RSS

Daily Archives: 28/12/2012

Image

Γιάννης Ρίτσος, Χρυσόθεμις (απόσπασμα)

Γιάννης Ρίτσος, Χρυσόθεμις (απόσπασμα)

Αργά το απόγευμα, χειμώνα – καλοκαίρι, στον κήπο, ή εδώ στο παράθυρο, κάτω
απ’ την επίδραση του αποσπερίτη, ανέβαζα τ’ αριστερό μου χέρι
ν’ αγγίξω τα χείλη μου, αργά, προσεχτικά, αφηρημένα, γύρω – γύρω,
σα να ’ταν να βοηθήσω στο σχηματισμό μιας άγνωστης λέξης ή σα να ’ταν
να στείλω κάπου ένα φιλί αναβλημένο.
Κείνα τα χρόνια,
πολλές φορές, σεργιανώντας μονάχη στον κήπο, μου ’χε τύχει
να ’ρχεται αθόρυβα πίσω απ’ τη ράχη μου η σελήνη, και ξάφνου
να μου σκεπάζει με τις δυο παλάμες της τα μάτια. «Ποιος είμαι;» ρωτούσε.
«Δεν ξέρω, δεν ξέρω», αποκρινόμουν για να με ξαναρωτήσει.Εκείνη δε ρωτούσε πια. Χαλάρωνε τα δάχτυλα της. Έστρεφα πίσω.
Οι δυο μας, πρόσωπο με πρόσωπο. Το δροσερό μάγουλό της
πάνω στο μάγουλό μου — κι όλο το χαμόγελό της — της το άρπαζα κ’ έτρεχα
με κυνηγούσε ολόγυρα στο σιντριβάνι.
Κάποια νύχτα
μ’ έπιασε επ’ αυτοφώρω η μητέρα: («Με ποιον κουβεντιάζεις;».
«Κυνηγούσα τη γάτα μη φάει τα χρυσόψαρα», αποκρίθηκα. «Ανόητη»,
είπε η μητέρα («δεν εννοείς να μεγαλώσεις». Κείνη τη στιγμή,
όντως ή γάτα τρίφτηκε στα πόδια μου. Ένα μεγάλο χρυσόψαρο
τινάχτηκε έξω από το σιντριβάνι. Το άρπαξε η γάτα
και κρύφτηκε μες στις τριανταφυλλιές. Φώναξα. Την κυνήγησα —
(τρόμαξα μη μου φάει τόνα χέρι τής σελήνης) — κ’ ή μητέρα με πίστεψε.Έτσι γίνεται πάντοτε. Δεν ξέρουμε πια πώς να φερθούμε,
πώς να μιλήσουμε, σε ποιον, και τι να πούμε. Μένουμε μόνοι
με αφανείς δυσκολίες, σε αφανείς πολέμους, χωρίς νίκη ούτε ήττα,
με πλήθος αφανείς εχθρούς ή, μάλλον, εχθρότητες. Ωστόσο
και με πολλούς συμμάχους —αφανείς κι αυτούς— καθώς η σελήνη
του παλιού κήπου, καθώς το χρυσόψαρο ή ακόμη κ’ η γάτα.

Πίνακας: Andrew Wyeth

———————————————————–

 

Tags: , , ,

Image

Mεταlipsi (απόσπασμα)

Beksinski-x67

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ, 1η εκδοχή

προδημοσίευση

1.

Και η νύχtα κρημνίζεται έξω
                                                       απ’ το παράthυρο
με τον ήχο από εθελούσιες ψιχάlες ν’ αlυχτούν σε
δρώmενα σκουριάς πάνω στα κάγκeλα του μικρού
μου φτωχικού αιΩνα στο μπαλκόnι ΟρθώNομαι από
τρόmο όrαmα κοιμισmένο σε πάπλomα ανάσκελα
Χωρίς ν’ ακούω παrά μόνοn enαν απόηχο από σenα
Που Sυnορεύεις εκρηκτικά ενύπνια σε πράγματα,
πράξεις, εξαγγελίες, ραμφίσματα αρχαγγέλων,
συλlήψεις ηρωικές, αναρροfήσεις έρωtα Άσfαχτου
ακόμη από τον ηδοnικό νικέlινο σπασμό Εnός φιlιού
Που μ’ αrαβουργήματα                                        η Μνήμη
τη γλώσσα κεντimένη
πλημμυρίζει Όρthια                                              σε Στύση
Εκμαυλισmένη μες στην κόpωση                              Από
τους μώλopes μιας θείας κοιnonίας:
Πάνω σε κείνο ακριβώς το                                         lάvετε fάgετε
εντοπίστηκε η ατυχής εκpυρσοκρότηση
                                                                                         Sarkiων
 Και στο επ’ ώμου ντραπήκαμε οικτρά
για τα                                            ωμά τα ερωτικά
                                                τα
                                                      κremaσμένα
                                                      απ’ τη Lαvίδα
                                                      του ιερeως
 
