RSS

Category Archives: Julien Green

Julien Green, Μεσάνυχτα

Πού και πού η αδελφή της έστρεφε προς το μέρος της το μακρύ και άχαρο προφίλ που ’χε κληρονομήσει από τη μητέρα της, και το ρουθούνι της, που ανοιγόκλεινε περιφρονητικά, έμοιαζε να οσφραίνεται μια άσχημη μυρωδιά. Ξερακιανή και μαύρη σαν πελώρια μύγα, περιεργαζόταν την Ελέν μ’ ένα βαθύ και συνάμα παγερό βλέμμα που, αν ήταν δυνατόν, θα ’χε μεταμορφώσει την αδελφή της σε στήλη άλατος. Ένας φαρδύς δαντελένιος γιακάς, που είχε πλέξει με τα ίδια της τα χέρια, έπεφτε στους ώμους της τονίζοντας την ισχνάδα  τους και κολάκευε τη ματαιοδοξία της σε σημείο που να τον φορά μ’ όλα της τα φορέματα. Της πήρε τρεις ολόκληρους χειμώνες για να φέρει σε αίσιο τέλος αυτή την εξαντλητικά δύσκολη δουλειά. Σ’ αντάλλαγμα, ο κ. Λερά τη φίλεψε μ’ ένα χαρτονόμισμα των εκατό φράγκων (που εκείνη κατέθεσε στο ταμιευτήριο) και την οδήγησε στον καλύτερο οφθαλμίατρο της πόλης, γεγονός που στάθηκε το μοιραίο τέλος αυτής της ιστορίας. Ένα ζευγάρι με ατσάλινο σκελετό συμπλήρωσαν, αν μπορεί να το πει κανείς, τη φυσική ασχήμια της κοπέλας, η οποία έχυσε πικρά δάκρυα, στα κρυφά, καθώς είχε στηρίξει σ’ αυτόν το δαντελένιο γιακά όλες τις ελπίδες της να φτάσει την Ελιζαμπέτ στην ομορφιά, αν όχι να την επισκιάσει. Αυτή η δοκιμασία την έκανε κακιά, κι όπως συμβαίνει συνήθως, αυτή η κακία την ωρίμασε, την ξύπνησε, όξυνε το πνεύμα της και τη μεταμόρφωσε σε μια μικρή γυναίκα που η γλώσσα της, ανά πάσα στιγμή, είχε τον τρόπο να δηλητηριάσει μια ολόκληρη μέρα.

Julien Green, Μεσάνυχτα, σελ. 112-113, μτφρ.: Αγνή Ν. Μεταφτσή, Εξάντας 1989

Artwork: ingrid dee magidson