RSS

Category Archives: ΦΙΛΟΙ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ – ΓΡΑΦΕΣ

Κατερίνα Λιάτζουρα, Λευκοί νάνοι

.

[…]

Και

να μελετάς να έρθει

με χάρτινο περίβλημα

και φουστάνι αερικού

 σε βουνοκορφή

 νεκρική ταφή

 και να πιάνεις μυστρί και καλέμι

 να σμιλέψεις ιδρώτα

 μνημείο και ουρανό

 μια αγκαλιά βροχή λίγα χρυσάνθεμα

 και η βίδα να οξειδώνεται

 η προσπάθεια πολύ

 και

να προστάζει:

στεφανώσου τον χρησμό τον διφορούμενο και σταύρωσε εκείνους τους ταλαίπωρους χρυσαετούς στη μνήμη ή στον ομφαλό του μονάκριβου πατέρα, τρέξε, τρέξε στα άδυτα κοντά στη μάντισσα [θέα σ’ εκείνη την ιέρεια με δάφνες πέλανο και άλλους θησαυρούς και αναθεμάτισε την τύχη του κόσμου τη λοξή στην έκστασή σου πάνω γιατί κάθαρση ο κόσμος σου δεν πρόκειται να βρει αν την αμφισημία των πραγμάτων αγαπήσεις

Κατερίνα Λιάτζουρα,  Λευκοί νάνοι, σελ. 25-26, εκδόσεις Βακχικόν, 2022

Artwork: Julia Geiser

 

Αλέξης Β. Σταυράτης, γραμμικά φωτόνια

.

ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

[…] Ντύσου τις κατάλληλες λέξεις / και ο ουρανός είναι δικός σου

Στο συρτάρι κλεισμένες λέξεις / στα μάτια κοιμούνται όνειρα / αρχαίες συνήθειες ριζώνουν στα πρόσωπα των αθώων / Τα δέντρα απορρίπτουν τα φύλλα τους / παντού νεκροφάνεια / Δεν είναι καιρός αυτός / για ποίηση…

Λέξεις μικρές και άηχες / ζητάνε μια καινούργια φλόγα / Ένα ποδήλατο χαμογελά / με προσκαλεί να δραπετεύσουμε […]

ΓΙΑΤΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

[…] Διάτρηση σκότους / Ποίηση / Έμπνευση τυπωμένη στο πέταγμα της άγριας πέστροφας / Άγρια νερά σε σκοτεινά φαράγγια

Πάρε τη γλώσσα μου / και μάθε της καινούργιο αλφαβητάρι

Τρίχες, μου είπαν, τα ποιήματά σου / κι εγώ άφησα γένια να τους δικαιώσω / Μη χάσουν και οι λέξεις την αξία τους […]

Αλέξης Β. Σταυράτης, γραμμικά φωτόνια, εκδόσεις Έναστρον, 2021

Artwork: Gary Band

 

Μαρία Σύρρου, Μικρογραφία

.

                    Στον Βαγγέλη

Μάτια μου μελαγχολικά,

μελένια μυήματα μεθυστικά,

μενεξεδένια μέλπετε μελιχρές μιμόζες μαγικές

μη-με-λησμόνει μονωδίες μυστικές.

.

Μορφή μονάκριβη, μαλαματένια

μειλίχια μιλιά μου, μεταξένια

μύρο στη μοναξιά μετοίκησέ με

μίσεψε μέσα μου, νοστάλγησέ με

Μαρία Σύρρου, από την ποιητική συλλογή Ανακρούσματα ηλιοστασίου, Αθήνα 2022

Πίνακας: Mary Bedden

 

Μαρία Σύρρου, Του εγκλεισμού

.

Του εγκλεισμού Ι

Έρημοι δρόμοι.

Άκου, πουλιά κελαηδούν

στο απόβροχο.

.

Του εγκλεισμού ΙΙ

Νυχτώνει νωρίς.

Στένεψε η άνοιξη

σε μιαν ανάσα.

Φυλλορροούν οι στιγμές

χειμέριοι δεσμώτες.

.

Του εγκλεισμού ΙΙI

Δροσοσταλίδας

φίλημ’ αποπλάνησε

κόκκινο κρίνο.

Έρωτα πανδαμάτορ

σε θαύματ’ αρμενίζω

Μαρία Σύρρου, από τη συλλογή Ανακρούσματα ηλιοστασίου, Αθήνα 2022

Πίνακας: Mary Fedden

 

Γ. Δ. Αναγνώστου, Λήγουσες εντός μου

.

Λέξεις

Με αποκομμένες λήγουσες

Αναρριχώνται εντός μου

.

Σαν από παλιά τετράδια

Να βλασταίνουν

Να ζευγαρώνουν

Ανάμεσα στις στίξεις

.

Φθόγγοι πολύβουοι

Στη σιωπή να βυθίζονται

Άδικα ορφανεμένοι

Στη συστολή τυλιγμένοι

.

.

