
.

.

.
.
Δεν φτάνει που ήσουν ερχομός θερμοκηπίων
ενόχλησες και την ορθογραφία μου.
Κατ’ επανάληψη λες, μ’ έπιασες να γράφω
συνδιάζω αντί συνδυάζω που σημαίνει
συν-δύο, βάζω το ένα δίπλα στο άλλο
τα δυο μαζί ενώνω – το ζω το αφήνουμε έξω
για μετά, αν πετύχει ο συνδυασμός.
Δεν είναι λάθος φίλε μου.
Είναι μια πρόωρη ανάπτυξη αδυναμίας.
Δείξε μου εσύ ένα ύψιλον
που τα κατάφερε ποτέ σωστά να μας ενώσει.
Συνδυασμοί πολλοί αλλά πόσοι γνώρισαν
τη ρηματική τού ζω απεραντοσύνη.
Απ’ τη σκοπιά τού καθενός η ορθογραφία.
Πάρε παράδειγμα
τί κινητά που γράφεται το ψέμα:
όταν εσύ το εξακοντίζεις προς τον άλλον
σωστά το γράφεις μέσα σου, θαρραλέα.
Όμως όταν εσύ το δέχεσαι κατάστηθα
τότε το γράφεις ψαίμα.
Ρωτάς από πού ως πού
γράφω τη συμπόνοια με όμικρον γιώτα.
Ποιος ξέρει θα με παρέσυρε η άπνοια
ο ανοίκειος το ποίημα η οίηση
το κοιμητήριο η οικουμένη το οικτρόν
και η αοιδός επιθυμία
απ’ την αρχή να ξαναγραφόταν ο κόσμος.
Εξάλλου σου θυμίζω η συμπόνια
πρωτογράφτηκε λάθος από το Θεό.
Κική Δημουλά, Χαίρε Ποτέ, Ποιήματα, σελ. 394, Εκδόσεις Ίκαρος, 1998
Φωτογραφία: Peter Kemp

.
Κι εσύ Ελίνα μου παστρικιά, πλένεσαι και
σκουπίζεσαι και πάντα ματωμένη.
Σαν την Μαντόνα κάθεσαι ζωγραφιά στη μέση μιας
θολής εικόνας
Στο Αιγάλεω σου κάνουν φροντιστήριο και στην Αγία
Βαρβάρα
Πώς να δακρύζεις ψεύτικα, πώς να κινείς τα μάτια
τα βαμμένα
Πώς τάχα να καυλώνεις άγρια να τρέχουνε τα σάλια
του νυμφίου
Να σου κρεμά τα δαχτυλίδια τα χοντρά, τις γύφτικες
καδένες.
Κι εγώ στης Μητροπόλεως τα στενά και στην οδό
Βουλής το δρόμο
Κάθομαι σαν αόμματος και τραγουδώ το μήνιν άειδε
θεά μας.
Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Ελίνας Κλέος, Ένα πατριωτικό ποίημα, στίχοι 151-158, σελ. 16-17. (Εκδόσεις Άγρα, 2002)/Ένα δώρο του Γιώργη τον Ιούνιο του 2012, με τη συμβολική αφιέρωση «Με πατριωτικά αισθήματα, Γιώργης».

Λένε πως έχεις μνήμη μετά τα τέσσερα.
Σε μένα λοιπόν συνέβη το αντίθετο.
Ως τα τέσσερα είχα ζήσει κιόλας δύο ζωές
και τις θυμόμουν με λεπτομέρειες.
Μία ενιαύσια σε καζίνο της Αλεξάνδρειας
η άλλη σε φυλακή της Κωνσταντινούπολης.
Μετά τίποτα. Τα ξέχασα όλα.
Σπάω τα δάχτυλά μου κάθε μέρα να θυμηθώ.
Κάθε μέρα.
Καλά τα πηγαίνω με τα δάχτυλα όπως σχεδιάζουν
στο χαρτί τα καλοκαίρια. Ή μόνο αυτά ορέγονται…
Κάποιος ονόματι Πνεύμα
μού φύτεψε βδέλλες στο δέρμα
τίποτα δεν βγήκε με τόσο αίμα.
Όσο προχωράει η λήθη γίνεται πιο πολύ
παλιρροϊκό κύμα. Όχι.
Πιο πολύ σκυλί. Μου δαγκώνει τις γύμνιες.
Οι βίοι των ωραίων αντρών αλείψανε
τον κρόκο στο στήθος των γυναικών.
Τσακίζοντας τα χέρια σου ως τους ώμους
πολλά πράγματα δεν μπορείς να κάνεις.
Ίσως μόνο να μετανιώσεις για
κατασκευασμένες εποποιίες.
Ευτυχώς σε αφήνουν με μάτια
κι έτσι παρακολουθείς το φιλμ
της μνήμης σου σε λαϊκό κινηματογράφο.
Χαριτίνη Ξύδη