Beksinski-x126
 
Κι εκείνος μας λυπήthηκε
Κι απελπισμένος κραύγαζε:
Θεοί και Δαίμονες
προσέλθετε εις τον Οίκοn                  του Κυρίου
με απλότητα και με τις μαυροφορεμένες
hήρες σας παρέα και τους κουτσουrεμένους σας
παtέρες στα δεκαnίκια της απόlαυσης μιας άπνοιας
ερώtων Και με τα ψόφια αρseνικά ή θiliκά ή
κι ερμαφrόdita Που τρίβουν της οιμωγής τους το
δοξάρι Κenτρίζοντας τη μέLισσα Που δεν περna
η μέLισσα έτσι όπως τρέhουνε
τα αιχμάλota mελλούμena
στο χαlασmeno σpόri του κaυlού σας
 
Ή…
(βροnτοφώναξε τόσο που ευνουχίστηκε
η χορδή  τσιρίζοντας εξέγερση)
 
Ε ά ν  δen σας βαρenει ο δρόmος σας
Σύρτε με χαlινό οικόsιτο ως εδώ
τους νιόβγαλτους βλαστούς σας:
τα όσα Lιμασμένα από                  θηlή βλeμμα
κι από τη hειραγώγηση                 ενός χαδιού
σπαργανωμένου                            με φωnήεν
σε αρχέγονα                                   ερυθήματα
Θα ψάllω εγώ για την                                        ανάπαυση
Κι εμείς γυρίσαμε                           το βλemμα
ένα γύρω                      έτσι
 
                                                    αποκολληmένοι
                            απ’ τα δικά
                                       μας
                                                                                    σ  οmα  ta
και στρεβλωμένοι
                                       εκτός των       Όπως
       ανάλαφρες
                                                            μεμβράνες
                                                 ο ένας μες στον άλλον
 
 
BEKSINSKI_3_by_Zdzislaw_Beksinski_2000-05
 
 
Kι αναμασούσαμε εκστατικά μια χρυσοπράσινη παράνοια 
στην άκρη της                                                             Lαvίδας
Έτσι ρέαμε φως                                                     ανάμεσά μας
γιατί κανείς μας δεν μιλούσε
καμιά γλώσσα γνωστή στην Οικουmένη
Μόνον βουβοί στeργαμε να φλυαρούμε για τα
παλιά μας χρόνια Που σ’ έρημους πλέον μαχαλάδες
διαλαλούσαν αλαλαγμούς παράφορους για μιαν
ασβεστωmένη ήττα επάνω σε πατίνια Πρόθυμη να
εκτιναχθεί σε λίγο από σμπαραλιασμένα γόνατα
Θρυψαλιασμένους αστραγάλους
Στο εύθραυστο να γράψει σε πλάκα ιωδίου
 
«διά το filoνiκείν εις τα οστά των»
 
Που σε ελεύθερη μετάφραση εμβρυακών ασμάτων
σημαίνει πως τούτη η εύτολμη αθωότητα
των παιδικών κραυγών Που κλαυθμηρίζανε
τις μοίρες στα πλακόστρωτα Δeν ήταν
τίpοτε άλλο παρά η άτεγκτη
υπενθύμιση του ήλιου
πως η φαιά ουσία
αρμέγεται νωπή  
στον τοκετό
των οδυνών
μέσα στην
κούφια
σύριγγα
του
Α
Ν
Θ
Ρ
                    0
                                                          p
                                                                                     0
Υ
 
Beksinski-x123
 

Πίνακες: Beksinski

———————————————————————————————————————————

 

Tags: ,