Λέξεις ανάπηρες

Επιβιβάζονται

Στης νιότης το φέγγισμα

Δυσανάγνωστα λάθη

Ξαπλώνουν σιμά

Στου ήλιου την απουσία

.

Μέσα

Στα Όμικρον του Ονείρου

Να χορεύουν

Κεντώντας

Της αγάπης το υφαντό

.

Μόνες λέξεις

Να κλαίνε

Μακριά σου

.

Κοντά σε εμένα Γ. Δ. Αναγνώστου, Λήγουσες εντός μου, από τη συλλογή Μέσα στο Όμικρον του Ονείρου, εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2018

Πίνακας: Juan Martinez Bengoechea

 

Γ. Δ. Αναγνώστου, Ιn Memoriam

                   

.

Στην Μαρία που έφυγε αφήνοντας δυο κόκκινα χείλη

.

Ήθελες να βάφεις

Τα χείλη σου κόκκινα

.

Σαν τον ήλιο μου

.

Μα έρωτα δεν ήξερες

Ήθελες να φεύγεις

Να έρχεσαι

Μόνη να μένεις

.

Τον πόθο τραύλιζες

Λουλούδια ζωγράφισες

Πάνωθέ μου

Την πανσέληνο με φύκια τύλιγες

Πλεξούδες ολόγυρα θανάτωσες

.

Ήθελες τη μοναξιά να ντύσεις

Αφήνοντας γυμνό τον θάνατο

Στίχους – φωνήεντα σβήνοντας

.

Ω! Θε μου τι τέλος

Μας χάρισε

Να κρέμεται ουράνιο στερέωμα

.

Γύρω απ’ το βλέμμα

.

Γ. Δ. Αναγνώστου 9. ΧΙ. 2020

Artwork: Andrea Kowch

 

Γ. Δ. Αναγνώστου, Τα κορίτσια πάντοτε επιστρέφουν

.

Τα κορίτσια δεν μιλούν

Μόνο τραγουδούν

Σπάζοντας τα βράχια των αρωμάτων

.

Αναδύονται σαν Αφροδίτες της μνήμης

Γιομίζοντας τις παλίρροιες του πόθου

Με στήθια στητά

.

Ν’ ατενίζουν μιαν ορφανή αιωνιότητα

Να κλείνουν τις στιγμές

Μέσα στις σταγόνες της λήθης

.

Να μετεωρίζουν τα λυγερά κορμιά τους

Στον ουρανό των παραισθήσεων

Εφαπτόμενα των ορμητικών απολήξεων

Ενός Ονείρου

Μουσκεμένου στα δάκρυα των ερωτευμένων

Ως εκεί όπου τα σύννεφα

Δακρύζουν

Μοιράζοντας δεξιά κι αριστερά

Του έρωτα το μοιρολόγι

.

Εγκιβωτισμένα κορίτσια

Σε χρονική σειρά

Να μην μπορώ να λησμονήσω

.

Γ. Δ. Αναγνώστου, Τα κορίτσια πάντοτε επιστρέφουν, από τη συλλογή Μέσα στο Όμικρον του Ονείρου, εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2018

Artwork: Alexey Kondakov

 

Θοδωρής Σαρηγκιόλης, ΧΑΪΚΟΥ

.

Ψηλά ο αητός

μικρό τον κόσμο βλέπει,

τον περιφρονεί.

*

Μικρό πουλάκι

έχασε τη φωνή του.

Βαλσαμώθηκε.

*

Το δίχτυ πλέκει

στη γωνιά η αράχνη.

Φυλακίζεται.

*

Μικρές ψηφίδες

θαμμένης ιστορίας

πως ευωδιάζουν.

*

Σε ράγες πάνω

κύλισε η ζωή του,

δίχως εκτροπή.

Πίνακας: Abraham Manievich

 

Στέργιος Ντέρτσας, Ήλωση 

VI

Προσκυνητής  στα νεκροταφεία   των λαθών

που τα ‘λεγε πλούτη.

Ρόμβος ακλόνητος και πεισματάρης

στους παραληρηματικούς κύκλους της ζωής.

Υποτονθορύζοντας τη συσκότιση του τυχαίου

σχεδόν ως ευλογία

Υποδεχόμενος τους κόντρα ανέμους

με δάνειες  προσευχές και με ζεμπέκικα βαριά.

Παράχορδος τόσο πολύ καθώς κοιτούσε στα μάτια  το κακό

που ήθελες κατεπειγόντως να τον κάνεις  φίλο κι αδερφό.

Αν η τροχαλία της συνήθειας δεν τον κονιορτοποιούσε

κατακρημνίζοντάς τον αίφνης στο λεκιασμένο τεφτέρι

του μαυραγορίτη,

εάν η χαρακτική των χαρισμάτων του

δεν στρεφόταν με τέτοιο μένος  στο καθαρό του βλέμμα

ήταν βέβαιο πως θα γινόταν άγαλμα

που με χέρι απλωμένο παντοτινά

θα τάιζε τις  αγρύπνιες  μας ανελλιπώς.

Αγάπησε.

Αγάπησε πολύ, παντού κατάγματα.

