Daily Archives: 18/05/2013
Άκης Δήμου, Η Μαργαρίτα Γκωτιέ ταξιδεύει απόψε
ΑΡΜΑΝΔΟΣ: Είμαστε ζωντανοί, Μαργαρίτα. Οι κήποι είναι ακόμα εκεί. Μας περιμένουν. Θα πάμε ξανά! Μαζί!
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Κανείς δεν είναι μαζί… κανείς με κανέναν. (παύση) Τα κεριά … Σβήστε τα κεριά!
AΡΜΑΝΔΟΣ: Δεν έχω ωραιότερο όνειρο από εσένα.
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Κανείς με κανέναν. Μια νύχτα μόνο, κι ύστερα… ύστερα έρχεται μέσα από το στήθος σου ένα δέντρο… ένα πυκνό ανήμερο δέντρο… κλαδιά και φύλλα τυλιγμένα πάνω σου, κι είσαι πια μόνη, μόνη… εσύ και το δέντρο… χωρίς ένα πουλί, χωρίς ένα λουλούδι… χιλιάδες φύλλα κι ούτε μια καμέλια… Βρέχει έξω; (…)
Άκης Δήμου, Η Μαργαρίτα Γκωτιέ ταξιδεύει απόψε (θεατρική μεταγραφή του μυθιστορήματος του Α. Δουμά Η κυρία με τις καμέλιες, 2005)
http://www.ntng.gr/default.aspx?lang=el-GR&page=64&item=923
Τα κείμενα είναι από το βιβλίο του Άκη Δήμου και τη θεατρική παράσταση: “Η Μαργαρίτα Γκωτιέ ταξιδεύει απόψε”, που στηρίχθηκε στο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά: “Η κυρία με τις καμέλιες”
La dame aux camélias, d’Alexandre Dumas Fils
« …Tu comprends que le bonheur ne rentre pas aussi brusquement dans un cœur désolé depuis longtemps, sans l’oppresser un peu…»
http://www.alalettre.com/dumas-fils-oeuvres-la-dame-aux-camelias.php
.
.
Σκοτ Φιτζέραλντ, O μεγάλος Γκάτσμπυ
Ο κεντρικός μηχανισμός της αφήγησης ή, πιο σωστά, το ρομαντικό πάθος του Γκάτσμπυ για την Νταίζυ είναι ένα από τα αξεπέραστα μοτίβα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το πάθος που βρίσκει ανταπόκριση και οδηγεί στην τεκνογονία –ευλογημένο ψυχικά και κοινωνικά– μπορεί να επαληθεύει τους νόμους της ζωής, αλλά δεν μπορεί να συγκριθεί με το «άρρωστο» και ως εκ τούτου «λογοτεχνικό» πάθος του εραστή, ο οποίος δεν επιβεβαιώνεται. Ο Γκάτσμπυ εμφανίζεται περίπου ως τριτοξάδελφος του Χήθκλιφ, ως μακρινός συγγενής του Φρεντερίκ, του ήρωα της Αισθηματικής Αγωγής του Φλωμπέρ, ίσως και του κατοπινού ήρωα της Συνείδησης του Ζήνωνα. Το σκοτάδι, ο φθόνος, το πάθος για εκδίκηση συγκροτούν έναν μύχιο κόσμο που μπορεί να φτάσει μέχρι φόνου, παρά το γεγονός ότι η αρχική επιθυμία λάμπει από αθωότητα. Ο έρως, με άλλα λόγια, είναι άπειρος, ενώ ο γάμος έχει όρια τα ίδια τα παιδιά. Έτσι, άλλωστε, εξηγείται και το πάθος χωρίς ανταπόκριση, που είναι μεν σκοτεινό, αλλά δημιουργεί άτομα τα οποία –τελικά– ευλογούν τη λογοτεχνία και ενίοτε τον ίδιο τον θάνατο. Το εντυπωσιακό σε αυτό το καταλυτικό πάθος χωρίς ανταπόκριση είναι ότι η γυναίκα δεν δοξάζεται, απεναντίας είναι μια «όμορφη χαζούλα» με μια ναζιάρικη φωνή – «μια φωνή γεμάτη λεφτά»!
———
«Η φωνή της έχει μιαν αναίδεια, είπα. Είναι γεμάτη – δίστασα. Η φωνή της είναι γεμάτη λεφτά, είπε απότομα. Ναι, αυτό ήταν. Δεν το είχα καταλάβει μέχρι τότε. Ήταν γεμάτη λεφτά – αυτή ήταν η ανεξάντλητη γοητεία της κυματιστής φωνής της, αυτό το ανεβοκατέβασμα, το κουδούνισμα… Ψηλά σε ένα λευκό παλάτι, η θυγατέρα του βασιλιά, το χρυσό κορίτσι…».
(…)
O Χέμινγουεϊ επέτυχε έναν περίτεχνο χαρακτηρισμό της λογοτεχνικής ιδιοφυΐας του Φιτζέραλντ:
«Το ταλέντο του ήταν τόσο φυσικό, όσο τα σχέδια στα φτερά μιας πεταλούδας. Στην αρχή δεν είχε μεγαλύτερη επίγνωση του ταλέντου του απ’ όση έχει η πεταλούδα για τα χρώματά της κι ούτε καταλάβαινε πότε το χνούδι των φτερών του τριβόταν και χάλαγε. Αργότερα συνειδητοποίησε τη φθορά στα φτερά του, κατάλαβε την κατασκευή τους και άρχισε να προβληματίζεται, αλλά δεν μπορούσε να πετάξει πια γιατί η λαχτάρα να πετά είχε χαθεί και θυμόταν μόνο όταν πετούσε χωρίς καμιά προσπάθεια».
Του Κωστή Παπαγιώργη (Lifo, 28/03/13)
Σχόλιο: Πέραν των άλλων, ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του μυθιστορήματος αυτού είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Φιτζέραλντ παίζει με το φως. Ένας προσεκτικός αναγνώστης αντιλαμβάνεται ήδη εξαρχής ότι το τέλος θα είναι τραγικό. Το φως είτε πρόκειται για κεριά, πολυελαίους, λάμπες, δύση ή ανατολή ηλίου, φανοστάτες… προοικονομεί. Είναι το καλύτερο μυθιστόρημα, απ’ όσα έχω διαβάσει έως σήμερα, όπου ένα σημαίνον προοικονομεί και κινητοποιεί με τέτοιον τρόπο τη δράση,