RSS

Daily Archives: 09/04/2021

Αγγελική Πεχλιβάνη, Όνειρο 23 (Ελβετία)

Περπατώ σε μια τεράστια παγωμένη λιμναία επιφάνεια. Μου αρέσουν ο πάγος και οι λίμνες, αν και προτιμώ την πλάνη του αβαρούς χιονιού. Τη στιγμή που αποβάλω τον φόβο μου και περπατώ γρήγορα, όπως σαν να σε συναντούσα, η κρούστα του πάγου σπάει και βρίσκομαι μέσα στα παγωμένα νερά της λίμνης, που μου διαφεύγει το όνομά της (βρίσκομαι βορείως της Ελβετίας, κοντά στη Βασιλεία). Πιθανώς πεθαίνω αμέσως από τον φόβο ή το κρύο. Μπορεί και όχι, μπορεί να αγωνίζομαι μάταια για 2-3 λεπτά, πού να θυμάμαι τώρα… Θυμάμαι όμως ότι όλα κινούνται αργά, το φυτοπλαγκτόν, το φώσφορο και οι ενώσεις του αζώτου. Ακόμα και το σερβίς του Φέντερερ* είναι τόσο αργό που το αποκρούω επιτυχώς, επευφημούμενη από φίλους του αθλήματος που με παρακολουθούν από τη Νήσο των Νεκρών του Άρνολντ Μπέκλιν. Καθώς βυθίζομαι, και το κρύο δυναμώνει, καθώς το φως λιγοστεύει, και πλέον γνωρίζω ότι είμαι νεκρή το δίχως άλλο, σκέφτομαι το Μωρίας Εγκώμιον του Εράσμου και το πόσο ηλίθια ήμουν που άφησα έναν θάνατο ό,τι να’ ναι αλλά ζεστό και γελαστό, κάτω από τον αττικό ουρανό, για να τον βρω εδώ, στα παγωμένα νερά της προτεσταντικής κανονικότητας.

* Ο Φέντερερ, καθώς και ο συμβολιστής ζωγράφος Μπέκλιν είναι Ελβετοί από τη Βασιλεία. Ο δε Έρασμος, το μεγαλύτερο μέρος του βίου του, δίδασκε στη γερμανόφωνη αυτή πόλη.

Πίνακας: Arnold Böcklin

 

Jürgen Buchmann, Γραμματική των γλωσσών της Βαβέλ

ΧΧΙ

«Οι κάτοικοι αυτής της περιφέρειας είναι όλοι άπιστοι και ειδωλολάτρες», διαβεβαίωνε ο διερμηνέας μου, «επειδή η γλώσσα μας κατονομάζει τα πράγματα, όπως τα δημιούργησε ο Θεός.· εκείνη τα ανακατεύει όμως όλα όπως ο διάβολος, και όσα κομματιάζει, τα επικολλά λανθασμένα. Νέος είχα προσπαθήσει να τη μάθω. Έδειχνα ένα ρόδο μέσα στο οποίο μόλις είχε γλιστρήσει μια μέλισσα, και μου εξηγούσαν τη λέξη για το ρόδο. Όταν τη χρησιμοποίησα κι εγώ λίγο αργότερα, μου την απέρριψαν γελώντας και μου ανέφεραν μιαν άλλη. Σκέφτηκα θα με είχαν παρανοήσει, και η πρώτη λέξη θα χαρακτήριζε περισσότερο μια μέλισσα. Άλλα μόλις τη χρησιμοποίησα με αυτήν τη σημασία, με διόρθωσαν ξεσπώντας πάλι σε γέλια και επανέλαβαν στη θέση της τη λέξη που είχα μάθει πριν για το ρόδο, έτσι που πίστεψα πραγματικά ότι μου έκαναν φάρσα. Στο τέλος κατάλαβα ότι μέλισσα και ρόδο γι’ αυτούς είναι ένα και μοναδικό πράγμα που μπορεί να παίρνει διαφορετικές μορφές, όπως το νερό που εμφανίζεται πότε ως υγρό πότε ως πάγος ή ατμός. Έτσι, μια λέξη σημαίνει τη μέλισσα μαζί με το άνθος που έχει αναζητήσει η μέλισσα, και μια άλλη την κατάσταση στην οποία τα δύο χωρίζονται· αυτή η λέξη χαρακτηρίζει τόσο το άνθος όσο και τη μέλισσα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η γλώσσα ανακατεύει τα πιο απλά πράγματα και αναποδογυρίζει, μέσα σε μια λέξη, ολόκληρο τον κόσμο»

Jürgen Buchmann, Γραμματική των γλωσσών της Βαβέλ, μτφρ. Σταμπουλού Γρ. Συμεών, Gutenberg, 2019 Πίνακας: Henri Matisse

 

Μέλπω Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε Μαρία;

