.
Αν όμως τα όνειρα τον εξαπατούσαν για να τον προστατεύσουν από την απώλεια και οι εφιάλτες ήταν οι φύλακες άγγελοί του ντυμένοι στα μαύρα, ποιος μπορεί να το αποδείξει; Mόνο που τούτες οι επιφυλάξεις δεν βρίσκουν θάρρος να περάσουν απ’ τα κακόφημα σοκάκια του νου του. Χρόνια τώρα τα όνειρα είναι το τελευταίο του καταφύγιο κι επαναλαμβάνονται υφαίνοντας τον ιστό της καθημερινότητάς του, σε έναν κόσμο δοσοληψιών, όπου κανείς δεν μπορεί να ζήσει ήσυχος αν δεν ισοπεδωθεί· με αντάλλαγμα ίσως έναν ύπνο βαθύ δίχως όνειρα. (…)
.
Τέντωσε το κορμί του με μια προσποιητή άνεση κι άρχισε να τους απευθύνει ερωτήσεις, τη μια μετά την άλλη, χωρίς να περιμένει να του απαντήσουν. Τους ρωτούσε αν ο Θεός προτιμάει τα λευκά από τα μαύρα σύννεφα, ποια όνειρα όταν πέφτουν από ψηλά σκοτώνονται, πότε ένα πουλί θα εκλεγεί στην προεδρία της δημοκρατίας, πώς γνωρίζει ένας αιώνας τα χρόνια του, πού θάβονται όταν πεθαίνουν οι πόλεις, γιατί οι άνθρωποι είναι οι ίδιοι ο θάνατός τους· και άλλα τέτοια. Μερικοί τριγύρω του ψιθύριζαν μεταξύ τους κουνώντας το κεφάλι, άλλοι κρυφογελούσαν και οι λιγότερο θαρραλέοι κρατούσαν μια απόσταση ασφαλείας. (…)
.
Φωτό: Holger Droste