RSS

Daily Archives: 16/12/2016

Γιώργος Βέης, Περί αμύνης

1_400.

«Aνεκλάλητο, ανέκκλητο
δεν έχει καμία σημασία
το ίδιο είναι»,
σκέφτηκε άλλη μια φορά ο σκίουρος
και κατάπιε το καλά μασημένο φουντούκι του.
Με τις απότομες, σπάνιας ακριβείας
κινήσεις της ουράς του,
ροκάνισε και την παραμικρή αμφιβολία
για την ύπαρξη αετών
κι ήρθε να λουφάξει,
να σωθεί στ’ όνειρό μου.

Γιώργος Βέης, Για ένα πιάτο χόρτα, Εκδόσεις Ύψιλον, 2016, σελ. 39

Artwork: Robert Rozelrav

 

 

Erri de Luca,Το βάρος της πεταλούδας

31so1_500«Μάτια φαλτσέτα» – είχε ακούσει να κάνουν αυτό το κομπλιμέντο σε μια γυναίκα. Ήταν το ατσάλι που ξεθηκαρώνεται κι αστράφτει, από τέτοιο υλικό ήταν τα μάτια της γυναίκας. Εκείνη γνώριζε την έλξη που ασκούσε το σώμα της σ’ έναν άντρα. Ποιος ξέρει πόσοι είχαν σταθεί στην ουρά για να καταφέρουν να τους ρίξει ένα βλέμμα, πόσοι είχαν καυχηθεί, γιατί έγιναν στόχος των ματιών της. Από την ταραγμένη νιότη, ο άντρας θυμόταν πόσο αδέξιοι είναι οι άντρες, όταν μοχθούν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον μιας γυναίκας. Η τόλμη σε μια συμπλοκή μπορούσε να τους χρησιμέψει για μια καλή φήμη, η δυνατή φωνή, μια σκληρή φράση μπορούσαν να τους αναδείξουν σ’ ένα τσιμπούσι. Μπροστά στις γυναίκες, οι αρσενικοί κορδώνονταν σαν τα περιστέρια. Οι άντρες παράδερναν μπροστά στις γυναίκες ανάμεσα στον οίκτο και την κοροϊδία.
31so1_500Εκείνος μούδιαζε, μαζευόταν για ν’ αντισταθεί στην επίδειξη. Του είχαν τύχει τότε γυναίκες που τον είχαν ποθήσει, τον είχαν πάρει σαν πέτρα από χάμω. Ναι, τον είχαν περιμαζέψει κάποιες φορές. Ώσπου ήρθε η άτακτη υποχώρηση, το βουνό, το λημέρι στην κορφή του δάσους, όπου καμιά τους δεν έχει ανεβεί.
Την είχε δει, εκείνη που ερχόταν σ’ αυτόν τελευταία, να κάνει μια κίνηση να τινάξει τα ίσα μαλλιά της προς τα έξω, πάνω απ’ τους ώμους. Θύμιζε τη χειρονομία που διώχνει κάτι ενοχλητικό, όσο θύμιζε και μια προτροπή να την αγγίξει στα μαλλιά. Οι γυναίκες κάνουν κινήσεις αχιβάδας, που ανοίγει τόσο για να διώξει προς τα έξω όσο και να ρουφήξει προς τα μέσα. Στη συνάντηση στο χωριό εκείνος είχε αποφύγει τα μάτια, το πρόσωπο. Είχε μείνει να κοιτάζει τα σφιχτοπλεγμένα χέρια της.

Η γυναίκα έβλεπε πως εκείνος αντιστεκόταν στην έλξη. Δεν ήξερε αν του ερχόταν εύκολο ή βαρύ. Ήταν μια αντίσταση που δεν έπρεπε να την παραβιάσει με την αποπλάνηση. «Σας ενοχλεί το άρωμά μου;» «Θ’ απαντήσω στις ερωτήσεις σας συνολικά, όχι τώρα.» To είπε προσπαθώντας να μην είναι απωθητικός, με σιγανή φωνή, που η γυναίκα τρόμαξε να καταλάβει. Ο άντρας είδε πως εκείνη δεν είχε ακούσει καλά και επίσης είδε ότι δεν ρωτούσε καν: «Tι;» Αυτό το «Τι; Πώς είπατε;» θα τον είχε κάνει να υπαναχωρήσει και να την παρατήσει εκεί.
Η γυναίκα έμεινε αμήχανη, όσο χρειάστηκε για να κατεβάσει μια γουλιά, κίνηση που της βγήκε όμορφα.

