Μια καρέκλα, ένα κρεβάτι, πάνω η εικόνα της Βρεφοκρατούσας. Ένας ολόσωμος καθρέφτης. Μια στολή καλοκαιρινή Χωροφυλακής της εποχής [λευκή], κρεμασμένη στον τοίχο, μια λάμπα πετρελαίου, ένα τραπέζι, ένα πιάτο με μια μισοφαγωμένη φέτα ψωμί και λίγα κουκούτσια από ελιές, ένα άδειο ποτήρι, μια καράφα νερό. Δίπλα ένα περίστροφο. Ακούγονται στο βάθος σαν χαλί καλπασμοί αλόγων αναμεμειγμένοι με ήχους πόλης. Ένας άνθρωπος με μια σκελέα κάθεται σ’ ένα κρεβάτι.
[Πλησιάζει και ανάβει τη λάμπα] Το σκέφτομαι συχνά. Από τότε που μου το είπε ο Βασιλάκης σκάζοντας στα γέλια. Εγώ το βρήκα όμως έξυπνο και σοβαρό και τυχερό κυρίως. Κάναμε μια μικρή τρέλα, και πίναμε προς 25 λεπτά τη λεμονάδα μας με πάγο στο καφενείο του Φουλάκη,[i] Αθηνάς και Σοφοκλέους, και ήτανε, μου λέει ο Βασιλάκης, στην άμαξα και κύριοι πολύ των υψηλών και πεντακάθαροι και στολισμένοι, όπως ο Παπούδωφ και ο Αξελός, που, λέει, επέστρεφαν από το Λαύριο. Το φαντάζεσαι, μου λέει, κάνοντας καταβρεχτήρι τη λεμονάδα απ’ το στόμα, με μιας μπαμ και κάτω στον σωστό τον τόπο; Χαχαχα! Από τότε, προσωπικώς, ηγάπησα και περισσότερο τα άλογα. Ξεύρουν να ζουν, ξεύρουν και εν τω έργω να πέφτουν με τάξη προπάντων και ηθικώς! Κι ο θάνατος είναι μια ηθική της τάξεως. [Παύση. Σηκώνεται, χτυπάει προσοχή] «Ορκίζομαι και υπόσχομαι να υπηρετήσω την Α. Μ. Βασιλέα, με πίστιν και ζήλον, να φέρω το ανήκον σέβας προς τους ανωτέρους μου εις όσα αφορώσι την υπηρεσίαν, και να μην κάμω χρήσιν της δοθείσης μοι εξουσίας, εμή μόνον προς διατήρησιν της κοινής ησυχίας και ευταξίας, και εις εκτέλεσιν των νόμων.»[ii]
[Κάθεται και γελάει νευρικά] Σωστά! Ανοίγεις μια τρύπα στην Ομόνοια για γκάζι όπως-όπως, περνάνε τ’ άλογα, κλατς το ένα άλογο γυρνάει το ποδάρι, πέφτει στο χαντάκι, παρασέρνει κλατς, κλατς και το ζευγάρι του… κι όλα κουλουβάχατα, ζα, άμαξα και αθρώποι μες στη μαύρη τρύπα που ’ναι σκαμμένη κάτω απ’ το ψευτοχαντάκι. Κουκουλωμένοι από χώμα. Στο μεγάλο ταξίδι του τούνελ της Ομόνοιας προς τα παραδείσια λιβάδια! [Ανάβει τσιγάρο αφηρημένος] Τους σώσανε, λέει, με τραύματα. Η θεία τού Βασιλάκη, η Φρόσω, δεν ξαναμπήκε σε τέτοιο μέσο από το 1874 και δώθε.[iii]
Εγώ όμως, αντιθέτως, άπαξ και επληροφορήθην το ατύχημα πέρυσι το καλοκαίρι, όλο και μπαίνω πιο συχνά, για διασκέδαση. Χειμώνα καλοκαίρι. Ρίχνω έναν πήδο, καθώς περνάνε από μπροστά μου, κι ανεβαίνω στον ιπποσιδηρόδρομο. Πριν από έξι χρόνια, το ’82,[iv] αν δεν με απατά το ένστικτο και η μνήμη, είναι που αποκτήσαμε αυτά τα πιο πολυτελή φέρετρα μετακίνησης, και το ευχαριστιέμαι! Με σιδηροτροχιές, βαγόνια κι άλογα που σέρνουν και τα δικά τους και τα δικά μας τα κουφάρια, που είναι καθιστά. Αλλά και τα έξω… τους πιτσιρικάδες, λέω, που λιώνονται από δαύτα κάθε λίγο και λιγάκι. [Με θυμό κλιμακούμενο] Ουδεμία τάξις, ουδεμία ασφάλεια! Τι να σου κάνει και η Χωροφυλακή σε τόση αναρχία… Πας καταπάνω στον θάνατο, μικρέ τσογλανίσκε! Καταπάνω! [Παύση, πλησιάζει προς το όπλο] Τα βράδια, καταπάνω μου και η Κατίνα… [χαϊδεύει το όπλο σαν χαμένος] Τι να σου κάνει ο Παπαζησόπουλος, ένοχος και γι’ αυτό ο Παπαζησόπουλος, για όλα ο Παπαζησόπουλος… κι όμως έχω τα καθαρότερα παπούτσια της ενωμοτίας, το ωραιότερο παράστημα, το ομορφότερο μουστάκι. Στο «Άψε σβύσε» της Ομόνοιας! [Πλησιάζει τον καθρέφτη, κοιτάζεται, παίρνει το όπλο και χαϊδεύει το μουστάκι] Ο Μελισσιώτης κάθε που με βλέπει μού δίνει με υποκλίσεις εφημερίδα να διαβάσω και με κερνά καλό τσιγάρο. Κι ύστερα μού φτιάχνει κι αυτή την κλίση, που δεν κάνουν πουθενά αλλού σ’ ένα παχύ μουστάκι. […]
[i] Στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει υποσημείωση, οι αναφορές σε καταστήματα οφείλονται σε πληροφοριακό υλικό από αγγελίες της εποχής που απαντούν στο βιβλίο Θανάσης Γιοχάλας, Ζωή Βαΐου, Ο Κίτσος ο λεβέντης και άλλες αγγελίες, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2016.
