RSS

Daily Archives: 18/07/2015

Gustave Flaubert, Μαντάμ Μποβαρύ

Η ψυχή της, αποκαμωμένη από την αλαζονεία, αναπαυόταν επιτέλους στη χριστιανική ταπείνωση• και η Έμμα, γευόμενη την ηδονή τού να είσαι αδύναμος, ενατένιζε μέσα στον εαυτό της την καταστροφή της θέλησής της, που έμελλε να αφήσει πλατύ χώρο για την εισόρμηση της χάρης. Ώστε στη θέση της ευτυχίας υπήρχαν ευδαιμονίες μεγαλύτερες, ένας άλλος έρωτας πιο ψηλά απ’ όλους τους άλλους έρωτες, διαρκής και ατελείωτος, ένας έρωτας που αιώνια θα γινόταν δυνατότερος! Διέβλεψε, μέσ’ από τις ψευδαισθήσεις της ελπίδας της, μία κατάσταση αγνότητας να αιωρείται πάνω απ’ τη γη, να σμίγει με τον ουρανό, και προσδόκησε να βρεθεί σ’ αυτή. Θέλησε να γίνει αγία. Αγόρασε κομπολόγια, φόρεσε φυλαχτά• επιχείρησε να έχει μέσα στην κάμαρά της, στο προσκέφαλό της, μια σμαραγδοκόλλητη λειψανοθήκη για να τη φιλά κάθε βράδυ.

Ο παπάς είχε σαγηνευθεί απ’ τις κλίσεις της αυτές, αν και φοβόταν ότι η θρησκευτικότητα της Έμμα, από την πολλή της θέρμη, ίσως την οδηγούσε στα πρόθυρα της αίρεσης ή σε εξωφρενισμούς. Καθώς, όμως, δεν τα καλοήξερε τα ζητήματα αυτά, ιδιαίτερα όταν περνούσαν ένα κάποιο μέτρο, έγραψε στον κύριο Μπουλάρ, βιβλιοπώλη του Σεβασμιότατου, να του στείλει κάτι το πολύ καλό για ένα πρόσωπο γυναικείου φύλου, αρκετά ευφυές. Ο βιβλιοπώλης, με την ίδια αδιαφορία που θα ’στελνε ένα φόρτωμα αλυσίδες για νέγρους, αμπαλάρισε ανάκατα ό,τι υπήρχε στην τρέχουσα αγορά στον τομέα των ευλαβικών βιβλίων. Ήσαν μικρά εγχειρίδια με ερωταπαντήσεις, λίβελλοι με αλαζονικό τόνο τύπου ντε Μεστρ και κάτι ρομάντσα με ροζ βιβλιοδεσία και στιλ γλυκερό, γραμμένα από τροβαδούρους κατηχητικών ή από μετανοημένες ψευτολογοτεχνίτρες. Υπήρχε το Σκεφτείτε το καλά, το Ο άνθρωπος του κόσμου στα πόδια της Μαρίας, υπό του κυρίου ντε… πολλάκις παρασημοφορηθέντος, το Περί των λαθών του Βολταίρου, προς χρήσιν των νεωτέρων, κ.λπ.

Gabriele ViertelΗ κυρία Μποβαρύ δεν είχε ακόμη αρκετά λογαρή διάρροια για να καταπιαστεί σοβαρά με οτιδήποτε• έπεσε μολοταύτα στην ανάγνωση με υπερβολική ζέση. Οργίστηκε με τις επιταγές της θρησκευτικής λατρείας. Η αλαζονεία των κειμένων πολεμικής την ενόχλησε με τη μανία τους να κατακεραυνώνουν ανθρώπους που αυτή δεν γνώριζε• και τα εγκόσμια αφηγήματα θρησκευτικής πνοής τής φάνηκαν γραμμένα με τέτοια άγνοια του κόσμου, ώστε την απομάκρυναν ανεπαίσθητα από τις αλήθειες των οποίων την απόδειξη περίμενε. Επέμεινε, ωστόσο, και, όταν το βιβλίο της έπεφτε απ’ τα χέρια, αισθανόταν να συνεπαίρνεται απ’ την πιο λεπτή καθολική μελαγχολία που θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει μια αιθέρια ψυχή.

Όσο για την ανάμνηση του Ροδόλφου, την είχε απωθήσει στα κατάβαθα της καρδιάς της• κι εκεί παρέμενε, πιο μεγαλοπρεπής και πιο ασάλευτη κι από βασιλική μούμια σε υπόγειο δώμα. Απ’ το μεγάλο τούτο βαλσαμωμένο έρωτα έβγαινε μια ευωδία που, περνώντας μέσ’ απ’ όλα, αρωμάτιζε με τρυφεράδα την ατμόσφαιρα ασπιλότητας μέσα στην οποία ήθελε να ζήσει. Όταν έπεφτε στα γόνατα πάνω στο γοτθικό προσκυνητάρι της, απηύθυνε στον Κύριο τα ίδια γλυκά λόγια που ψιθύριζε άλλοτε στον εραστή της, στις διαχύσεις της μοιχείας. Κι αυτό ήταν για να της έρθει η πίστη• καμία αγαλλίαση όμως δεν κατέβαινε απ’ τον ουρανό.

Gustave Flaubert, Μαντάμ Μποβαρύ, σελ. 288-290, μτφρ.: Μπάμπης Λυκούδης, Εκδόσεις Εξάντας, 1993 .

Photo: Gabriele Viertel

.

.