RSS

Category Archives: Γκέοργκ Μπύχνερ

Image

Γκέοργκ Μπύχνερ, Λεόντιος και Λένα (κριτικό σχόλιο / από το πρόγραμμα της παράστασης, Θέατρο Μαύρη Σφαίρα)

Michael Cheval 0_2c101_98e79662_XL

Επιθυμώντας το αδύνατο

Επιθυμούμε το αδύνατο, κατασκευάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα ισχυρό άλλοθι για να διατηρήσουμε αλώβητη και ακμαία την παράδοξη – σε πρώτο επίπεδο– επιθυμία μας να παραμείνουμε ανικανοποίητοι. Και για να αντλήσουμε, εν συνεχεία, απόλαυση από έναν θάνατο που παραμένει έως τέλος ζωοδότης• ακροβατώντας ανάλαφρα, σχεδόν αδιάφορα, ανάμεσα σε έρωτα και θάνατο, σ’ εκείνο το επισφαλές μεταίχμιο, που, αν και μας κινητοποιεί προσωρινά, την ίδια στιγμή μας γελοιοποιεί και μας ακυρώνει.

Michael Cheval 61fbkju0

Αυτό είναι το νήμα απ’ το οποίο ο Μπύχνερ στον Λεόντιο και Λένα έχει επιλέξει για να κινήσει την επιθυμία και, κατ’ επέκταση, τη δράση, του φαινομενικά ατίθασου Λεόντιουτου νεαρού πρίγκιπα, που ακροβατεί ανάμεσα στο τραγικό και στο κωμικό· στον φιλοσοφικό στοχασμό και στο παράλογο· στο καυστικό κοινωνικό-πολιτικό σχόλιο και στο υπαρξιακό αδιέξοδο· στον οραματισμό και στην αποδοχή τού «ως έχει»· στο ανέμελο παιχνίδι και στην αυτοκαταστροφή· στην παθητική δράση και στη φοβική από-δραση.Ο Mπύχνερ θα σμιλεύσει προσεκτικά όλες τις φαινομενικά αντίρροπες, ασύμβατες και ενσαρκωμένες παραμέτρους είτε στο ίδιο πρόσωπο είτε σε διαφορετικά πρόσωπα του έργου, οι οποίες, σταδιακά συγκλίνοντας, θα οδηγήσουν στην κορύφωση: στο φιάσκο της ανθρώπινης υπόστασης.michael-chevalΉδη από την 1η Πράξη ο μαθητής-Λεόντιος, με ένα κράμα παιδικής αλλά και αυτοσαρκαστικής διάθεσης, θα διακωμωδήσει τις διαθέσεις του παιδαγωγού του, αντιτάσσοντας τους υψηλούς και ανέφικτους προσωπικούς του στόχους στον κόσμο του δασκάλου του: σε έναν κόσμο συμπαγή, αυστηρό και ασφαλή· όπου o παιδαγωγός, ενδεδυμένος το ρόλο της αυθεντίας, θα υπερασπιστεί κοινωνικές νόρμες, κώδικες ηθικής συμπεριφοράς και άκαμπτα γνωσιολογικά μοντέλα – εν ολίγοις την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, η οποία, αν και δε στηρίζεται εμφανώς στην αυθαιρεσία των τυράννων της πολιτικής εξουσίας, ακουμπά ωστόσο στην αποδεικτική βαρύτητα της στείρας σκέψης που γίνεται επιστήμη. Ο παιδαγωγός θα χρησιμοποιήσει σαν δεκανίκι αυτο-επιβεβαίωσης μια γνώση κλειστή, εγωκεντρική, στατική και γι’ αυτό εντέλει επικίνδυνη, καθώς είναι απρόθυμη να υπηρετήσει την ανθρώπινη υπόσταση και την εξέλιξή της, αλλά ικανή και δυνατή να επιβάλλει όρους και όρια στην «ανεξέλεγκτη» και «αναρχική», για την πολιτική εξουσία και τους στόχους της, ανθρώπινη φύση. Ως γνήσιος φορέας της θηριώδους και ανασταλτικής χρήσης της Παιδείας, ο παιδαγωγός φαίνεται να απολαμβάνει μέσα στη σιγουριά της μάσκας του κενού ναρκισσευόμενου, τρέμοντας όμως για οποιαδήποτε απόκλιση θα ήταν ικανή να απορυθμίσει το προσωπικό του σύμπαν. Ο προβληματισμός του Μπύχνερ και η καυστική διάθεση απέναντι στην ισοπεδωτική λειτουργία μιας τέτοιου είδους «διανόησης», γεννήτορα της προπαγάνδας, των ρατσιστικών μοντέλων και του πνευματικού ευνουχισμού, θα εγκαθιδρυθεί στο λόγο ενός δασκάλου-μαριονέτας, που ο Λεόντιος χλευάζει.