[ii] Όρκος αξιωματικών, υπαξιωματικών και απλών στρατιωτών της χωροφυλακής, αρθ. 17, Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, αριθμός 21, Ναύπλιον 3 Ιουνίου, 1833, Διάταγμα περί σχηματισμού της Χωροφυλακής,
https://drive.google.com/file/d/1LmtOeFujd6sh1mxrr6aTQsezdub3l7sk/view.
[iii]Περιστατικό ανατροπής άμαξας με ίππους στην Ομόνοια το 1874, που αναστάτωσε την πρωτεύουσα, χωρίς ευτυχώς θύματα. Πηγή διαδικτυακή: Η εφημερίδα «Μικρός Ρωμηός», Οι άτυχοι Αθηναίου που έπεσαν στη «μαύρη τρύπα» της Ομόνοιας
[iv]Θανάσης Γιοχάλας, Τόνια Καφετζάκη, Αθήνα, Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία, «Συγκοινωνιακά μέσα», Εκδόσεις Εστία, 6η έκδοση, Αθήνα 2019, σελ. 609 κ.ε.
.
Η παρούσα έκδοση είχε ως αφορμή την ανοιχτή πρόσκληση του Ρομαντικού Πανεπιστημίου Αθηνών για το Απονενοημένο Σύνταγμα, στο πλαίσιο της συμπλήρωσης 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση [1821-2021]. «Το Απονενοημένο Σύνταγμα είναι ένα ανεξάρτητο εγχείρημα ολιστικού χαρακτήρα. Η πρώτη φάση του αφορά μια μακροχρόνια και επώδυνη έρευνα του Ρομαντικού Πανεπιστημίου σε εφημερίδες και έντυπα των δύο προηγούμενων αιώνων, η οποία αποθησαύρισε εκατοντάδες αυτοχειρίες ανά την Ελλάδα», αναφέρεται μεταξύ άλλων στο δελτίο τύπου.
Η έκδοση περιλαμβάνει δύο ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ [μονολόγους]. Το πρώτο, Mε πίστιν και ζήλον, της Ιφιγένειας Σιαφάκα, αφορά την αυτοχειρία του χωροφύλακα Χ. Παπαζησόπουλου [1888], ενώ το δεύτερο, Οι νεκροί μιλούν με ακροστιχίδες, της Αθηνάς Τιτάκη αφορά την αυτοχειρία του εμπόρου Π. Παπαδημητρίου [1928]. Τα έργα στηρίχθηκαν στο υλικό από τις εφημερίδες της εποχής που παρείχε στις συγγραφείς το Ρομαντικό Πανεπιστήμιο, καθώς και σε ακόλουθη ιστορική έρευνα των συγγραφέων –όσο αυτή ήταν εφικτή για το θέμα τους–, προκειμένου τα κείμενα να μεταφέρουν στον αναγνώστη την ατμόσφαιρα της εποχής.
Ως ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ φιλοξενείται σύγχρονη ελληνική ποίηση με θεματική την αυτοχειρία, και δη τον χρόνο της διάπραξής της. Ο αναγνώστης –εκτός από την ποίηση των δύο συγγραφέων– θα διαβάσει ποιήματα των σύγχρονων ποιητριών και ποιητών: A. Mπαλασόπουλου, Δ. Χριστοδούλου, Ν. Ιωάννου, Ε. Καραγιαννίδου, Ε. Θάνογλου, Κ. Λυμπέρη, Φ. Βασιλοπούλου, Ο. Παπαηλίου, Κ. Λουκόπουλου, Σ. Δούμου, Σ. Σταμπόγλη, Χ. Καραντώνη, Κ.Θ. Ριζάκη και Μ. Βαχλιώτη.
Η έκδοση συμπληρώνεται, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ, με το άρθρο της ψυχαναλύτριας Ντόρας Περτέση «Ψυχαναλυτική προσέγγιση της αυτοκτονικής διάπραξης – Οι αυτόχειρες ζωντανεύουν, και καταθέτουν τη μαρτυρία τους».
.