RSS

Daily Archives: 18/05/2016

Tούλα Μπαρνασά, Έτσι σ’ αγαπώ


Έτσι σ’ αγαπώ,
γιατί έχεις ένα φτερό
φωτιάς στο δεξί φρύδι
και το ανάβεις τα βράδια
στα σκοτάδια να βλέπω.


Εσύ θρυμματίζεις
το φεγγάρι όταν πεινώ,
και όταν διψώ
κόβεις τα δάχτυλά σου.


Από τα βλέφαρά σου
βρίσκει ρίζες ο δρυμός
και το φως προεκτάσεις.

.

.

Κάθε που η καρδιά σου
χτυπά στην κοιλιά μου,
ανοίγουν κουκούλια
οι σπόροι του κόσμου,
και ριζώνεται μέσα μου
το άπειρο.


Ίσως φταίει το φεγγάρι
που μακραίνει ράμφος
και τσιμπάει την έλλειψη.


Ας περνά ο καιρός
περιμένω στηριγμένη
με την ακοή στους ωκεανούς
ως να με επεκτείνει
το σχήμα σου στην άβυσσο.

.

.
Άκου, έχω δεμένα
τα πουλιά στα δάχτυλα,
εκείνα που ραμφίζουν
στη γλώσσα τα ψηφία
της λάμψης.


Τα λύνω να σε βρουν
και από την ουρά τραβώ
θαλασσινές βιολέτες.
ως να ανθίσει η αγάπη
πελώριο λουλούδι.


Ως να μεγαλώσει η όραση
στις σκιές,
ως να πέσουν των άστρων
τα ματόφυλλα.

Πίνακας: Shipra Bhattacharya

.

 

 

Κωστής Παπακόγκος, Ιφιγένεια

 

.

Τα κυπαρίσσια στέκουν στην Αργολίδα
θεόρατες χτένες πλάι στους αγρούς
να ξεψειριάζουν τον άνεμο, λέει,
με τα ματωμένα γένια του Αγαμέμνονα –
τον άνεμο, με τις φονικές αστραπές
στους βοστρύχους της Κλυταιμνήστρας.
Γιατί μετά το θάνατο δεν υπάρχουν πια
καλοί ή κακοί, παρά μονάχα πράξεις∙
και οι πράξεις είν’ εφτάψυχες, ακόμα
κι αν αποκεφαλίστηκαν με δωρικό τσεκούρι.

Καβάλα στο μελένιο ελάφι της Αρτέμιδας
βγαίνει στον κάμπο η Ιφιγένεια, πάντα,
το δειλινό που ο ήλιος αυτοσφάζεται
ψηλά στα κυκλώπεια τείχη. Ποια είσαι;
τη ρωτούν οι περαστικοί∙ κι εκείνη λέει
πως είναι κόρη του μυλωνά απ’ το Μπερμπάτι
και πως πάει να βοσκήσει τη γιδούλα της
χορτάρι από χρυσάφι και χαλκό στα λιβάδια.
Απόψε θα ’χουμε ξαστεριά, ψιθυρίζει,
θα χαμηλώσουν τα πνεύματα
ο κάμπος θα γεμίσει άφωνες προσωπίδες.

Το ποτάμι που κατέβαινε απ’ τις Μυκήνες
με όλο το ασήμι και τη λάμψη του
ήταν πουκάμισο φιδιού πάνω στα βράχια.

Κωστής Παπακόγκος, Ιφιγένεια, από τη συλλογή Χιονισμένος λύχνος, Μανδραγόρας, Τα ποιήματα του 2012, Κοινωνία των (δε)κάτων

.