RSS

Daily Archives: 15/07/2014

Iωάννα Μουσελιμίδου, Ταξίδι

.

Ταξιδεύω
στην αστερόεσσα ακτή του ονόματός σου
μαχαιρώνοντας την κρούστα του θανάτου.


Δεν ποθώ παρά να πληγώνω
τη σάρκα της μνήμης
με κοφτερές δαντέλες ποιημάτων.


Να στροβιλίζομαι στην άλω της σελήνης
και τις θύελλες της θάλασσας.
Να ψυχανεμίζομαι την άβυσσο.

Πίνακας: Bo Bartlett

Iωάννα Μουσελιμίδου, Ανοίκειος νόστος, Ταξίδι, σελ. 29, Εκδόσεις Ιολκός, 2011

.

.

 

Βερονίκη Δαλακούρα, Διήγηση εστέτ

.

.

Δεν δίστασα: «Αγαπημένη» έγραψα, «πάνω μου βρίζεις την όπερα, βλαστημάς τη συμπαγή μουσική». Κείνη τότε μου ταχυδρόμησε λουλούδια και σαν δεύτερη απάντηση τα δάκτυλά της. Πόσο απελπίστηκα! Oι γονείς εδέροντο, η μαμά άνοιξε έναν κομψό λάκκο ικετεύοντας τα δέντρα του όρους Αγάπη-Αγάπη που πέταξαν.

Κάποτε εγκατέλειψε την επιστήμη. Και περνώντας τους μήνες διαβάζοντας Δάντη πυροβόλησε όλους τους κλασικούς. Φίλοι της Χριστιανοί τότε την έβαλαν να ερωτευθεί τους συγγραφείς της παρακμής. Κι έπειτα, σχίζοντας ανοιχτόθωρα τον κόσμο, κατέστρωσαν τα εγκλήματα του αιώνος αποκαλύπτοντας στο κορίτσι μου αν όχι τα μυστήρια – τουλάχιστον το φόβο.

Βασίλη Βασιλικού, Η ελληνική ποίηση, Βερονίκη Δαλακούρα, Διήγηση εστέτ 

.

.

 

Γιάννης Βαρβέρης, Φτερούγα τεράστια πάνω στο σεντόνι


Φτερούγα τεράστια πάνω στο σεντόνι
μα εγώ πού να πάω
γελοία φτερούγα
σα φιλική γροθιά του Αμερικάνου
στα φιλμς.


Φτερούγα τεράστια πάνω στο σεντόνι
τρελή πιρόγα σκίζει το ποτάμι
σκάζοντας μύτη ο αλιγάτορας
ύστερα πάλι λείο ποτάμι
Ύστερα πάλι στρογγυλό τ’ αυγό πουλιού
που ζέστανε η φτερούγα
σαν να μην έσπασε ποτέ
σαν να μη βγήκα
μυωπική στρουθοκάμηλος.


Έλεγες: όταν οι νέγροι πίνουν
χαλκός αχός θ’ ακούγεται.
Κι όταν γευόσουνα της μαμάς
νοστιμότατες μπάμιες
το σπέρμα μου θυμόσουνα.


Φτερούγα τεράστια πάνω στο σεντόνι
μα εγώ πού να πάω
με τις παντόφλες να γελάνε
και με μια φέτα κρύο καρπούζι να γελάει σα στόμα
να την καταβροχθίζω αυτή τη φέτα
όπως μικρός σε λύπη
έπαιζα φάλτσο φυσαρμόνικα.

Πίνακας: Andrea Kemp

Βασίλη Βασιλικού, Η ελληνική ποίηση, Γιάννης Βαρβέρης, Φτερούγα τεράστια πάνω στο σεντόνι

.

.

 

Βερονίκη Δαλακούρα, Η υπερβολική αισθητική

Πράγματι απορώ. Γιατί όλοι θέλουν να παίζουν με το μικρό μου στήθος; Oποτεδήποτε συναντώ κάποιον – το μαντεύω: το χέρι κατ’ αρχήν στο ύφασμα κατόπιν σίγουρα στις δύο ρόγες τις οποίες στριφογυρίζει διαδοχικά. Και γιατί όλα αυτά; Προς τι εγώ να πονώ και πολλές φορές να καυλώνω; H όποια μουσική θα προσέφερε υψηλότερη και δεν αποκλείεται καλύτερης ποιότητος ηδονή. Σχεδόν πάντα λοιπόν βρίσκομαι θύμα αυτών των αφελών τάχα κινήσεων και δεν εξαιρούνται ούτε τα θηλυκά από τις εμπειρίες μου. Όμως το σώμα κείνου που αγάπησα παραμένει η πιο εναργής μου φαντασία. Είχε στους μηρούς μαύρες στιλπνές τρίχες και ξαπλωμένος ανάσκελα επιθυμούσε να μου πονέση το στήθος. Αρνήθηκα κι εκείνος ακινητοποιώντας τους καρπούς έβαλε ολόκληρο τον αριστερό μαστό στο στόμα του.

Ήθελε αλήθεια να τον καταπιή γιατί σε κάποιο σημείο της επώδυνης ηδονής μου αισθάνθηκα τα δόντια του στην ευαίσθητη επιφάνεια.  Ήρθε τότε η κοινή ανάμνηση από τον πίνακα του μεσαιωνικού νέου, η Ναυσικά που κοίταζε τον εραστή της να φεύγει, αφού πρώτα ετοποθέτησε τα μάτια στα γόνατά της, και ο ίδιος πάλι ξαναγεννημένος ζωγράφος την αναγέννηση να συνευρίσκευται κατ’ όναρ –νεκρός πλέον– με τη φίλη μου. Τι μουσικές τι πείνα τις εποχές των γαϊδάρων – ποτέ δεν τρόμαξα τις αργές δεισιδαιμονίες γιατί εκείνοι σκάβοντας τον πιο μικρό λάκκο υποσχέθηκαν τον έσχατο έρωτα. Μόνο έκοψα τα δάχτυλα να τιμωρήσω την ασπλαχνία τους. Φαντάσματα τότε ζητούσαν να πιουν το γάλα από το στήθος μου. Αναστέναζαν μες απ’ τον ήχο της Τζιοκόντας και όταν ο Ποντσιέλλι ταράχτηκε έδωσαν τις ψυχές τους στον δαίμονα διπλά πικραμένοι από το παιχνίδι.

Βασίλη Βασιλικού, Η ελληνική ποίηση, Βερονίκη Δαλακούρα, Η υπερβολική αισθητική, Εκδόσεις Ντουντούμης.

Πίνακας: Albert Greving

.

.