RSS

Daily Archives: 30/06/2014

Ανν Σέξτον, Η μπαλάντα του μοναχικού αυνανιστή

.

Το τέλος μιας σχέσης είναι πάντα θάνατος.
Αυτή είναι το εργαστήρι μου. Μάτι πανούργο
έξω απ’ τη φυλή του εαυτού μου η ανάσα μου
σε βρίσκει άφαντο. Τρέμω
αυτούς που κοντοστέκονται. Είμαι φαγωμένη.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.


Δάχτυλο το δάχτυλο, τώρα είναι δική μου.
Δεν είναι πολύ μακριά. Είναι η συμπλοκή μου.
Τη χτυπώ σαν κουδούνι. Ξαπλώνω στην
κρεβατοκάμαρα όπου συνήθιζες να την ιππεύεις.
Με πήρες δάνειο επάνω στο εμπριμέ κάλυμμα.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.

.


Αγάπη μου, πάρε για παράδειγμα αυτό το βράδυ,
που κάθε ζευγάρι ξεχωριστά συνενώνει
μ’ ένα συντονισμένο αναποδογύρισμα, χαμηλά, ψηλά,
την πλούσια δυάδα επάνω σε σφουγγάρια και φτερά,
γονατίζοντας και σπρώχνοντας, κεφάλι το κεφάλι.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.


Δραπετεύω από το κορμί μου έτσι,
θαύμα ενοχλητικό. Θα μπορούσα να
μοστράρω την πραμάτεια των ονείρων;
Σκορπίζομαι. Σταυρώνω.
Δαμασκηνάκι μου  είναι αυτό που είπες.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.

.

.

Έπειτα ήρθε η μαυρομάτα αντίζηλός μου.
Η κυρία των υδάτων, αναδυόμενη στην παραλία,
ένα πιάνο στις άκρες των δαχτύλων της, ντροπή
στα χείλη της και ένας λόγος φλάουτο.
Κι εγώ ήμουν η στραβοπόδαρη σκούπα.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.


Σε πήρε με τον τρόπο που παίρνει μια γυναίκα
ένα φόρεμα απ’ το ράφι σε τιμή ευκαιρίας
κι έσπασα με τον τρόπο που σπάει μια πέτρα.
Επιστρέφω την ψαροβελόνα σου και τα βιβλία.
Η εφημερίδα σήμερα γράφει πως νυμφεύεσαι.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.

Αγόρια και κορίτσια απόψε γίνονται ένα.
Ξεκουμπώνουν μπλούζες. Ανοίγουν φερμουάρ.
Βγάζουν παπούτσια. Το φως σβήνουν.
Τα πλάσματα που τρεμολάμπουν είναι γεμάτα ψέματα.
Αλληλοτρώγονται. Είναι παραφαγωμένα.
Μονάχη το βράδυ παντρεύομαι το κρεβάτι.

.

.

Ανν Σέξτον, από τη συλλογή Ερωτικά ποιήματα,  Η μπαλάντα του μοναχικού αυνανιστή,σελ. 61-62, Μτφρ.: Eυτυχία Παναγιώτου, Εκδόσεις Μελάνι, 2010

.

.

 

Οκτάβιο Παζ, Πέτρα του ήλιου

 (…)

Βαδίζω μέσα σε στοές ήχων, σε παρουσίες πλέω ηχηρές, σαν τον τυφλό περνώ απ’ τις διαφάνειες ένας κατοπτρισμός με σβήνει, γεννιέμαι σ’ έναν άλλον ω δάσος από μαγικές κολόνες, κάτω απ’ τα τόξα του φωτός εισβάλλω στους διαδρόμους του διάφανου φθινόπωρου,

μπαίνω στο σώμα σου όπως στον κόσμο η κοιλιά σου ηλιόλουστη πλατεία τα στήθη σου δυο εκκλησιές που λειτουργεί το αίμα τα παράλληλα μυστήριά του, σαν τον κισσό τα βλέμματά μου σε σκεπάζουν, Είσαι μια πολιορκημένη πόλη απ’ τη θάλασσα, μια ντάπια που το φως έχει χωρίσει σε δυο μισά, ροδακινιά στο χρώμα, μιαν αλυκή, πουλιά και βράχια το μεσημέρι εκστατικά τα πάντα διέπει,

.

.

ντυμένη με το χρώμα της επιθυμίας μου γυμνή γυρνάς καθώς η σκέψη μου, ταξιδεύω στα μάτια σου σαν μέσα στο νερό, οι τίγρεις πίνουν όνειρο μέσα σ’ αυτά τα μάτια το κολιμπρί καίγεται μέσα σ’ αυτές τις φλόγες, στο μέτωπό σου περπατώ σαν το φεγγάρι, όπως το σύννεφο στο λογισμό σου, πηγαίνω στην κοιλιά σου όπως στα όνειρά σου,

η φούστα σου από αραποσίτι κυματίζει και τραγουδάει, η φούστα σου από κρύσταλλο, η φούστα σου η νερένια τα χείλη, τα μαλλιά, τα βλέμματά σου, όλη τη νύχτα βρέχεις, όλη τη μέρα μου ανοίγεις το στήθος με τα νερένια σου δάχτυλα, κλείνεις τα μάτια μου με το νερένιο σου στόμα, βρέχεις στα κοκαλά μου, ρίχνει στο στήθος μου ρίζες νερού ένα δέντρο υγρό,

.

.

ταξιδεύω στη μέση σου σαν σε ποτάμι, πηγαίνω στο σώμα σου σαν σ’ ένα δάσος, όπως σε μονοπάτι του βουνού που απολήγει σ’ απόκρημνο χάσμα, περπατώ στους σφοδρούς λογισμούς σου και στου λευκού μετώπου σου την έξοδο η γκρεμισμένη σκιά μου κομματιάζεται μαζεύω τα κομμάτια μου ένα ένα και δίχως σώμα προχωρώ, ψάχνω ψηλαφώντας

(…)

Οκτάβιο Παζ, Η πέτρα του ήλιου και άλλα ποιήματα, Πέτρα του ήλιου, σελ. 54-55, μτφρ.: Τάσος Δενέγρης, Εκδόσεις Ίκαρος, 1993

Photo: Roberto Girardi, 1η και 3η

 

Joyce Mansour από τις «Κραυγές»

 

.

Άσε με να σ’ αγαπώ
αγαπώ τη γεύση απ’ το παχύ σου αίμα
το κρατώ καιρό μέσα στο δίχως δόντια στόμα μου
η πυράδα του μου καίει το λαρύγγι
αγαπώ τον ιδρώτα σου
μ’ αρέσει να χαϊδεύω τις μασχάλες σου
περίρρυτες από χαρά
άσε με να σ’ αγαπώ
άσε με να γλείφω τα κλειστά σου μάτια
άσε με να τα τρυπήσω με τη σουβλερή μου γλώσσα
και τη γούβα τους να γεμίσω με το θριαμβευτικό μου
σάλιο
άσε με να σε τυφλώσω.

Joyce Mansour, Κραυγές, Σπαράγματα, Όρνια, Μτφρ.: Έκτωρ Κακναβάτος, Εκδόσεις Άγρα

Photo: Ferdinando Scianna

.

.