RSS

Monthly Archives: June 2016

Φίλιπ Λάρκιν, Στο Δουβλίνο

Esme (1919). William Clarke Wontner (British, 1857-1930). Oil on canvas.:

.

Σε σοβαντισμένα, απόμερα σοκάκια
Όπου το φως είναι γκρίζο, μολυβί
Και η απογευματινή ομίχλη
Φέρνει στα μαγαζιά τα φώτα πάνω από
Δελτία στοιχημάτων και κομποσχοίνια,
Μια κηδεία περνά.


Μπροστά πηγαίνει η νεκροφόρα
Και αμέσως μετά ακολουθεί
Ένα μπουλούκι γυναικών τού δρόμου,
Με πλατύγυρα, λουλουδάτα καπέλα,
Μανίκια μιας άλλης μόδας κι εποχής,
Φουστάνια μακριά ως τον αστράγαλο.


Κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα μεγάλης φιλικότητας
Σαν να τιμούσαν κάποιον ξεχωριστό
Αγαπημένο τους.
(Δυο τρεις χορεύουν λίγα βήματα
Ανασηκώνοντας τις φούστες επιδέξια,
Άλλη χτυπώντας παλαμάκια, κρατά τον ρυθμό).


Μα και ταυτόχρονα μεγάλης λύπης.
Και ακούγεται καθώς απομακρύνονται
Μια φωνή να τραγουδά
Για κάποια Κίτυ ή Κέητυ,
Σαν αυτό το όνομα να εσήμαινε κάποτε
Όλη την αγάπη και όλη την ομορφιά.

Μεταφραστική δοκιμή: Νίκος Λάζαρης

Πίνακας: William Clarke Wontner

.

.

 

 

 

Iορδάνης Κουμασίδης, Δώδεκα γραμματόσημα στον τοίχο

31 Αύγουστος
Έτος απροσδιόριστο
Προς Ροζαλί Μεντώ
Οδός Νταρσέ 21
Περιοχή Κλισί
Παρίσι
Γαλλία


Αύγουστος πια, Ροζαλί. Οι πρώτες μέρες του είναι οι πιο καυτές του χρόνου, οι τελευταίες οι πιο δροσερές, οι πιο γλυκές του μήνα. Αντίστοιχα, είναι ο μήνας της καλής παρέας ή της απόλυτης μοναξιάς. Με πιάνει το λογοτεχνικό μου πότε πότε, όπως θα πρόσεξες. Ένας φίλος μου στο Παρίσι έλεγε πως όλοι φλερτάρουμε με τη λογοτεχνία κάποιες στιγμές της ζωής μας, χωρίς να το καταλάβουμε. Τα ’χε τα δίκια του νομίζω. Καλή του ώρα όπου και να ’ναι. Ούτε αυτό δεν μπορώ να πληροφορηθώ εδώ. Ποιος ζει και ποιος πέθανε. Θέλω να σταματήσω να σου γκρινιάζω. Δεν θέλω και τα επόμενα γράμματα να είναι ημερολόγια απελπισίας. Κι αυτό επειδή τα δικά σου γράμματα, μέχρι και η αναμονή τους, είναι γιορτή για μένα. Σκέψου επιπλέον ότι τα γράμματά σου έχουν και μια χρήση ιχνηλασίας. Στέκω από πάνω τους και σιγά σιγά σχηματίζω νοερά το περίγραμμά σου. Έπρεπε να φτάσει ο Αύγουστος εντέλει για να ζήσουμε την πρώτη δυνατή τροπική καταιγίδα. Να τη ζήσει όλο το νησί, να συνταραχθούν όλα του τα όντα, μέχρι κι εγώ που ζω εδώ μέσα σαν τρωκτικό. Η καταιγίδα έχει πάντα το επίκεντρό της αλλού, σαρώνει όμως ακόμα κι αυτά τα μέρη που προσεγγίζει ακροθιγώς. Απανωτές συστροφές, άνεμοι σχιζοφρενείς, και όλα μπορεί να βρεθούν από τη μια στιγμή στην άλλη είτε στον αέρα, είτε μουσκεμένα και καρφωμένα στο έδαφος. Ή και τα δύο. (…)

Σε λίγο το καλοκαίρι τελειώνει κι επιστρέφεις στο θορυβώδες Παρίσι. Η ηλικία σου δεν δικαιολογεί ότι σε ενοχλεί τόσο το θορυβώδες. Συνδύασέ το με τη ζωντάνια, τη δημιουργικότητα. Αποκόμισα την εντύπωση πως γενικώς πέρασες όμορφα στη θάλασσα. Σε φαντάστηκα να περπατάς στην άμμο λίγο πριν πέσει ο ήλιος. Να ακολουθώ τα βήματά σου. Έχει ξεγνοιασιά το καλοκαίρι, ό,τι και να πεις. Συγχωρούνται οι περισσότερες ατασθαλίες. Μέχρι και το να διαβάσεις ερωτικά μυθιστορήματα της σειράς, όπως μου ανέφερες. Γέλασα, δεν με πείραξε αυτό. Κάτι άλλο όμως σαν να με πείραξε λίγο. Κάτι πιο ποταπό μάλλον. Η γνωριμία σου με αυτό τον νεαρό μηχανικό, που σου κέντρισε το ενδιαφέρον. Ή ίσως ο τρόπος που την περιέγραψες. Ας το πω στα ίσα. Ζήλεψα, Ροζαλί. Ζήλεψα. Εγώ, που δεν ζήλευα ποτέ. Δεν ζήλεψα επειδή σε διεκδίκησε κάποιος. Ούτε επειδή ολοφάνερα αυτός ο κάποιος σε γοήτευσε. Ζήλεψα επειδή είμαι απών. Επειδή δεν είμαι εκεί για να σε διεκδικήσω. Για να σε διεκδικήσω με ποιήματα, λουλούδια, αλλά και σπαθιά και δυναμίτη, αν χρειαστεί. Μπορεί άραγε αυτό το μικρό τσίμπημα, η πρώτη υποτυπώδης υπόμνηση συναισθήματος που ένιωσα ύστερα από καιρό, να τρέξει με ταχύτητα πάνω από τους ωκεανούς και τις ηπείρους και να φτάσει ως το διαμέρισμά σου;
Χαιρετισμούς.
Σαν ένας Αύγουστος που αφήνει τα σημάδια του ηλιοβασιλέματος στις στέγες.