 

00eb879bΟ παιδαγωγός μοιάζει γελοίος στα μάτια του Λεόντιου: η επιθυμία του περιχαρακώνεται από τον φοβικό γνωστικό συντηρητισμό, καθώς κινείται  περιοριστικά απέναντι στην ανατροπή και στην προσωπική κατάθεση, δηλαδή στην ανάδυση ενός σκεπτόμενου και αισθανόμενου υποκειμένου. Από την άλλη όμως ο Λεόντιος, επιχειρώντας να αποτινάξει το προσωπικό του βάρος (που αποδίδει στην «ανία»)  έρχεται να ζηλέψει αυτή την επίπλαστη ταυτότητα, μόνο και μόνο γιατί εκεί αναγνωρίζει μία επιθυμία ανώδυνη, απρόσβλητη, κοινωνικά αποδεκτή και εστιασμένη. Μα πάνω απ’ όλα πραγματοποιήσιμη. Αλλά και πάλι την ίδια στιγμή που εύχεται, μες στην απόγνωσή του, ν’ αλλάξει πρόσωπο, τοποθετώντας ως προσωπείο πάνω του ένα άλλο προσωπείο (αυτό που έχει επιλέξει ο παιδαγωγός για τον εαυτό του), ο νεαρός πρίγκιπας ανθίσταται, ασκώντας κριτική στην πάγια τακτική μίας ολόκληρης κοινωνίας, που όλες οι πράξεις της (έρωτας, γάμος, οικογένεια, σπουδές, προσευχή) ερμηνεύονται ως αποτέλεσμα «ατόφιας βαρεμάρας», ως αποτέλεσμα της παντελούς έλλειψης επιθυμίας.Κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται πεσιμιστής, αυτοκαταστροφικός, μηδενιστής, απορρίπτοντας ή καθιστώντας άλλη μία φορά αδύνατο οτιδήποτε ανθρώπινο θα μπορούσε να τον εισαγάγει σε μια πραγματικότητα εκπλήρωσης, αν όχι όλων, κάποιων τουλάχιστον από τις προσδοκίες του. «Η ζωή μου είναι ένα άσπρο χαρτί που πρέπει να γεμίσω», λέει απεγνωσμένος. «Πρέπει» όμως και όχι «θέλω». Γιατί ο Λεόντιος «πρέπει» να είναι απόλυτα δυστυχής, ώστε να μπορεί να επιβιώνει· «πρέπει» να θέτει στόχους δυσπρόσιτους και αδύνατους, κι έτσι να επιτυγχάνει μοναχικά και αυτιστικά «κατορθώματα» για να τα «επευφημεί», όταν μέσα στον πανικό της μοναξιάς του αναζητά στηρίγματα: «παγώνω!», μονολογεί, «το κεφάλι μου είναι μια άδεια αίθουσα χορού», «Μπράβο, Λεόντιε, μπράβο! Αισθάνομαι πολύ ωραία όταν επευφημώ τον εαυτό μου. Χάι, Λεόντιε! Λεόντιε!». «Πρέπει» να είναι απόλυτα δυστυχής για να είναι ευτυχής, καταστρέφοντας το προσωπικό του σύμπαν αδυσώπητα και ακυρώνοντας κάθε προσπάθεια ζωής, δημιουργίας και απόλαυσης, που θα τον φέρει αντιμέτωπο με την πραγματική επιθυμία του – γιατί εκεί θα αντιμετωπίσει το ρίσκο της αποτυχίας, της απώλειας και της ματαίωσης, που καραδοκεί πίσω από κάθε  προσπάθεια για την πλήρωσή της.

