Category Archives: DBC Pierre
DBC Pierre, Βέρνον ο Μικρός Θεός
«Nτρρρ», ορμάει στον δρόμο το πούλμαν και έπειτα δεν ξέρω από πόσα χιλιόμετρα κοντεύει να με ψιλοπάρει ο ύπνος και το μυαλό μου έχει γίνει κουρκούτι. Ύστερα περνάμε από ένα χωράφι με κοπριά ή κάτι τέτοιο, μια έντονη μπόχα απ’ αυτές που οι δικοί μου προσποιούνται πως δεν τις προσέχουν όταν είσαι στο αμάξι μαζί τους, και ξαφνικά μου πλημμυρίζει τις αισθήσεις με την Τέηλορ Φιγκερόα. Μη με ρωτήσετε γιατί. Τη διαισθάνομαι σ’ ένα χωράφι δίπλα στην Εθνική. Είναι πεσμένη στα τέσσερα πίσω από έναν θάμνο, γυμνή, εκτός από το γαλάζιο συνθετικό κιλοτάκι που χώνεται καρατσιτωμένο στο τριγωνάκι ανάμεσα στα μπούτια της και εκπέμπει καύλα. Είμαι κι εγώ εκεί. Δεν κινδυνεύουμε και είμαστε άνετοι, με χρόνο στη διάθεσή μας. Σερφάρω στο περίβλημά της με τη μύτη μου, χαρτογραφώ τις κολλώδεις γεύσεις της πλάι από στριφώματα που τρεμολάμπουν μέχρι εκεί που το κιλοτάκι αγκαλιάζει τα πόδια της και η μυρωδιά γίνεται πιο αψιά, σαν σοκολάτα με γέμιση όξινης σάλτσας, γίνεται τσουχτερή και με τινάζει μακριά από τη σπιρτάδα της. Στο όνειρό μου τινάζομαι πάρα πολύ μακριά. Ύστερα βλέπω ότι βρισκόμαστε σ’ ένα χωράφι με καρπούς κώλων και ξαφνικά δεν ξέρω αν μυρίζω τη μυρωδιά της Τέιλορ ή απλώς το χωράφι. Παλεύω να γυρίσω τη σχισμή της, αλλά τα στριφώματα έχουν εξαφανιστεί. Η απαγορευμένη οσμή διαλύεται μες στην ιδρωτίλα και τα αφτερσέιβ του λεωφορείου. Εκείνη έχει χαθεί. Έρημες εκτάσεις κυλάνε έξω απ’ το παράθυρο.