Οι ιαχές του μοιραίου πάνω του

ουδέποτε εισπράξανε τον αντίλαλο τους

ως έξαλλο πανηγυρισμό.

Ετάφη ταυτόχρονα

σε πολλά γυναικεία σώματα

και στο μικρό κηπάκι του, των καχεκτικών ρόδων εραστής.

Πίνουν νερό στο όνομα του πλέον

όσοι  να τον  δικάσουν βιάστηκαν.

Όμως αυτός διψά ακόμη.

Ο ίσκιος του  τριγυρνάει στα ξέφραγα αμπέλια μας

και μας χλευάζει τρώγοντας τους ώριμους ροδίτες.

Της ευγένειας  ανήμερο θεριό.

.

.

VIII

Ωγυγία για λίγο, Ωγυγία για πάντα,  Φεδερίκο.

Η καρδιά σου χτυπάει παντού.

Ραγίζει  η δήθεν αντισεισμική σιωπή μας .

Κρεπάρει.

Φοβερός ο τρόπος της αγάπης σου.

Το ματωμένο σου πουκάμισο

υψώθηκε σαν φλόγα

κι έσβησε την κίτρινη βροχή – τη  λάσπη.

Κι ωστόσο πάλι δειλιάσαμε.

Τώρα περπατάς ανάμεσα στις λεύκες,

δεν εμπιστεύεσαι πια τις λέξεις,

η ποίηση σου είναι ετούτη η ομίχλη

που μιλάει με στεναγμούς,

το στόμα της που δεν έχει ηλικία

αλλά μαντεύει με ακρίβεια τις ηλικίες

ολονών μας.

Ο αέρας υπνοβατεί μαζί σου

ανάμεσα σε  άδειες κλεψύδρες.

Σε ψάχνουμε και θα σε ψάχνουμε για καιρό ακόμη

γιατί οι πρωτοχρονιές  των ποιημάτων σου

παιδεύουν το μόνο καθαρό κομμάτι της ζωής μας,

την αφέλεια μας,

και δεν μας αφήνουν να μάθουμε ποιοι είμαστε.

Η   φωνή σου κατέρχεται  στους γκρεμούς μας,

 όλες τις βεβαιότητες μας  υφαρπάζει ,

αφήνοντας όμως το χώμα νοτισμένο.

Εκεί βεβαίως θα ζητήσουμε να γίνει κάποτε η ταφή μας

όταν ο κίβδηλος οβολός  οριστικά μας καθυποτάξει

και μας κλέψει  την τελευταία ικμάδα της θέλησης μας.

Ωγυγία για λίγο, Ωγυγία για πάντα, Φεδερίκο.

Μας σβήνει αυτό που  δεν θελήσαμε να γράψουμε ποτέ

και καμία φορά βλέπουμε τα  όμορφά  σου χέρια

σαν καθαρά φτερά στις πλάτες της εικασίας.

Δεν μπορούμε να πάμε πουθενά, πάροχοι 

μιας  πικρής ειρωνείας δίχως καταναλωτές. 

Αιχμάλωτοι είμαστε   των παρενθέσεων

και  της παραλήγουσας ισοβίτες.

.

Στέργιος Ντέρτσας, από την ποιητική σύνθεση Ήλωση 

Αrtwork: Katherine Boland

.

 

Αντώνης Σαπουντζάκης, Εδώ, στην άκρια της θάλασσας

.

Εδώ, στην άκρια της θάλασσας

που οι δυτικές επαρχίες τελειώνουν μ’ έναν βάσανο

καταλαβαίνω πως υπήρξα ένα λάθος της πέτρας.

.

Η γης που χορεύει

περνάει κύματα μέσ’ απ’ τα χέρια μου

ρωτάει τη φτιάξη μου

πώς τώρα με πείσμα ρωτάει ο ρυθμός

τι έμεινε απ’ τη νιότη αζύμωτο

ποιος είναι ο ναυαγός.

.

Είπες το σώμα είναι η γλώσσα του χώρου

πως είναι το σπίτι του νερού

κ’ εγώ μ’ αυτό σε κατοίκησα.

.

(Πως με τυράννησες στη γλώσσΑ).

.

Θα με γρικάει η ομίχλη και ο κρύος χειμώνας

θα με νομίζουν οι γκρεμοί στον ύπνο τους

όταν σκοντάφτουν πάνω σ’ όνειρα ερπετών

και της πνοής το ξάφνιασμα σα με λογίζεται

θα συνεχίζει ν’ αγκαλιάζει νικημένους.

.

Πως τα πουλιά είναι η βουή

που μέσα της σ’ ονόμασα.

.

(Πως στα πουλιά με γκρέμισεΣ).

.

Κι ώσπου να φύγω

θα με γλύφει το νόημα ώσπου

να γίνω βότσαλο μέσα σε χίλια βότσαλα

λείο μες στη φτηνή αλληγορία των εραστών

λευκό στη μεγάλη αναιμία του κόσμου.

.

Πίνακας: Νικόλαος Λύτρας