Michael cheval dream-flood-in-fairyland-h-c-andersen

Ο Λεόντιος υποφέρει από το φοβερό βάρος του θανάτου (πραγματικού ή κατασκευασμένου απ’ τον ίδιο), που πλήττει κάθε ψυχαναγκαστικό υποκείμενο. Υποφέρει από τη σχέση με τον εαυτό του, τον έρωτα, την εξουσία και τους ανθρώπους. «Βαρέθηκα πια το φως της ημέρας. Θέλω σκοτάδι. Φύγετε μακριά, φύγετε όλοι σας», φωνάζει. Κι έπειτα πάλι: «Κάνω έναν φοβερό αγώνα με το να μην κάνω τίποτα»,  «το αηδόνι της ποίησης κελαηδά ολημερίς πάνω απ’ τα κεφάλια μας, μα όλη αυτή η ομορφιά εξαφανίζεται μόλις το ξεπουπουλιάσουμε και πάρουμε τα φτερά του για να ζωγραφίσουμε ή να τα βουτήξουμε στο μελάνι και να γράψουμε». Έτσι, ο Λεόντιος θα παραμείνει καθηλωμένος σε μία παιδικότητα, όπου το μόνο πράγμα που γνωρίζει είναι να απαιτεί, χωρίς να θέλει να προσφέρει. Το μόνο που ξέρει είναι να ζητά, όχι να αγαπά.

Michael Cheval h28wz6w0Στη σκηνή με τη Ροζέτα, ο Λεόντιος-άντρας-παιδί θα καταστρέψει τον έρωτα, ζητώντας από τη Ροζέτα να τον σαγηνεύσει, «χόρεψε για μένα», για να της προσφέρει απολαυστικά ως δώρο στη συνέχεια «το νεκρό κουφάρι του έρωτά» τους. «Υποφέρω από ανία γιατί σ’ αγαπώ», «η αγάπη μας μάς κάνει να χάνουμε το χρόνο μας», «ένας έρωτας που πεθαίνει είναι πολύ πιο σαγηνευτικός από έναν έρωτα που τώρα ανθίζει», φράσεις εν είδει προσφοράς προς τη Ροζέτα, καθώς μόνο εκεί όπου δεν αναδύεται, πεθαίνει, η ερωτική του επιθυμία νιώθει ασφαλής· μόνο εκεί όπου ο ίδιος είναι επιθετικός – φέρνοντας σε αμηχανία ή και απόγνωση τον άλλον – νιώθει κυρίαρχος του παιχνιδιού. Η αυθεντική αγάπη ενέχει «αντίποινα» στον τρόπο που φαντάζεται τον έρωτα ο Λεόντιος, γι’ αυτό τίποτε «αληθινό» και «ουσιαστικό» δεν επιτρέπει να υπάρχει στο προσωπικό του σύμπαν. Κι, έτσι, ο επικείμενος γάμος του με την πριγκίπισσα Λένα – το νέο μελανό σημείο που προστίθεται στην ήδη νοσηρή πραγματικότητά του –  θα επισπεύσει την απόδραση του σε έναν κόσμο πιο  υποφερτό αλλά ανύπαρκτο: στoν κόσμο του μύθου και του εξιδανικευμένου παρελθόντος.