Εγώ

YΓ.: Δεν έχω απάντηση στο ποιος φτιάχνει τη βροχή. Σίγουρα όμως δεν επαρκεί η απάντηση «το νερό που εξατμίζεται» ή τα «σύννεφα που λιποψυχούν»… 

Iορδάνης Κουμασίδης, Δώδεκα γραμματόσημα στον τοίχο, Εκδόσεις Κέδρος, 2016

Φωτό: Serena Porino

.

.

 

 

 

Ολβία Παπαηλίου, Κατόπιν σύστασης γιατρού

Είμαι πολύ υπομονετική, τα πρωινά. Μπορεί αυτό να μη διακρίνεται τις ώρες του απογεύματος – και επειδή σας συναντώ απογευματινά, έχετε να λαβαίνετε την άσχημη πλευρά μου, την κοφτή και ανυπόμονη. Όμως, δείτε το, αγαπητέ Δόκτορα Τ., κάπως αλλιώς: έχω ήδη τελέσει υπομονή, πια πόσες ώρες; Απ’ το πρωί, την ώρα μου της έγερσης – δε ζω παρά για τις στιγμές που θα σας έχω, ολοδικό μου, μέσα σε κείνο το γραφείο-βιβλιοθήκη. Μ’ αρέσει αυτό το δωμάτιο, πολύ: εκεί, νιώθω ότι ακούγομαι καλύτερα, ίσως να είναι η ακουστική του χώρου, τόσα βιβλία με τις πάμπολλες σελίδες τους, ρουφάνε κάποια λόγια από αυτά που αιμορραγούν, αφήνονται τα άλλα, τα ανάλαφρα – να ακουμπούν πεταλουδίζοντας σε επιφάνειες από αργασμένο δέρμα, όλοι οι δερμάτινοί σας τόμοι, η πολυθρόνα σας δερμάτινη, καφέ σοκολατένιο. Το δέρμα το δικό μου ανατριχιάζει, όπως το περπατά μια πεταλούδα με σκουρόχρωμα φτερά, κι έξαφνα, όπως αναφτέρησε: μια αστραπή χρώματος μπλε ηλεκτρικού, εκπάγλου έκπληξης, θωπεία εν αιθρία.

Ολβία Παπαηλίου, Κατόπιν σύστασης γιατρού, Εκδόσεις Θράκα, 2016

.

.

 

 

Φίλιπ Λάρκιν, Γιατί σε ονειρεύτηκα χθες το βράδυ;

.

Τώρα που το πρωί φωτίζει τα μαλλιά μου
Με ένα γκρίζο φως,
Οι αναμνήσεις χτυπούν την πόρτα μου
Σαν δυνατά χαστούκια στο πρόσωπο.
Ακουμπισμένος στον αγκώνα μου
Καρφώνω το βλέμμα μου στην κίτρινη ομίχλη
πέρα μακριά από το παράθυρο.
Τόσα πολλά πράγματα που νόμιζα ότι είχα ξεχάσει
Επιστρέφουν στο μυαλό μου
Με τη δύναμη ενός άγνωστου πόνου:
Όπως τα γράμματα που απευθύνονται σε κάποιον,
Ο οποίος έχει εγκαταλείψει το σπίτι του
Πολλά χρόνια πριν.

Μεταφραστική δοκιμή: Νίκος Λάζαρης

Πίνακας: John Atkinson Grimshaw

 

Λουκία Πλυτά, Παρατυπίες

 

.

Μια κάποια μέρα θα ξυπνήσουν
οι θεατές και στην υποθαλάσσια σκηνή
ένα τεράστιο στόμα
πλημμυρισμένο συγκίνηση
από το χιλιοτυπωμένο δέρμα του
εκσφενδονίζοντας τον ίλιγγο

θα πει:

Το εσώτερο μιλά δυνατά
σε όσους έχουν την ικανότητα να ακούν
όσα ο ψίθυρος διηγείται
Πετράδι κόκκινο εισχωρεί στα πελάγη
και η συγκομιδή ξεκινά
Ο πετεινός πάντα την ίδια ώρα καλεί
Η φασολιά την ίδια ώρα γεννά
και η ψυχή κάθε στιγμή και ώρα εγκαλεί
Η προσήλωση στον εαυτό από το σώμα ξεκινά

Μ’ αγαπάς; ρωτά
Είσαι έτοιμος;
και αν ναι
τότε, πόσα κλωνάρια η αφή προσκυνά;
Την όσφρηση ποιου οργασμού η νότα ξεγελά
και η καρδιά πότε χτυπά δυνατά;

Μαγεμένοι όλου του κόσμου στοιχηθείτε.

Πίνακας: Tomasz Alen Kopera