RSS

Category Archives: Μέλπω Αξιώτη

Μέλπω Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε Μαρία;

.

Ίσαμε και το Μούργο, το σκυλί, τον τύλιξε ο Γιώργης στον λαιμό του ένα γύρο, σαν μαργαριτάρια. Κι ύστερα εκάθισε ν’ αναπαυτεί. Κι όσο που αναπαυόντανε, κι επερνούσανε οι ώρες μια μια, και οι γυναίκες θρηνούσαν τα πράγματα του σπιτιού και τα ρούχα, επειδή πάντα οι γυναίκες θρηνούν τα μικροπράγματα, γιατί τους είπανε και το πιστέψανε πως δεν είναι άξιες για τα μεγάλα, τότε αγάλι αγάλι, ο τόπος ένα γύρο καθάριζε, τ’ αστροπελέκια εστραφήκανε αλλού, κατά το νοτιά, τα νερά εστραγγίσανε κάτω τις ρίζες της γης, και στην επιφάνεια απόμειναν, απ’ όπου διαβήκανε τα νερά, όλα τα ψόφια πράματα, άχρηστα πια να ζήσουνε, και οι βουές  απ’ όλα τα ανθρώπινα, τον τρόμο και τους πόνους, συχάσανε κι ήρθε το σκότος της νύχτας απάνω απ’ όλα τότε και τα θεράπεψε.

Μέλπω Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε Μαρία; εκδόσεις Κέδρος, 2003

Artwork: Johann Fournier

 

Μέλπω Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε Μαρία;

Όταν ήταν παιδί κι εζούσε ακόμα με τους γονιούς της στην επαρχία, επλημμύρισε κάποτε η συνοικία τους, επειδή το μέρος εκείνο ήταν πολύ κατηφορικό. Αντίκρυ τους κατοικούσε σ’ ένα μικρό σπιτάκι μια μεγάλη οικογένεια φτωχιά, όπως είναι όλες σχεδόν οι οικογένειες στην επαρχία, μεγάλες και φτωχές. Αμέσως ύστερα απ’ το μεσημέρι, όσο που προχωρούσε δηλαδή η μέρα, τα νερά στοιβαζόντανε στην κατρακύλα κι επεριζώνανε το σπιτάκι, και οι άνθρωποί του τότε, πάρα πολύ τρομαγμένοι, αλλά καθόλου δε μιλούσανε, αρχίνισαν να φράζουνε την κάθε τρύπα στην αρχή με κουρέλια, ύστερα που δε σώνανε πια τα κουρέλια, επειδής ανέβαινε ώρα την ώρα χοχλακιστό το νερό, εμπουντελιάζανε τον τοίχο από μέσα μ’ ό,τι βρισκότανε στο σπίτι, για να αντέξει ο τοίχος, και λοιπόν, αφού τονέ υποστηρίξανε με κάθε λογής παλιοκασόνια και πραμάτεια, ώσπου δεν έφτανε άλλο το ανάστημα του ανθρώπου πιο ψηλά μαζευτήκανε καταμεσής στην κάμαρα τα παιδιά, και η μάνα τους, και η μάνα του πατέρα τους, η γριά, και τέλος πάντω εμαζεύτηκε ό,τι πράμα που ανέσαινε μες στο σπίτι, κι ετρέμανε, κι εκαρτερούσανε, κι εμουρμουρίζανε ανάμεσά τους «άραγες θ’ αντέξει ο τοίχος;» […]

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Tέλος πάντω ο Γιώργης καμιά φορά έφτασε την πόρτα του. Δεν εχρειάστηκε μεγάλη δύναμη, επειδή τα συθέμελά της είχανε τρανταχτεί, και ο Γιώργης την άνοιξε, κι εμπήκανε μέσα μαζί με το Γιώργη οι κεραυνοί και τα ψοφίμια και μια λάσπη παχιά σαν να ’τανε θαρρείς το σπίτι χέρσο χωράφι κι ήρθε να το κοπρίσει η κοπριά, και μια εγινότανε φως μεγάλο από ξαιτίας τ’ αστροπελέκια, μια εγινόντανε σκότος, κι εγάβγιζε και ο σκύλος ο Μούργος ξεκρεμασμένος δίπλα στο ταβάνι απάνω στο κλουβί του φαγιού, κι όλα τα άλλα πρόσωπα κοντανασαίνανε στη μέση, κι ήτανε στοιβαγμένα ανάκατα όλα μαζί μες στις λάσπες, κι ας επατούσανε τα ποδάρια τους ακόμα πάνω στη γη, ήτανε ετοιμασμένα πως θα κατέβουνε σωρό κουβάρι ώρα την ώρα, στον τάφο.

Μέλπω Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε Μαρία; εκδόσεις Κέδρος, 2003

Artwork: Hugh Shurley