Απόδραση προς το αδύνατο

6a0938afΘα δραπετεύσει μαζί με τον Βαλέριοσύμβολο της αχαλίνωτης πρωτογενούς και ανόθευτης ανθρώπινης επιθυμίας, η οποία δεν έχει τραυματιστεί ή αλλοιωθεί από τις επιταγές του πολιτισμού. Η φιγούρα του Βαλέριου έρχεται να μας υπενθυμίσει όχι μόνο την ανθρώπινη φύση αλλά και τη σχέση του ανθρώπου με τη Φύση: o άνθρωπος, ως μέρος της Φύσης, δεν μπορεί παρά να λειτουργεί όχι μόνο όπως ακριβώς η ίδια αλλά και υπαγόμενος στους νόμους της. Έτσι, ο πηγαίος, αυθόρμητος, άμεσος και δυνατός λόγος του Βαλέριου, ακριβώς επειδή δεν υπόκειται στη λογική επεξεργασία που διακρίνει το λόγο του παιδαγωγού, φέρνει στην επιφάνεια  το παράλογο και ασυνείδητο κομμάτι της ανθρώπινης υπόστασης. Με ευστοχία ο Μπύχνερ, έχοντας τοποθετήσει το σώμα του Βαλέριου σε άμεση επαφή με τη Φύση (χορτάρια, λουλούδια μέλισσες),  θα εντοπίσει στην αρχή του έργου όχι μόνο την κοινή λογική που διέπει άνθρωπο και Φύση αλλά και την αποξένωση του ανθρώπου από αυτήν: «Το χορτάρι είναι τόσο όμορφο, που θα μπορούσε να ευχηθεί κανείς να είναι ταύρος, για να το καταβροχθίσει, και μετά πάλι άνθρωπος για να καταβροχθίσει τον ταύρο που καταβρόχθισε το χορτάρι», λέει ο Βαλέριος. Φράση που δημιουργεί γέλιο και σύγχυση ταυτόχρονα, φέρνοντας στο προσκήνιο το απωθημένο. Η υπενθύμιση της  διατροφικής αλυσίδας (χορτάρι, ταύρος, άνθρωπος) λειτουργεί ανάλαφρα μόνο σε πρώτο επίπεδο, προκειμένου να γίνει το όχημα για την ασυνείδητη ανθρώπινη φαντασίωση της καταβρόχθισης στο βωμό της ενσωμάτωσης των ιδιοτήτων του καταβροχθιζόμενου.

Proposal

Ο Μπύχνερ θα χρησιμοποιήσει τον Βαλέριο, απ’ την αρχή έως το τέλος του έργου, ως σύμβολο της αυθεντικής ανθρώπινης φωνής, που θα χρωματίσει όλες τις εξελικτικές διαβαθμίσεις της: την πρωτογενή λειτουργία του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης, μέσα από την απόλαυση του ποτού και του φαγητού· την άρνηση και αντίσταση στο πέρασμα από τη φροϋδική «ηδονή» στη φροϋδική  «πραγματικότητα», το πέρασμα δηλαδή από την  αποφυγή και απάρνηση του πόνου (παιδικότητα) στο συμβιβασμό και στην αποδοχή της ανθρώπινης κατάστασης (ενηλικίωση)· την παράλογη και ασυνείδητη εκφορά του λόγου, τις στερεότυπες αξίες της κοινωνικής επιτυχίας (πλούτο και εξουσία) αλλά και το φιλοσοφικό στοχασμό που συναντούμε στον προβληματισμό του μηδενισμού και του υπαρξισμού.

Έτσι, η φιγούρα του Βαλέριου είναι αφόρητα κωμική, γιατί είναι αφόρητα τραγική, έχοντας πλήρη συνείδηση της δικής της κατάστασης και, μέσω αυτής, ολόκληρης της ανθρωπότητας. Αυτοχαρακτηρίζεται, αυτοσαρκάζεται και αυτοακυρώνεται σε μια προσπάθεια να κάνει υποφερτό έναν κόσμο που ούτε μπορεί να καταλάβει ούτε μπορεί και να αντέξει.

18

Γι’ αυτό θα αναζητήσει απολύτρωση στην «τέχνη του τίποτα» και θα γίνει ηθοποιός, όπου μέσα απ’ τους ρόλους θα ανατρέπει φυσικούς νόμους και πραγματικότητα, ζώντας σε έναν κόσμο μη πραγματικό αλλά αληθινό, αναζητώντας να αγγίξει τον άγνωστό του εαυτό αλλά και πληρώνοντας το τίμημα: να χαρακτηριστεί «τρελός». «Ποιος θα ανταλλάξει τη λογική του με την τρέλα μου;», αυτοσαρκάζεται και σχολιάζει, βαδίζοντας σ’ έναν δρόμο απέραντα μοναχικό, αφού αρνείται να οικειοποιηθεί ρόλους κοινωνικά επιβεβλημένους, να υπακούσει στα προστάγματα που αγγίζουν την αγέλη, και  να αποκτήσει, τέλος, την ταυτότητά του μέσα από την καθρεφτική σχέση με τον άλλον – γνωρίζει πως είναι ψευδεπίγραφη και την αρνείται.

