IV.
Επικίνδυνη
ως την καταστροφή
είμαι αυτή που έφερε ως την ψυχή
για καθρέφτη το χάσμα.
Από τη συλλογή Στην τακτική του πάθους, 1982, Ανθολογία Ανέστη Ευαγγέλου, Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, Εκδόσεις Παρατηρητής, 1994
Πίνακας: Dan McCaw
Στην Επίδαυρο ένα βράδυ
έβαλε τα χέρια της και ήπια νερό
πολύ καιρό μετά στις μέρες της ανυδρίας
ον τρόπον επιποθεί η έλαφος
επί τας πηγάς των υδάτων
η λεπτομέρεια αύτη με τυράννησε
Από τη συλλογή Κλειστή θάλασσα, 1979, Ανθολογία Ανέστη Ευαγγέλου, Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, Εκδόσεις Παρατηρητής 1994
Πίνακας: Teun Hocks
.
.
Η ιστορία (στα βαθιά) 3
Ακούστηκε ο ήχος ενός κουδουνιού. Έμεινε λίγο να δονείται στον αέρα κι ύστερα, δοκιμάζοντας συχνότητες, συμπυκνώθηκε σε περίπου ανθρώπινο σχήμα.
«Καλώς ήρθατε», είπε ο θυρωρός θαμπά. Η φωνή του ήταν λίγο φθαρμένη στο α. Δεν είχε προσαρμοστεί στη διαφορετική αντίληψη του χώρου και κάθε τόσο, έχανε τελείως το περίγραμμά του. Μετά, συγκεντρωνόταν πάλι, με προσπάθεια. Μετακινήθηκα πέντε μπροστά λεπτά και πάτησα ένα ερυθρό εραλδικό ζωόφυτο. Αμέσως, από το ναδίρ, ανέβηκε λαχανιασμένα ένα παιδικό τραγουδάκι σε παράξενη κλίμακα: «Η μικρή Ελένη / κάθεται και κλαίει / γιατί δεν την παίζουνε / οι φιλενάδες της./ Σήκω επάνω / τον ήλιο κοίτα / τα μάτια κλείσε / κι αποχαιρέτησε».
Η φωνή ήταν της γιαγιάς μου, εννέα χρονών.
«Εννέα χρονών και μου χαρίσαν τα σκουλαρίκια με το σμαραγδάκι. Μου τρύπησαν τ’ αυτιά. Ανοίγαν οι τρύπες αργά, μέχρι να εξαφανιστούνε όλα μέσα τους.─»
Παρεμβολή / οι ήχοι:
Το ισοκράτημα ισόβια
Στον άλλο κόσμο.
Οξύ βιολιού
Από τ’ αρχαία ερτζιανά
Στου πατέρα την έρημο.
Μικρά πνευστά ψυχής
Που εξαερώνονται.
Τρίξιμο, ξέσκισμα
Αναστεναγμός βαμβακερός,
Τσόχινος βήχας.
Το αθέατο χρονόμετρο
Εδώ και χρόνια.
Φωνή πουλιού, βουή θεού.
Ρήγματα άηχα παντού
Στους τοίχους.
Παυλίνα Παμπούδη, Τα Τιμαλφή, εκδ. Ροές 2007
Από την ενότητα: Ιστορία μιας ώρας σε πτυσσόμενο χρόνο(1993)
Πίνακας: Loreta Lux
.
.
Πλύνε τα χέρια σου
καθάρισε το πρόσωπό σου από τα μέσα δάκρυα
δεν ήταν ο έρωτάς σου έρωτας του στρατιώτη
με την πόρνη και οι συμβατικοί ασπασμοί
των συζύγων στο κατώφλι –
απόγευμα ήρεμο σαν ποταμόπλοιο
φόρεσε το άσπρο σου πουκάμισο που δεν βουλιάζει
μήτε στα μαύρα μεσάνυχτα, σημαία της αυγής
σημαία των φιλιών – όχι του παραδομού.
Από τη συλλογή Άλογα στον ιππόδρομο, 1973, Ανθολογία Ανέστη Ευαγγέλου, Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, Εκδόσεις Παρατηρητής, 1994
Πίνακας: Bernard Verkaaik
.
.
.
Έχουν δική τους μοίρα τα σκυλιά
δικό τους πρόσωπο Θεού λατρεύουν
δικό τους αγναντεύουν ουρανό
δίνουν δικό τους ορισμό για τους ανθρώπους
Κρατούν τη μνήμη του
κατακλυσμού
το ρίγος για μιαν άγνωστη πατρίδα
ψάχνουν το δάσος κάτω από την πόλη
θέλουν να ξεψυχήσουν σ’ άλλους τόπους
Κάποτε μες στον ύπνο των σκυλιών
θρηνούν οι λύκοι
σαλεύει ο φόβος τα βαριά κλαδιά του
φίδι σφυρίζει η πείνα την οργή της
Ακούν στα βάθη την παλιά οιμωγή
της ερημιάς τον προσκλητήριο θρήνο
δαγκώνουν την αόρατη αλυσίδα
κόκκινο φως τα μάτια τους τυφλώνει
θυμούνται φλόγες και
ξεριζωμό
ξυπνά το αγρίμι μέσα τους
και κλαίει
Από τη συλλογή Ο ληξίαρχος, 1989, Ανθολογία Ανέστη Ευαγγέλου, Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, Εκδόσεις Παρατηρητής, 1994
Πίνακας: Matthew Pasquarello
.
.