RSS

Category Archives: Ιβάν Τουργκιένιεφ

Ιβάν Τουργκιένιεφ, Ανοιξιάτικα νερά

Jean-François Segura

H ορχήστρα έπαιξε την ουβερτούρα από τους «Γάμους του Φίγκαρο»… Η αυλαία σηκώθηκε, το έργο άρχισε.

Ήταν ένα από τ’ αμέτρητα πρωτόγονα έργα, όπου πολυμαθείς συγγραφείς, και σε νεκρή γλώσσα, προσεκτικά αλλά αδέξια, αναπτύσσανε μια «βαθιά» ή «επίκαιρη» ιδέα, παρουσίαζαν τη λεγόμενη τραγική σύγκρουση και προκαλούσαν μια πλήξη… ασιατική, όπως είναι η ασιατική χολέρα. Η Μαρία Νικολάγιεβνα άκουσε, χάνοντας την υπομονή της, τη μισή πράξη, μόλις ο πρώτος εραστής, ο ζεν πρεμιέ, μαθαίνοντας την προδοσία της αγαπημένης του (φορούσε κανελιά ρεντιγκότα με μανίκια «μπουφάν» και πλισέ γιακά, ριγωτό γιλέκο με σεντεφένια κουμπιά, πράσινο παντελόνι με λουστρινένιες στόφες και καστόρινα γάντια), τη στιγμή που αυτός ο εραστής, με τις δυο γροθιές του στο στήθος και στους αγκώνες μπροστά, σε οξεία γωνία, άρχισε να ουρλιάζει σαν κανένα μαντρόσκυλο – η Μαρία Νικολάγιεβνα δεν κρατήθηκε: O τελευταίος γάλλος ηθοποιός, στην τελευταία επαρχιακή πόλη, παίζει πιο φυσικά και πιο καλά από την πρώτη γερμανική αυθεντία, φώναξε αγανακτισμένη, και πέρασε στο σαλονάκι. Ελάτε από δω, είπε στον Σάνιν, χτυπώντας με το χέρι στον καναπέ πλάι της. Καλύτερα να φλυαρήσουμε. Jean-François SEGURA

Η Μαρία Νικολάγιεβνα τού ’ριξε μια ματιά.

– Είστε, βλέπω, αρνάκι! Με τη γυναίκα σας θα τα πάτε μια χαρά. Αυτός ο γελοίος, συνέχισε δείχνοντας με τη βεντάγια της τον ηθοποιό που ούρλιαζε (έκανε τον οικοδιδάσκαλο), μου θύμισε τη νεανική μου ηλικία: ήμουν κι εγώ ερωτευμένη με το δάσκαλό μου. Ήταν το πρώτο μου… όχι, το δεύτερο πάθος μου. Την πρώτη φορά είχα ερωτευτεί έναν υπηρέτη του μοναστηριού Ντοσκόι. Ήμουν τότε δώδεκα χρονών. Τον έβλεπα μόνον κάθε Κυριακή. Φορούσε ένα βελούδινο φελόνι, μύριζε λεβάντα, περνούσε με το θυμιατό μεσ’ απ’ το πλήθος, κι έλεγε στα γαλλικά «παρντόν, εξκιουζέ» – και ποτέ δεν σήκωνε τα μάτια∙ και οι βλεφαρίδες του ήταν να: τόσες! κι έδειξε στον Σάνιν το μισό μεσαίο δάχτυλο «κόβοντάς» το με το νύχι του μεγάλου. Το δάσκαλό μου τον έλεγαν monsieur Gaston. Πρέπει να σας πω ότι ήταν ένας πολύ μορφωμένος και πολύ αυστηρός άνθρωπος, Ελβετός – και πολύ δραστήριος. Φαβορίτες μαύρες σαν πίσσα, ελληνικό προφίλ – και χείλη από χυμένο σίδερο! Τον φοβόμουν! Σ’ όλη μου τη ζωή μόνον αυτόν τον άνθρωπο φοβόμουν. Ήταν οικοδιδάσκαλος του αδερφού μου και αργότερα πέθανε… πνίγηκε. Μια τσιγγάνα μού είπε πως η μοίρα μου είναι να πεθάνω από βίαιο θάνατο – μα αυτό είναι ανοησία. Εγώ αυτό δεν το πιστεύω.

.

Jean-François Segura .

Για φανταστείτε τον Ιπόλιτ Σιντόριτς να κρατεί στιλέτο, ε; – Μπορεί να πεθάνει κανείς όχι μόνο από στιλέτο. – Αυτά όλα είναι ανοησίες! Εσείς είστε προληπτικός; Eγώ – καθόλου! Ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει. Ο monsieur Ganston έμενε στο σπίτι μας, σ’ ένα δωμάτιο ακριβώς πάνω από το δικό μου. Ξυπνούσα τη νύχτα και άκουγα τα βήματά του –γύριζε πολύ αργά στο σπίτι–, και η καρδιά μου να παγώνει από σεβασμό… ή από κάτι άλλο. Ο πατέρας μου ίσια που ήξερε να διαβάζει, αλλά εμείς είχαμε καλή ανατροφή. Το ξέρετε πως τα καταφέρνω και στα λατινικά; Jean-François SEGURA 802

Eσείς, στα λατινικά;

   –Ναι, εγώ. Μου τα  ’μαθε ο monsieur Ganston. Έχω διαβάσει μαζί του όλη την «Αινειάδα». Βαρετό κείμενο, μα έχει και καλά σημεία. Θυμόμαστε τη Διδώ με τον Αινεία στο δάσος… – Ναι, ναι, θυμάμαι, βιάστηκε να πει ο Σάνιν. Είχε ξεχάσει από πολύ καιρό τα λατινικά του, και στην «Αινειάδα» ήταν πολύ κουμπούρας. Mαρία Νικολάγιεβνα τον κοίταξε λοξά και από χαμηλά, όπως συνήθιζε. – Μα μη νομίσετε πως είμαι καμιά πολύ μορφωμένη. Αχ, Θε μου, όχι δεν είμαι μορφωμένη και δεν έχω κανένα ταλέντο. Μόλις και τα καταφέρνω να γράφω… σωστά∙ να διαβάζω δυνατά δεν μπορώ∙ ούτε στο πιάνο να παίζω, ούτε να ζωγραφίζω, ούτε να κεντώ – τίποτα! Nα – αυτή είμαι!

Eδώ άνοιξε τα χέρια.

.

Ιβάν Τουργκιένιεφ, Ανοιξιάτικα νερά, σελ. 145-147, Μτφρ.: Αντρέας Σαραντόπουλος,  Eκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, 1990

.

Πίνακες: JeanFrançois Segura

.