«Αδύνατη» φύση

 3

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, και  οι δύο, Λεόντιος και Βαλέριος, από διαφορετική ωστόσο οπτική,  θα  αναζητήσουν, με την επιστροφή στη Φύση,  την απλή βουκολική ζωή· αυτή που πάσχισαν να αναβιώσουν – αντιτιθέμενα στο μπαρόκ ύφος – τα  μέλη της Ακαδημίας της Αρκαδίας, θέλοντας να επαναφέρουν ένα φυσικό και απλούστερο ποιητικό ύφος, αυτό των κλασικών Ελλήνων και Ρωμαίων ποιητών. Οι δυο νέοι θα φύγουν για την Ιταλία, πατρίδα της Ακαδημίας της Αρκαδίας, εμπνεόμενοι από μία φανταστική συνάντησή τους με τον Πάνα, ο αυλός του οποίου ήταν το έμβλημα της Ακαδημίας,  τον ποιητή Βιργίλιο και τους ανθρώπους που ζουν ανέμελη ζωή.

b1ebd19eΕκεί ο Λεόντιος θα αναζητήσει και την ιδανική γι’ αυτόν γυναίκα, την   «απόλυτα όμορφη» και τη «χωρίς ίχνος πνευματικότητας»  – άλλωστε η Ροζέτα απορρίφθηκε γιατί ήταν σκεπτόμενη. Αντίθετα, ο Λεόντιος φαίνεται να επιθυμεί την ατόφια φύση, την επιστροφή στο πρωτογενές και ανόθευτο από οποιαδήποτε δευτερογενή διαδικασία που επιφέρει η διαμεσολάβηση της σκέψης. Ο Μπύχνερ θα σχολιάσει την ουσία της ανθρώπινης φύσης, θεωρώντας ότι δεν ανευρίσκεται με τη λογική και ότι δε βρίσκεται στη λογική, αλλά ότι αντίθετα καταστρέφεται από τη χρήση της  ή μάλλον από την υπερβολική εμπιστοσύνη που δίνουν οι άνθρωποι στην περιχαρακωμένη χρήση του ορθού λόγου. Στη σκηνή του βασιλιά Πέτρου έχει ήδη παρωδήσει το ντεκαρτιανό δόγμα «σκέφτομαι, άρα υπάρχω» και τους οπαδούς του, εμφανίζοντας ένα Πέτρο-βασιλιά-διχασμένο υποκείμενο· με σχάσεις στη σκέψη, στο λόγο και στις αντιδράσεις· με βασιλική δύναμη και εξουσία αλλά με απουσία αυτοελέγχου· με βαρύγδουπο φιλοσοφικό στοχασμό, «ο άνθρωπος πρέπει να σκέφτεται. Η ουσία του πράγματος είναι να ληφθεί υπόψη το ουσιώδες!», αλλά με παντελή έλλειψη συνείδησης για το ομιλούν υποκείμενο – «όταν μιλάω τόσο δυνατά συχνά αναρωτιέμαι για το ποιος να ’ναι τάχα αυτός που μιλάει. Ο εαυτός μου ή κάποιος άλλος; Με φοβίζει αυτό»· με την «ταυτότητα» του Πέτρου αλλά με τη συνεχή αναζήτηση καθρεφτών, προκειμένου να επαναπροσδιοριστεί μέσα στο χάσιμό του· με την ιδιότητα του παιδευμένου αλλά με την ανικανότητα της χρήσης της γνώσης. Με το προσωπείο του σκεπτόμενου υποκειμένου και με το πρόσωπο του αντικειμένου. Ο Λεόντιος όμως επιζητεί ταυτότητα, δε θέλει να είναι αντικείμενο. Κι έτσι, το άλλο σκέλος της απόδρασής του ενέχει την επιθυμία απόδρασης από την «επιθυμία» του πατέρα – από τη μία να γίνει σαν εκείνον (βασιλιάς και σκεπτόμενο αντικείμενο) και από την άλλη να παντρευτεί τη πριγκίπισσα Λένα, που του προξενεύει ο Πέτρος, συνάπτοντας έναν γάμο συμβατικό. Μαζί με τον Βαλέριο θα φύγει μακριά (ή έτσι νομίζει) από έναν κόσμο ψεύτικο και αλλοτριωμένο από τον πλούτο, τη δύναμη, την εξουσία και τον γνωστικό πιθηκισμό, για να περιπλανηθεί στη φύση, στην απλότητα και στην αυθεντικότητα, αναζητώντας τον  πραγματικό Λεόντιο.