Είναι φιλοχρήματη.
Η μαμά μου χαιρόταν εκείνη τη μέρα.
Εγώ γινόμουν κομμάτια.
Δεν δίνει δεκάρα για τους λιωμένους.
Η μαμά μου φέγγει.
Εγώ σπάω πέτρες και ουρλιάζω.
Είναι ψυχρή είναι αδίστακτη.
Είναι φοβισμένη.
Η μαμά μου δεν έχει ψευδαισθήσεις.
Αυτή έχει ή τις προσποιείται με αδιαφορία
και τόση ωμότητα που πείθει τους αθώους παρατηρητές.
Πιστεύω πως έχει έναν γκόμενο ευτραφή
μεσήλικα για να διαπλέει με σιγανό ποταμίσιο
κανό τις ύποπτες μέρες.
Καπνίζει αλλά το κρύβει από τη μαμά της.
Φθονεί αλλά το κρύβει από τον εαυτό της.
Εγώ λέω ψέματα. Είμαι σκύλα.
Μισώ ακατάσχετα και αβάσταχτα.
Εγώ έχω φεγγάρια χωρίς νύχτες.
Ήλιους χωρίς μέρες. Θάλασσες ξερές – χωρίς νερό.
Και η κρίση μου δεν ξεπερνά τα φροϋδικά φέρετρα.
Δεν έχετε καμία δουλειά μαζί μου.


Mistério de Afrodite
«Από τα άνθη της πορτοκαλιάς μόνο το ένα στα δέκα γίνεται πορτοκάλι. Ποίηση είναι οι εννέα μικροί αυτοί θάνατοι».
Xλόη Κουτσουμπέλη
Λατινικά Ποιήματα
Στροβιλίστηκαν και πύρωσαν στον έρωτα.
Ναρκωμένη ακόμη απ’ τα φιλιά του
νόμισε πως έβρεχε έξω, αλλά εκείνος την πρόλαβε:
«Δεν είναι βροχή παρά οι κρότοι απ’ τα ξερόκλαδα
που καίει ο κηπουρός στον κήπο».
Ντύθηκαν, και αφού της έβαλε κάτι να πιεί,
άνοιξε και της διάβασε ποίηση του Οράτιου
απ’ το πρωτότυπο.
Της διάβασε γαμήλιους ύμνους.
Ιδιόρρυθμοι λαρυγγισμοί και φθόγγοι
και χυμώδεις λέξεις των λατινικών.
Μετά τον έρωτα τελείωσαν με στίχους.
Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Από τη συλλογή «Θείο κορμί» Διαγώνιος 1994
.
«Με το λυκοφως το εσπερινο
Ακουσαμε ξεμακρες τις ορδες των νηπιων
Που προφεραν τις πρωτες λεξεις
Συλλαβες από ένα επος Πρωτοφατο»
Μαρία Μαργαρίτη
.
.
«Με μια Μέδουσα στην πρύmνη Που πenθη fωσφόrιζε στα λέπια των ψαριών την ώρα που enας μικρός και αγαθός Περσέας αγνάντευε μαστουρωμένος επιείκεια Στην kουπαστή της ιερής μετάlηψης».
Canto Del Cigno
«Δεν χρειαζόταν να ψαλιδίσεις αρχαία μηνύματα
συνδαιτυμόνα της γραφής, για να δειπνήσουμε με μονοκονδυλιές».
Στέλλα Δούμου
.
.

Πρίγκιπα, η μέρα αργοσβήνει.
.
.