RSS

Category Archives: Σωτήρης Σαράκης

Σωτήρης Σαράκης, Η γη

.

Γύριζε η Γη γύρω απ’ τον ήλιο, γύριζε

στα χρόνια του Αρίσταρχου, αυτός

τους το έλεγε, δεν τον πιστεύαν, μάλλον

δε νιώθανε τη σκοτοδίνη

της περιστροφής, η Γη

συνέχιζε τους γύρους της, αυτός

επέμενε, οι Αθηναίοι στο τέλος

του τράβηξαν, κατά το σύνηθες,

μια μήνυση και ησύχασαν

.

η Γη

συνέχισε τους γύρους της.  

(Σημαντικές λεπτομέρειες, 2018)

Artwork: Gary Band

 

Σωτήρης Σαράκης, Το χάσμα των γενεών   

.

Κάθισε άνετος στο αντικρινό

κλαδί και με κοιτούσε

σφυρίζοντας αδιάφορα, ώσπου

δε βάσταξα, καλά

του λέω, είσαι σίγουρος

πως είσαι κότσυφας; και βέβαια

μου απαντάει ατάραχος, κότσυφας

κερομύτης; επιμένω

δε βλέπεις, δεν ακούς; ρωτάει

με τη σειρά του, και καλά

τον αποπαίρνω, δε φοβάσαι

να μην τραβήξω δίκαννο, ή έστω

σφεντόνα παιδική; δε γίνονται

αυτά, ποτέ

δεν έχουν γίνει, απτόητος

με καθησυχάζει, άντε τώρα

να διδάξεις

τον κότσυφα Ιστορία, όμως

.

δεν έφτασε μέχρι να πω

«χάλασε ο κόσμος», όμως

πείτε με βάρβαρο αν θέλετε αλλά κόσμος

όπου ο κότσυφας δεν τρέμει

τον άνθρωπο δεν είναι

ο δικός μου κόσμος·

                                     ε, καλά

του σφύριξα καθώς

βαριεστημένοι φεύγαμε κι οι δυο

καλά, του σφύριξα χαιρέκακα τραβώντας

το τελευταίο μου χαρτί, πρόσεξε μόνο

μην καταντήσεις σαν αυτά

εδώ τα περιστέρια, πρόσεξε

μην καταλήξεις κότα στο κοτέτσι, κότα

στο ορνιθοτροφείο, τρέμε! φοβού

τον homo sapiens κακομοίρη μου, αλλά πού

να καταλάβει.

Artwork: Gary Bunt

 

Σωτήρης Σαράκης, Τρώες κομάντος στην Αυλίδα

 

.

Ποιος είπε πως την πήρε η Άρτεμις;

Επινοήσεις όλ’ αυτά και διαδόσεις του Οδυσσέα.

Είχαν, βλέπεις, κι οι Τρώες τις πληροφορίες τους

στείλαν οπλίτες εκλεκτούς, μεταμφιεσμένοι

σ’ Αχαιούς αυτοί, μπήκανε στο στρατόπεδο,

μελέτησαν καλά τις λεπτομέρειες, και την τελευταία

στιγμή –κι ως είχαμε όλοι μας στη γη

το βλέμμα καρφωμένο– ορμούν

αρπάζουν το κορίτσι ξαφνικά, κι ολόισια στην Ταυρίδα

.

όμως ο πολυμήχανος πρόλαβε την καταστροφή

πετάχτηκε, έμπηξε τις άγριες κραυγές του θαύμα! θαύμα! (να τον έβλεπες!)

έβαλε αμέσως και τον Κάλχαντα στο κόλπο, κοιτούσε

αυτός εκστατικός τον ουρανό κι επιβεβαίωνε

πώς βρέθηκε –αν βρέθηκε– σφαγμένο ελάφι στο βωμό

κανένας δεν κατάλαβε μες στην αναμπουμπούλα

ήταν άλλωστε

τέτοια η μανία του στρατού να μπει στα πλοία

που ό,τι κι αν άκουγαν θα το πιστεύαν

ό,τι κι αν άκουγαν εκτός απ’ την αλήθεια

.