8404f55cΟ Βαλέριος, γνωρίζοντας τις δυσκολίες, τον προειδοποιεί:  «Αυτός ο κόσμος είναι σαν κρεμμύδι· το ένα στρώμα πάνω σ’ άλλο στρώμα. Σαν μια σειρά από κουτιά το ένα μέσα στ’ άλλο, μέσα στα μεγαλύτερα μικρότερα κουτιά και στα μικρότερα το τίποτα… Συγγνώμη, πρίγκιπα, αν φιλοσοφώ… αλλά να είμαι σύμβολο της ανθρώπινης καταστάσεως». Θα αντέξει άραγε ο Λεόντιος να αντικρίσει το τρομακτικό κενό που συνιστά την ουσία και τη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης και όπου με τόσο τρόμο, όπως του υπενθυμίζει ο Βαλέριος, ο άνθρωπος ακουμπά τις χίλιες μύριες ψευδεπίγραφες κατασκευές του σε μια προσπάθεια να το καλύψει, ακόμη και να το εξαφανίσει; Η παραμάνα, συνοδός της πριγκίπισσας Λένας, θα την προειδοποιήσει επίσης: «Ο κόσμος είναι ένα μέρος κακό. Καλά θα κάνουμε  να πάψουμε να γυρεύουμε το βασιλόπουλο του παραμυθιού». Γιατί και η Λένα αντιτίθεται και επαναστατεί στην κατασκευασμένη πραγματικότητα μέσα στην οποία τής προτείνεται να ζήσει, δεν επιθυμεί να παντρευτεί τον άντρα που το συνοικέσιο των βασιλείων Πιπί-Ποπό τής έχει επιβάλει –  αναζητά, όπως ακριβώς και ο Λεόντιος, το αυθεντικό και το ανθρώπινο· αυτό που θα αγγίξει την επιθυμία της. «Πρέπει, σώνει και καλά, να καθρεφτίσω σαν λιμνούλα, στη σιωπηλή μου επιφάνεια, ό, τι κι αν σκύψει πάνω μου;», αναρωτιέται μελαγχολική, ποθώντας έναν ερωτεύσιμο και «αληθινό άντρα» στο πλαίσιο ενός απόκοσμου ρομαντισμού – ίσως το «βασιλόπουλο» που θα τη «σώσει» από τα βάσανα του κόσμου.

«Αδύνατος» έρωτας

896538a0

Ωστόσο το υποψήφιο βασιλικό ζευγάρι, αν και καταβάλλει προσπάθειες για να αποφύγει τη συνάντηση, φαίνεται ότι έχει δύο εξαιρετικές αρετές που αντιτίθενται στις «επαναστατικές» προθέσεις του: πρωτίστως είναι μεταξύ τους ταιριαστοί, δευτερευόντως κοινωνικά αναγνωρίσιμοι. Όπως και ο Λεόντιος είναι ένας άντρας-παιδί, έτσι και η Λένα είναι μία γυναίκα-παιδί, όχι μόνο εξαιτίας της κοινωνικής διάστασης που έχουν οι ερωτικές τους προσδοκίες (ο Λεόντιος αρνείται να αγαπήσει, η Λένα αναζητά να αγαπηθεί από το «βασιλόπουλο»), αλλά κυρίως γιατί και οι δυο τους, ως νέοι Αδάμ και Εύα, αναζητούν εκείνο τον χαμένο παράδεισο των πρωτοπλάστων.