Erri de Luca,Το βάρος της πεταλούδας, μτφρ.: Άννα Παπασταύρου, σελ. 71-73, Εκδόσεις Κέλευθος, 2015

Photo: Roger Corbeau

 

Μελοποιημένη ποίηση, Σωτήρης Τριβιζάς, Οφηλία

.

                   Berlioz, «La mort d’ Ophélie»
Tristia, op. 18, 2

Μέτωπο σαν πορσελάνη
Πρόσωπο χλωμό
Σαν λιπόθυμο φεγγάρι
Μέσα στο νερό

Χέρια διάφανα σαν κρίνα
Και λυτά μαλλιά
Που τα στεφανώνουν βρύα
Και ξερά κλαδιά

Νούφαρα πάνω στο στόμα
Και βαθιά σιωπή
Λόγια από παλιά τραγούδια
Λες και θα σου πει

Πάνω στα νερά κοιμάται.
Παίρνει στο βυθό
Της αγάπης το μυστήριο
Και το μυστικό

2011

Μελοποίηση: Δημήτρης Μαραμής, Ερμηνεία: Κορίνα Λεγάκη

Από τη συλλογή, Δεκαοχτώ ποιήματα, Γαβριηλίδης, 2016

Πίνακας: Alexandre Cabanel

.

.

 

Κλεοπάτρα Λυμπέρη, Ονειρευόμουν τις σημασίες (απόσπασμα)

.

Ο χρόνος επόπτης σε όλα τα νοήματα
πληκτρολογεί μια νιφάδα χιονιού.
Το πληκτρολόγιο αντιδρά κάτω από τα
δάχτυλα γίνεται φωλιά για μικρά ζώα. Τι
κατοικία το πληκτρολόγιο εκεί όπου
ο ουρανός είναι λέξη του αδυνάτου.
Τα δάχτυλα αγγίζουν το αδύνατον
– χαϊδεύουν.

Η λύπη μού μιλάει:
Το περισσότερο που έχεις ειν’ αυτές
οι νεαρές δεσποινίδες στα οροπέδια
–οι λέξεις– που σου γνέφουν συνεχώς
(τάχα ζωή σε στόμα που ψυχορραγεί)
κύκνεια άσματα της ζωής σου
οι συλλαβές            οι ωδές
του χρόνου
σαν ακατάληπτα χέρια και βρόγχοι.

.

.

Η σημασία είναι μια σοβαρή κυρία
η οποία θα επιθυμούσε να είναι καπέλο ή
μια τούφα μαλλιά σε κάθε κεφάλι
(ή τουλάχιστον μια φουρκέτα).
Έτσι θα τη φορούσαν όλοι.
( Αναγκαστικά.)
Το στήθος της βαδίζει πότε δω και αλλού
ξεσηκώνει τη βλάστηση             κουρνιάζει
εκεί όπου γερνάς σιγά σιγά στις μακρινές
αποστάσεις το πόδι της
έχει πολλές χρήσεις (όπως κάθε χέρι)
ανεβαίνει κατεβαίνει ή
τελοσπάντων δηλώνει.
Παραδόξως ο λάρυγγάς της
κινείται ομοίως.

 Γυμνό κρανίο
σε κεφάλι με
καπέλο
είμαι
τη σημασία θα φορέσω
για να μου αρέσω.

(Δημοσιεύτηκε στην Ποιητική)

Artwork: Rozenn Le Gall

 

Κυριάκος Συφιλτζόγλου, Στο σπίτι του κρεμασμένου

.

ο Σάμουελ Μπέκετ με τη Μέλπω Αξιώτη. Αυτή ποτίζει τις ρυτίδες του. αυτός οργώνει τις σκέψεις της. συγγενεύουν. απ’ το ίδιο ινδιάνικο φαράγγι, καπνίζουν αμίλητοι. ένα ποτάμι αυλακώνει τα μάτια τους. η σελήνη τραβάει τα νερά. κάνουν να φιληθούν. ξαφνικά η Μαντώ Αραβαντινού. τους χαστουκίζει. σπάνε σαν ξερόκλαδα – ο ένας πάνω στον άλλο.


Κυριάκος Συφιλτζόγλου, Στο σπίτι του κρεμασμένου, Εκδόσεις θράκα, 2015

Artwork: Andre Govia