόνατο ή μου χτενίζει τα μαλλιά με μια χτένα που σκαλώνει στο μαλλί μου, κι ύστερα λέει, πω, πω, τα μαλλιά σου, όταν μου δείχνει πώς τραβάμε ένα λεπτό καλτσόν προς τα πάνω, και το προς τα πάνω μού πιάνει μαζί με το καλτσόν και μου τσιμπάει και το πόδι, πάντα τότε εγώ θα ’θελα να τη δω να κουτρουβαλιάζεται στη σκάλα ή να πέφτει απ’ το παράθυρο και να τσακίζεται, να κόβεται κατά λάθος εκεί που κόβει το ψωμί. Πάντα, όταν λέει: Θα πονέσεις για λίγο μόνο, αλλά μετά θα ’ναι καλύτερα έτσι, ή: σε κόβει βέβαια λιγάκι, αλλά είσαι μεγάλη πια. Μπρος στα κάλλη τι ’ναι ο πόνος, λέει. Μπρος στα κάλλη, μπρος στα κάλλη, ποντικός στην κοιλιά, το κεφάλι μες στην κοπριά, μπρος στα κάλλη. Πάντα όταν ή μητέρα μου με πονάει, για λίγο, λιγάκι μόνο, δεν θα κρατήσει, να ’σαι γενναία, πάντα τότε εγώ θα ’θελα να τη δω, στην ηχώ της σφαλιάρας που θα της έδινα μες στα μούτρα, ν’ αποστρέφει το κεφάλι της από μένα προς τα πλάγια κι επιτέλους να ησυχάζει.

Τζέννυ Έρπενμπεκ, Το παιχνίδι με τις λέξεις, μτρφ.: Αλέξανδρος Κυπριώτης, Σελ. 64, Εκδόσεις Ίνδικτος, 2008.

Φωτό: Maquignon Laurence