8Θα συναντηθούν λοιπόν στην εξοχή. Εκεί ο Λεόντιος έντρομος θα ανακαλύψει  ότι, αν και κοντά στη φύση, είναι ανίκανος να «αισθανθεί», να «ζήσει», μέσα απ’ το δρόμο της επιστροφής προς την αρχαία μήτρα του κόσμου. Συνειδητοποιώντας και πενθώντας τον αποχωρισμό, αμήχανος δηλώνει στο Βαλέριο ότι  «πρέπει να κάνει κάτι» αντ’ αυτού, ίσως να ανακαλύψει τον κόσμο απ’ την αρχή «φιλοσοφώντας». Η επιστροφή στον πρώτιστο κακό και απορριπτέο εαυτό και η ταύτιση με το «φιλοσοφείν» του Πέτρου θεμελιώνουν εδώ γερά το φιάσκο που θα ακολουθήσει. «Πρέπει» να κάνει κάτι, αλλά και πάλι θα αποτύχει: «έχω μεγάλη διάθεση γι’ αυτό, αλλά την ίδια στιγμή που έχω μπροστά μου ζεστό το φαγητό, τότε είναι που κάνω έναν αιώνα να βρω  κατάλληλο κουτάλι. Στο μεταξύ το φαγητό έχει κρυώσει». O Λεόντιος στέκει μελαγχολικός μέσα στη Φύση και σκεπτικός απέναντι στη δική του φύση, αναγνωρίζοντας την αδυναμία απαγκίστρωσης από τον γνωστό σ’ αυτόν τρόπο θέασης του κόσμου, ενώ ο Μπύχνερ καυτηριάζει την εις το διηνεκές επανάληψη των ίδιων δομικών συμπεριφορών ως ίδιον της ανθρώπινης υπόστασης

Type = ArtScans RGB : Gamma = 1.882

Η ίδια μελαγχολική διάθεση διέπει και τη Λένα. «Ο θάνατος είναι το πιο ευλογημένο όνειρο», αποφαίνεται. «Άσε με να γίνω ο άγγελος του θανάτου», της απαντάει ο Λεόντιος, για να αποπειραθεί ο ίδιος να αυτοκτονήσει ερωτευμένος στη συνέχεια και για να σατιρίσει ο Μπύχνερ το μοτίβο του «ιπποτικού έρωτα», που ξαφνικά γεννιέται μες στους κήπους. Οι ήρωες, ψαύοντας επιπόλαια έρωτα και θάνατο, δεν είναι τίποτε άλλο από μια παρωδία ερωτευμένων, που «απρόσωποι» μελαγχολούν ή αυτοκτονούν για έναν έρωτα δίχως πρόσωπο επίσης.

cheval-2010-perfect-stranger-michael-art

Γιατί Λεόντιος και Λένα δεν είναι ερωτευμένοι μεταξύ τους· εκείνο που τους κάνει να καρδιοχτυπούν είναι ο έρωτας της ιδέας του έρωτα, αφού κανείς τους δεν υφίσταται στη μεταξύ τους σχέση – δεν έχουν όνομα, ταυτότητα, ιδιότητα, κι ούτε ενδιαφέρονται για να τα αποκτήσουν, πιστεύοντας ότι η άγνοια του Άλλου θα αποτελέσει μέσο για να  αγγίξουν τον χαμένο τους παράδεισο· όντας βέβαιοι πως έχουν επιστρέψει στην «αγνότητα» (fin’ amors)· ξεχνώντας πως το καθημερινό τους προσωπείο καλύπτεται από ένα καινούργιο τώρα: αυτό της «μη ταυτότητας» των άρτι γεννηθέντων μέσα από το χάος. Η επιστροφή στη φύση δεν είναι τίποτε άλλο από μία αποστροφή στη Φύση, από μια φάρσα που η λογική τούς έχεις στήσει, μία επιρρεπής κατασκευή στη μάταιή τους αναζήτηση να αποποιηθούν αυτό που οι άλλοι τους προτείνουν.  Αλλά χωρίς οι ίδιοι να μπορούν να αντιπροτείνουν, μια και η προσωπική ταυτότητα είναι απούσα.

Type = ArtScans RGB : Gamma = 1.882

«Αδύνατο» το πρόσωπο

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι εμφανίζονται με μάσκες στο παλάτι· δεν είναι παράδοξο το ότι ο Βαλέριος αφαιρεί από το πρόσωπό του μία σειρά από μάσκες και  συστήνει τον Λεόντιο και τη Λένα ως «μαριονέτες άντρα και γυναίκας». «Δεν είμαι σίγουρος για το ποιος είμαι», λέει απλά ο Βαλέριος, ο μόνος γνώστης της τραγικής πραγματικότητας. «Μα πρέπει να είσαι κάτι», είναι το πρόσταγμα του μπερδεμένου και αναστατωμένου βασιλιά, που δεν αντέχει ούτε την απουσία «καθρεφτών» ούτε και την καθρεφτική ρωγμή που του προσφέρει ως θέαμα ο Βαλέριος. «Αν επιμένει η Μεγαλειότητά Σας!», απαντάει. «Όμως σ’ αυτήν την περίπτωση, κύριοί μου, πρέπει να αναποδογυρίσετε όλους τους καθρέφτες, να κρύψετε τα καλογυαλισμένα σας κουμπιά και δεν πρέπει να με κοιτάτε, γιατί θα δω τον εαυτό μου καθρεφτισμένο στα μάτια σας, και τότε δε θα μπορέσω να μάθω ποιος είμαι».

