RSS

Category Archives: Ελένη Νανοπούλου

Ελένη Νανοπούλου, Με Μπλουζ της Νέας Ορλεάνης και τους παλιούς ρεμπέτες

Έλα να κολυμπήσουμε, να πιούμε ρούμι, να τραγουδήσουμε παλιούς ρεμπέτες και Μπλουζ της Νέας Ορλεάνης. Θα σε κερνάω άφιλτρο πρωινό καφέ και λεμονίτα σπιτική, γιατί γεννήθηκα από λεμόνι και πορτοκάλι, τα άλλα δεν τα θυμάμαι, μόνο ότι μεγάλη μου ’φυγε η παρθενιά δίπλα σε μυλόπετρα, τη τσάκισε και μετά πετούσαν πυγολαμπίδες. Ζεστάθηκαν τα χείλη και τα σκέλια, γραπώναμε ο ένας τον άλλον κι όλος ο Νείλος μαζεμένος εκεί. Ποτέ μου λες, δεν μεγαλώνουμε, ο χρόνος μας αντέχει και μας ανέχεται κι είπες να με κεράσεις τσίπουρα στα Εξάρχεια εκεί που δεν σκοτώνεται ο έρωτας κι έχει ένα σαντούρι μέσα του λουκούμια καφενέδες και μπαλκόνια με καρδιογραφήματα, ανήσυχες ψυχές με ένα γκογκ στα στήθη, πειρατικές. Φίλα με να γελάω και να τρίζει το σπίτι συθέμελα, να ρέει κίτρινο  ξανθό από τις σχισμές μου, να ‘ρχονται μέσα άγγελοι προσφυγικοί. Σήκωνε με, όπως εσύ  σηκώνεις θάλασσα σ’ ένα λακκάκι. Καημό μεγάλο το ‘χω λούλουδο μου, ούτε μια στιγμή δεν χώρεσα στη λακκούβα του λαιμού σου.

Φωτό: Pierre Boucher

 

Eλένη Νανοπούλου, Η διαδρομή

Φώναζε η μάνα: «Πού είναι οι κουραμπιέδες, παιδί μου; Δύο πιατέλες έφτιαξα εχθές, κι έμεινε μία;» Λόγω έλλειψης χώρου ύπνου, έβαλε το ένα της δίδυμο παλικάρι να κοιμηθεί στο σαλόνι με τον μπουφέ γεμάτο φρέσκους κουραμπιέδες. Ζαλίστηκε ο μικρός Γιάννης τη νύχτα από την μυρωδιά, έκλεινε τα μάτια να δει όνειρα να ξεχαστεί, αλλά αυτή είχε τρυπώσει στα ρουθούνια. Το κρεβάτι δεν τον κράταγε, η διαδρομή κρεβάτι-μπουφές γέμισε άσπρα πασπαλιστά σημαδάκια. Στο όνειρο του ήρθαν αγγελάκια, ξωτικά, δράκοι κι όλους τους κερνούσε, όλους. «Μα ήρθε πολύς κόσμος, ρε μαμά, τι να έκανα, να μην τους έδινα από ένα κουραμπιεδάκι;»

 

Tags:

Ελένη Νανοπούλου, Σε γνωρίζω

Προβολή προγόνων στο πάτωμα. Με κοιτούν ανάσκελοι δένουν έναν μπόγο στον ιστό της σημαίας. Μαριονέτα πατρίδα κλείσε τα μάτια να μην βλέπεις [εσύ – εσύ που δεν καταλαβαίνεις που δεν καταδέχεσαι] Σε γνωρίζω; Μέτρησε, κάνε δυο βήματα μπροστά, όχι, πίσω-πιο πίσω και κράτησε την αναπνοή σου. Μη-μη κράτησε την ακόμη. Μέτρησε -5-10-15-20-25 Σε γνωρίζω; Κουνήσου, από την μυρωδιά του θανάτου έγινες στόχος, περπατούσε άκρη – άκρη στην Ακρόπολης. Σε γνωρίζω – ματωμένη περπατείς. Ο κόσμος ουρλιάζει – χειροκροτεί, για τους νεκρούς; τους δήμιους; δεν ξεχωρίζεις ποιος με ποιον, κι ύστερα μπήκανε στην πόλη μου φώναζαν όλοι και εσύ φορούσες φόρεμα αρχοντικό ενώ κερνούσες τόπο.

Σε γνωρίζω; Άνοιξαν τα μάτια χαμηλωμένα, σε εκκρεμότητα ξυπόλητα παιδιά, πλανόδιοι μικροπωλητές πάνω σε ένα κάδο με σκουπίδια. Σε γνωρίζω –σωριάστηκε το σπίτι σου στις θάλασσες του Ομήρου, πιες– πιες νερό ξέπλυνε την μνήμη σου, το νου. «Σκύβε μπρός στη εξουσία» σου φώναζαν όμορφοι στρατιώτες γυαλισμένοι, περίτεχνα στολισμένοι ξύλα και ερείπια. Αυτό ήταν μόνο η αρχή και Σσσσσσσς… ο κόσμος ακόμη ουρλιάζει. Δεν ακούς; Πες του να σωπάσει, εσύ να βρεις ένα λόγο τώρα για αφορμή πολέμου, παιχνίδι; Μέτρα 5-10-15-20-25, Ακούγομαι; Σσσσσσσς… Όλοι οι πρόγονοι κουνούν τα ρουθούνια τους κι οσμίζονται σκουριά, αίμα, λεκέδες, ψείρες κοριούς και ανατίναξη. Έπαρση του μπόγου. Ακίνητοι όλοι. Δεν θα κλείσω καθόλου τα μάτια, αντέχεις; Πέρασε η γιορτή τώρα κι ο κόσμος ακόμη ουρλιάζει, πες του να σωπάσει. Σσσσσσσς… πατρίδα πού; Σε γνωρίζω. Δεν θα επιστρέψω.

Ελένη Νανοπούλου, Ενδεχόμενα απογεύματος, Σε γνωρίζω, Εκδόσεις Ενδυμίων.

Πίνακας: Dmitry Lisichenko

http://indianmist.blogspot.gr/

.

.

 

Ελένη Νανοπούλου, Άλλη σελήνη

 

Έσταξε
με την τρέχουσα σημασία το ποίημα
ως να πλάγιαζε κορίτσι πρώτη φορά σε προσδοκία
ως της Σαπφούς την άλλη σελήνη
κι ας ξόδεψαν οι λόγιοι πριονισμένα λόγια

έχουμε ακόμη ανοιχτό νερό
έναν ολονύχτιο ώμο βυθοσκόπιο


αυτά τα λυγισμένα σεντόνια αναδύουν ακόμη λουλάκι

Ελένη Νανοπούλου, Ποιήματα, Άλλη σελήνη, Εκδόσεις Ενδυμίων

http://indianmist.blogspot.gr/