Όταν ήταν παιδί κι εζούσε ακόμα με τους γονιούς της στην επαρχία, επλημμύρισε κάποτε η συνοικία τους, επειδή το μέρος εκείνο ήταν πολύ κατηφορικό. Αντίκρυ τους κατοικούσε σ’ ένα μικρό σπιτάκι μια μεγάλη οικογένεια φτωχιά, όπως είναι όλες σχεδόν οι οικογένειες στην επαρχία, μεγάλες και φτωχές. Αμέσως ύστερα απ’ το μεσημέρι, όσο που προχωρούσε δηλαδή η μέρα, τα νερά στοιβαζόντανε στην κατρακύλα κι επεριζώνανε το σπιτάκι, και οι άνθρωποί του τότε, πάρα πολύ τρομαγμένοι, αλλά καθόλου δε μιλούσανε, αρχίνισαν να φράζουνε την κάθε τρύπα στην αρχή με κουρέλια, ύστερα που δε σώνανε πια τα κουρέλια, επειδής ανέβαινε ώρα την ώρα χοχλακιστό το νερό, εμπουντελιάζανε τον τοίχο από μέσα μ’ ό,τι βρισκότανε στο σπίτι, για να αντέξει ο τοίχος, και λοιπόν, αφού τονέ υποστηρίξανε με κάθε λογής παλιοκασόνια και πραμάτεια, ώσπου δεν έφτανε άλλο το ανάστημα του ανθρώπου πιο ψηλά μαζευτήκανε καταμεσής στην κάμαρα τα παιδιά, και η μάνα τους, και η μάνα του πατέρα τους, η γριά, και τέλος πάντω εμαζεύτηκε ό,τι πράμα που ανέσαινε μες στο σπίτι, κι ετρέμανε, κι εκαρτερούσανε, κι εμουρμουρίζανε ανάμεσά τους «άραγες θ’ αντέξει ο τοίχος;» […]

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Tέλος πάντω ο Γιώργης καμιά φορά έφτασε την πόρτα του. Δεν εχρειάστηκε μεγάλη δύναμη, επειδή τα συθέμελά της είχανε τρανταχτεί, και ο Γιώργης την άνοιξε, κι εμπήκανε μέσα μαζί με το Γιώργη οι κεραυνοί και τα ψοφίμια και μια λάσπη παχιά σαν να ’τανε θαρρείς το σπίτι χέρσο χωράφι κι ήρθε να το κοπρίσει η κοπριά, και μια εγινότανε φως μεγάλο από ξαιτίας τ’ αστροπελέκια, μια εγινόντανε σκότος, κι εγάβγιζε και ο σκύλος ο Μούργος ξεκρεμασμένος δίπλα στο ταβάνι απάνω στο κλουβί του φαγιού, κι όλα τα άλλα πρόσωπα κοντανασαίνανε στη μέση, κι ήτανε στοιβαγμένα ανάκατα όλα μαζί μες στις λάσπες, κι ας επατούσανε τα ποδάρια τους ακόμα πάνω στη γη, ήτανε ετοιμασμένα πως θα κατέβουνε σωρό κουβάρι ώρα την ώρα, στον τάφο.

Μέλπω Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε Μαρία; εκδόσεις Κέδρος, 2003

Artwork: Hugh Shurley

 

Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Σινιάλο/ Πλήγματα

ΣΙΝΙΑΛΟ

Θηλιά το σινιάλο του θανάτου,
ασφυκτικό το πείσμα του.
Σαν τον κακούργο έρχεται απρόσκλητα,
χαρακιές κι εγκοπές αφήνει στο σώμα.

Αναλαμβάνει τη μέθοδο
της κατακρεούργησης.

ΠΛΗΓΜΑΤΑ

Οι βαριές λύπες και το άλγος που αφήνουν
δεν είναι προ των πυλών.

Τα οικτρά που φοβόσουν,
οι βαριές, τραγικές λύπες έχουν μπει στη ζωή σου
να σε καταποντίσουν.
Μέσα στα πλήγματα και τη λαίλαπα του άλγους
θα κριθείς αν θα αντέξεις

Αλεξάνδρα Μπακονίκα,  Σινιάλο, Πλήγματα από την ποιητική συλλογή Ντελικάτη γυναίκα, εκδόσεις Πόλις, 2021

Artwork: Μike Warall

 

Αγγελική Πεχλιβάνη, Nike φθινοπώρου

Από τότε βάζω και βγάζω τα αθλητικά μου Nike, χρώματος γαλάζιου και νούμερου 38, με δεμένα τα κορδόνια. Εξαιτίας κάποιας περίεργης σύναψης των νευρώνων τού εγκεφάλου που είναι κληρονομική (από την πλευρά του πατέρα μου), δεν μπορώ να δέσω σωστά τα κορδόνια μου (ναι, υπάρχει σωστός τρόπος). Όποτε επιχείρησα, είτε τα έδενα κόμπο τόσο σφιχτό που τα έκοβα μετά με ψαλίδι, είτε τα έδενα τόσο άτσαλα που ξελύνονταν, και πατώντας τα σκουντουφλούσα στα σκοτάδια των βημάτων μου. Τα αθλητικά μου Nike φυσικά έχουν ξεχειλώσει και έχουν χάσει την παλιά τους λάμψη. Όμως εγώ τα αγαπάω και τα φροντίζω όσο μπορώ. Μέχρι και τηλεσκοπικό μεταλλικό κόκκαλο παπουτσιών αγόρασα για να τα διατηρήσω… γιατί πράγματι τα κορδόνια τους είναι πολύ όμορφα δεμένα, με συμμετρικές καμπύλες, αρμονικές ταλαντώσεις και έναν φιόγκο κάτασπρο σαν αυτόν που στολίζει τα μαλλιά της μητέρας μου σε μια μαθητική φωτογραφία του 1952. 

Της Μητέρας μου.
Που μου έδεσε τα κορδόνια των Nike μου το πρωινό της 22ας Σεπτεμβρίου 2017 για τελευταία φορά.

Αγγελική Πεχλιβάνη, Nike φθινοπώρου από τη συλλογή Οι Γάτες του Τρίτου κι άλλοι ζωντανοί που κυκλοφορεί οσονούπω από τις εκδόσεις Κίχλη

Πίνακας: Andrea Kowch