cheval-2010-scrcap-circle-of-time-michael-art

Γιατί απλώς θα είμαι εσείς, μπορεί και τα κουμπιά σας… καθώς είναι ο μόνος που προσπαθεί συνειδητά να υπερνικήσει την καθρεφτοποιία και βρίσκεται πάντα μετέωρος και ανυπεράσπιστος μπροστά στο βασανιστικό υπαρξιακό ερώτημα τού «ποιος είμαι». «Αν μόνον ήξερα ποιος είμαι, ένα θέμα για το οποίο δεν μας επιτρέπεται να σκεφτούμε, είναι γεγονός, πως, αν και δεν ξέρω τι δεν ξέρω… και μια και δεν έχω την παραμικρή ιδέα του τι λέω…», παραδέχεται πλάι στα «ευπρεπή» ανδρείκελα που μόλις ενώθηκαν «συνειδητά» με τα δεσμά του γάμου, φορώντας μάσκες για να εξαπατήσουν το βασιλιά και τρέφοντας την αυταπάτη ότι δεν έχουν εξαπατηθεί οι ίδιοι.

bf862ff8

Όμως, ύστερα από το «εξαπατήθηκα!» της αποκάλυψης και αναγνώρισης των νέων,  η φάρσα ολοκληρώνεται, για να «ξαναρχίσει αύριο πάλι απ’ την αρχή», όπως ανακοινώνει στο Συμβούλιο του Κράτους ο Λεόντιος. Γιατί όλα έχουν κάνει τον κύκλο τους: η επιθυμία του βασιλιά Πέτρου εκπληρώθηκε, αν και ο Λεόντιος προσπάθησε να την ακυρώσει. Ο βασιλιάς «έπρεπε» να χαρεί, γιατί έτσι είχε «αποφασιστεί», και χάρηκε έστω και με ανδρείκελα. Έπειτα αποσύρθηκε για να σκεφτεί και να φιλοσοφήσει – να επαληθεύσει έτσι ότι «υπάρχει». Ο Λεόντιος και η Λένα συναντήθηκαν ανώνυμοι κι απρόσωποι, παντρεύτηκαν με μάσκες, αναγνωρίστηκαν μα δεν γνωρίζονται, πήραν στα χέρια τους την εξουσία, και τελικά θα γίνουν  αυτό που με τόσο ζήλο ισχυρίστηκαν πως απεχθάνονται.

cheval-2010-trojan-giclee-art-print

Το μόνο ίσως που τους σώζει είναι να χτίσουν, όπως προτείνει ο Λεόντιος, ένα θέατρο· τουλάχιστον να παίζουν συνειδητά τους ρόλους τους εκεί. Ίσως όμως και να κατασκευάσουν το παραμυθένιο τους βασίλειο, όπου θα εγκλωβίσουν με κάτοπτρα τον ήλιο και θα μετρούν το χρόνο με τα δικά τους μέτρα, ζώντας μόνο μία ηλιόλουστη και πανανθρώπινη εποχή. Γιατί ίσως Λεόντιος και Λένα να πιστεύουν πως κάποτε θα είναι ικανοί να αντικρίσουν το πρόσωπο μιας ανθρωπότητας που αρνείται να βγει απ’ το κληρονομημένο της βασίλειο, ζώντας έως τέλους το ζωοφόρο θάνατο που δέσμιοι απολαμβάνουν όσοι  επιθυμούν να αγγίξουν το αδύνατο.

Ιφιγένεια Σιαφάκα, από το πρόγραμμα της παράστασης του θεάτρου “Μαύρη Σφαίρα”

Πίνακες: Michael Cheval

http://chevalfineart.com/info/bio/

 

Tags: , , , , , ,