σώθηκε, βέβαια, το κοριτσάκι αλλά

ως εκεί, μόνο ως εκεί:

Φαίνεται δεν υπήρχε δύναμη στον κόσμο

τόσο μεγάλη που να σταματήσει το κακό

– και πότε, θα μου πεις, υπήρξε δύναμη ικανή να σταματήσει

την τρέλα των ανθρώπων, μπήκαν

στα πλοία, φτάσανε στην Τροία, σφάζαν

σφαζόντουσαν για δέκα χρόνια, χόρτασε

η ψυχή τους

δόξα και πόνο, χόρτασε

ο κόσμος συμφορά

.

κι ύστερα βάλαν τη φωτιά, ξεθεμελιώσαν

την πόλη, ακούγεται ακόμα ο θρήνος της Εκάβης

ακόμα ο θρήνος των Τρωάδων, ποια δύναμη

να σταματούσε το κακό, ένα αγόρι

γκρεμίζεται απ’ τα τείχη, ένα κορίτσι

στο βωμό

άνακτες, ιερείς και στρατηγοί, δικός τους

πάντα ο κόσμος, άδικα

οι ριψοκίνδυνοι οπλίτες

μπαίνουνε στη φωλιά του λύκου, άδικα

ορμούν κι αρπάζουνε την κόρη

.

τη σώζουν και τη φυλακίζουν στην Ταυρίδα

αυτό, μονάχα αυτό μπορούνε, τίποτ’ άλλο.      

(Πάθη των φθόγγων, 2009)      

Πίνακας:  Perrier François           

 

Σωτήρης Σαράκης, Η εκδίκηση του Οιδίποδα

.

Μάντη Τειρεσία,

καλά μας τα ’πες ως εδώ, όλα τα βρήκες

την πόλη έσωσες απ’ το φριχτό λοιμό

μα πες μου, αν θέλεις τώρα:

τ’ όνομα Σιγισμούνδος Φρόυντ σού λέει τίποτα;

κρυφά δεν έχουν οι θεοί από σένα

κάτι θα πρέπει να γνωρίζεις μάντη Τειρεσία

σε αμηχανία σε νιώθω

κάτι ψελλίζεις πως βαρβαρικά

ηχεί στην ακοή σου τ’ όνομα

μα εμένα τώρα, μάντη Τειρεσία,

που χάνοντας το φως μου κάπως μπήκα

στα σκοτεινά δικά σου μυστικά

κάτι μου λέει πως γι’ αυτόν

γι’ αυτόν δουλεύουμε όλοι, θύματα

της μοίρας και προφήτες

.

χάθηκες, μάντη Τειρεσία,

μάτια μην έχοντας να βγάλεις

γκρεμίστηκες στο βράχο όπως η Σφίγγα

δεν πειράζει, μάντη Τειρεσία.

Πίνακας: Pietro della Vecchia

 

Σωτήρης Σαράκης, O Όσιος Μιχαήλ (Πρόσωπο πιθανώς φανταστικό)

.

Εδώ έζησε ο Όσιος Μιχαήλ

εξήντα χρόνια εξερευνούσε αυτούς τους βράχους

απ’ τη σπηλιά του ως εκείνο το σκαλί

σαράντα μετρημένα βήματα

ο δρόμος του και πάλι πίσω καθεμέρα

δεξιά η θάλασσα βουβή

εξήντα χρόνια συναπτά ο Μιχαήλ

ώρα δεν άφησε να πάει χαμένη

εξερευνούσε αυτούς τους βράχους

.

ύστερα πέθανε τον είπαν

όσιο και θαυματουργό

τον κάμαν εικονίσματα, όμως

εκείνος έφυγε με τον καημό με το μαράζι

που εξήντα χρόνια ολόκληρα δεν μπόρεσε

να βρει το μυστικό αυτών εδώ των βράχων.

(Το δέρας, 1994)

.

Artwork: Nicholas Roerich