RSS

Daily Archives: 09/03/2016

Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, Κατανόηση

.

Η Πραγματικότητα, αυτή η μοναδική φίλη που θροΐζει
τα φτερά της μέσα στους θάμνους.
Αυτή με εξαπάτησε, με παρασύρει συνεχώς
σε τόπους θολερούς ή υπόγειους, σε σκοτεινούς λαβυρίνθους.
Αγαπώ τα μέρη της Φαντασίας, τις μυστήριες διαβάσεις του ανέμου
πίσω απ’ το χάραμα. Αγαπώ τα βλοσυρά θηρία της ερήμου,
–τι απρόσμενη τύχη– γλείφουν τις πληγές μου. Συλλαβίζω
την άγνωστη γλώσσα.

.

.
Κάποια νύχτα πορεύομαι με το φλάουτο στο στόμα, χωρίς
καμιά προσδοκία, χωρίς πατρίδα για το Ένα.
Ακουμπώ πλάι στο ζωντανό σώμα της σεγκόγιας.
Ακούω τις φωνές από τα βάθη των αιώνων. Πώς χαράχτηκαν
στο ζωντανό ξύλο! Τα «νερά» που κυλάνε πάνω του
έχουν το χάρισμα της ενόρασης. Μέσα στο ρεύμα του καιρού,
ξεχνώ όλες τις φωνές που αγάπησα. Όλα τα σημάδια που
προβάλλουν, μου θυμίζουν το κερί που άφησα αναμμένο πριν φύγω.
Τα θηρία κάνουν κύκλο γύρω μου. Ανοιγοκλείνουν
το στόμα τους και μουρμουρίζουν λέξεις:
«Πέδρο Πάραμο, Πέδρο Πάραμο, Πέδρο Πάραμο».

.

.

Μια συστοιχία από λέξεις, ισομεγέθεις,
στοιχισμένες και απλωμένες στην εντέλεια.
Τις βλέπω να συστρέφονται πάνω από τις φωτιές,
να αλλάζουν θέση και να επαναστοιχίζονται:
«Πέδρο Πάραμο, Πέδρο Πάραμο, Πέδρο Πάραμο».
Απλώνονται τώρα και καμπυλώνουν
σαν τόξο βραχμάνου ιερέα στο λυκόφως.
«Πέδρο Πάραμο, Πέδρο Πάραμο…»
Εκείνος σημαδεύεται από το βέλος. Αχνά σαν πούσι
λευκό πίσω από τα ρεύματα, εκεί που όλα συνάζονται, διακρίνω
τη φιγούρα του. Είναι αλήθεια ή ψέμα; Είναι αλήθεια η ψέμα;
Παραμιλώ:
«Εκείνος συνέχισε να κουνά τα χείλη του σα να μου μιλά,
να μουρμουρίζει λέξεις. Έπειτα έκλεισε το στόμα και μισάνοιξε
τα μάτια, που μέσα τους καθρεφτιζόταν η ωχρή ανταύγεια
του ξημερώματος».
Το τόξο τώρα έγινε κύκλος. Εκεί συναντώνται όλες οι
λεπτές αύρες νεκρών και ζωντανών. Μα δεν μπορώ να διακρίνω
τους νεκρούς από τους ζωντανούς.

.

.
«Πέδρο Πάραμο», σαν αντίλαλος στυφός.
Το ακτινοβόλο φως αφήνει πάντα αποτύπωμα στα όνειρα.
Δεν είναι πάντα διακριτό. Όταν τα θηρία φεύγουν βρίσκω ένα τρόπο να
«υπάρχω». Να υπάρχω χωρίς εμένα.
Τότε κατάλαβα. Μέσα από την ιερή φωτιά που οδηγεί στον ουρανό.
Τότε κατάλαβα εκείνα τα παράξενα λόγια μέσα από τα δέντρα.
Η Πραγματικότητα έγινε Φαντασία και τούμπαλιν. Είδα αυτό
που ονομάζουμε «εαυτό» μέσα στα θεριά. Το είδα μέσα στη φωτιά.
Το είδα στα μάτια του Πέδρο, το είδα μέσα σε όλα τα όντα.
Τότε κατάλαβα. Τότε κατάλαβα τι είναι αυτό το «πράγμα που ονομάζουμε ζωή».


Γιώργος Πολ. Παπαδάκης, Νέα ατραπός, Εκδόσεις Δίφρος, 2014

Photo: Nadine Callebaut

.

 

 

Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, Αρχόντισσα του Παρισιού

Ανάμεσα σε δύο πολυθρόνες, σε καναπέδες και σακούλες πλαστικές βουνό τη μία πάνω στην άλλη στοιβαγμένες να κάθεται αγέρωχη την είδα, στητή, λες και περίμενε τους καλεσμένους. Στο βάθος ακούει την καμαριέρα να τακτοποιεί την πορσελάνη τον καφέ για να σερβίρει. Χτυπάει το κουδούνι, ήρθαν οι φίλοι μας, σε παρακαλώ άνοιξέ τους, της φωνάζει. Διαβάτες που περνούν από μπροστά της κι άλλοι με αυτοκίνητα ή στο λεωφορείο καθισμένοι, σαν ξωτικό, σαν έκθεμα βιτρίνας ζωντανό απορημένοι την κοιτάζουν. Άλλοι την προσπερνούν αδιάφορα, καθώς τους είναι γνώριμη η μορφή της. Αγέρωχη αυτή κρατά το γάτο αγκαλιά και περιμένει να έρθουν οι φίλοι και η καμαριέρα τον καφέ να τους σερβίρει, όμορφα να είναι όλα, καθώς πρέπει. Ακούει το κουδούνι να χτυπάει, φωνάζει ελαφρώς ενοχλημένη. Παρακαλώ, Μαρί, οι φίλοι στην πόρτα περιμένουν. Όχι δεν είν’ αόρατη η πόρτα, τη βλέπει εμπρός της, κι αυτός που στέκεται ορθός είναι ο πρώτος επισκέπτης, δεν είναι δικαστικός κλητήρας απόφαση έξωσης να επιδώσει, ούτε σκουπιδιάρης του δήμου τις περιττές αποσκευές της να φορτώσει στο αμάξι απορριμμάτων, αλλοτινών καιρών απομεινάρια που τώρα λοφάκια και βουνά από σκουπίδια το χώρο του μικρού πάρκου έχουν κατακλίσει… Είναι ο πρώτος επισκέπτης που στέκεται στην πόρτα, πίσω του έρχονται κι άλλοι κι άλλοι φίλοι. Σε λίγο με γελάκια, πειράγματα κι αστεία παρέα γύρω απ’ το υπαίθριο σαλόνι τον φρεσκοψημένο υπέροχο καφέ απ’ την Μπραζίλ θα απολαύσουν.

Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, απόσπασμα από την ανέκδοτη συλλογή «Ξεριζωμένα δέντρα οι τόποι μας»

Photo: Lee Jeffries

.

.