RSS

Daily Archives: 23/06/2014

Φραντς Κάφκα, Ο πύργος

Στον αγώνα του με τούτα τα πεισματάρικα δωματιάκια –συχνά νόμιζε ο Κ. πως ο αγώνας δινόταν με τα δωμάτια, αφού πού και πού εμφανίζονταν για μια στιγμή οι ένοικοι– ο υπηρέτης ουδέποτε υποχωρούσε. Κάποτε οι δυνάμεις του εξηντλούντο –και ποιανού δεν θα εξηντλούντο οι δυνάμεις– αλλά γρήγορα τις ανακτούσε, πηδούσε από το μικρό χειραμάξι, και στητός, με τα δόντια σφιγμένα, ξανάρχιζε την επίθεση στην πόρτα που έπρεπε να εκπορθηθεί. Συνέβαινε να ηττηθεί δύο ή τρεις φορές, και τούτο με τρόπο απλούστατο, αποκλειστικά μ’ αυτή την καταραμένη σιωπή, εντούτοις δεν είχε ακόμη ηττηθεί. Βλέποντας ότι δεν πετυχαίνει τίποτε με την κατά μέτωπον επίθεση, δοκίμαζε άλλη μέθοδο, λόγου χάρη την πανουργία, αν κατάλαβε σωστά ο Κ. Τότε φαινομενικά εγκατέλειπε την πόρτα, επιτρέποντάς της, τρόπος του λέγειν, να εξαντλήσει τη σιωπή της, έστρεφε την προσοχή του σε άλλες πόρτες, έπειτα από λίγο ξαναγυρνούσε, φώναζε και τον άλλο υπηρέτη, όλα τούτα επιδεικτικά και με θόρυβο, και άρχιζαν να στοιβάζουν φακέλους στο κατώφλι της κλειστής πόρτας, σαν να είχε αλλάξει γνώμη, και σαν να μην υπήρχε πια λόγος να πάρουν τίποτε από κείνον τον κύριο, αλλ’ αντιθέτως, κάτι να του δώσουν. Έπειτα προχωρούσε πιο κάτω, παρακολουθώντας, ωστόσο, με το μάτι την πόρτα, και όταν ο κύριος, όπως κατά κανόνα συνέβαινε, άνοιγε προσεκτικά την πόρτα για να τραβήξει τους φακέλους μέσα, με δυο τρεις πήδους έφτανε ο υπηρέτης, έχωνε το πόδι του στο άνοιγμα της πόρτας, ώστε ν’ αναγκάσει τουλάχιστον τον κύριο να διαπραγματευθεί πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του, πράγμα πολύ ικανοποιητικό. Αν ούτε και αυτή η μέθοδος απέδιδε, ή αν έκρινε πως αυτός δεν ήταν ο σωστός τρόπος για να αντιμετωπίσει κάποια πόρτα, τότε δοκίμαζε άλλη μέθοδο. Έστρεφε τότε την προσοχή του στον κύριο που διεκδικούσε τους φακέλους. Έκανε πέρα τον άλλο υπηρέτη, που εργαζόταν πάντα μηχανικά, ολότελα άχρηστος βοηθός γι’ αυτόν, και άρχιζε να μιλάει ο ίδιος πειστικά στον κύριο, ψιθυριστά, κρυφά, χώνοντας το κεφάλι του μέσα στην πόρτα, πιθανόν υποσχόμενος και διαβεβαιώνοντάς τον ότι στην επόμενη διανομή ο άλλος κύριος θα τιμωρηθεί όπως του αξίζει, και οπωσδήποτε έδειχνε κάθε τόσο κατά την πόρτα του αντιπάλου και γελούσε, όσο του επέτρεπε η κούρασή του. Πάντως, υπήρξαν και περιπτώσεις μία ή δύο που εγκατέλειψε τελείως κάθε προσπάθεια, αλλ’ ακόμη και δω πίστευε ο Κ. πως ήταν μόνο μία φαινομενική παραίτηση ή τουλάχιστον μια παραίτηση δικαιολογημένη, γιατί προχωρούσε ήρεμα παρακάτω και δίχως να κοιτάζει γύρω, κατάπινε τη φασαρία του κυρίου που αδικήθηκε, και μόνο επειδή πού και πού έκλεινε τα μάτια του περισσότερη ώρα,  καταλάβαινες πόσο οδυνηρή του ήταν η φασαρία. Έπειτα όμως σιγά σιγά ο κύριος ησύχαζε, και ακριβώς όπως το ασταμάτητο κλάμα ενός παιδιού γυρνάει σιγά σιγά σε ολοένα αραιότερα αναφιλητά, έτσι γινόταν και με τις φωνές∙ ωστόσο, ακόμη και όταν έπειτα από τούτο ξαναγινόταν απόλυτη ησυχία, πότε πότε, ακουγόταν μια ξεκομμένη φωνή ή ένα γοργό ανοιγοκλείσιμο εκείνης της πόρτας.

Φραντς Κάφκα, Ο πύργος, μτφρ.: Αλέξανδρος Κοτζιάς, σελ. 324-325, Εκδόσεις Κέδρος, 1995

.

.