RSS

Category Archives: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΠΟΙΗΣΗ (ξένη)

Μαρκ Φορντ, Μια στενή φίλη

Αυτή σκέφτηκε ότι μπορεί να ήταν οι βιταμίνες.
Εγώ μάλλον σκέφτηκα ότι εδώ έχουμε έναν άντρα
αποφασισμένο να χαραμίσει τη ζωή του.
Συναντηθήκαμε σ’ ένα μπαρ για να συζητήσουμε στρατηγικές κινήσεις.
«Είναι εντάξει», δήλωσε ψιθυριστά,
«αρκετά ευφυής συχνά». Τη ρώτησα τι γνώμη είχε
για τα μελλοντικά του σχέδια. «Αρ-αρ-αρ-αρ-αρκετά καλά», είπε
«Πω, πω», είπα,
«μη μου πεις ότι τραυλίζεις σαν κι αυτόν τώρα!»

Μαρκ Φορντ, Μια στενή φίλη, μτφρ.: Bασίλης Παπαγεωργίου, Περιοδικό Ποίηση, τεύχος 14, Φθινόπωρο-Xειμώνας 1999

Πίνακας: Yuqi Wang

 

 

Έμιλυ Ντίκινσον, J 1263/ Fr 1286

Katy Sullivan (8)

.

There is no Frigate like a Book
To take us Lands away
Nor any Coursers like a Page
Of prancing Poetry –
This Travel may the poorest take
Without oppress of Toll –
How frugal is the Chariot
That bears the Human Soul –

Φρεγάτα όπως το Βιβλίο δεν υπάρχει
Για να μας πάει σε Μέρη μακρινά
Ούτε άλογο Δρομέας σαν τη γεμάτη
Σελίδα Ποίησης που όλο αναπηδά –
Τέτοιο Ταξίδι κι ο φτωχότερος θα κάνει
Άλλα Διόδια δεν θα περάσει στα κρυφά –
Πόσο λιτό είν’ αυτό το Άρμα – κουβαλάει
Του Ανθρώπου την ψυχή – με σιγουριά –

 Έμιλυ Ντίκινσον, Ποιήματα, J 1263/ Fr 1286, Μτφρ.: Μαρία Δαμολή, Εκδόσεις Γιαλός, 2011

Πίνακας: Katy Sullivan

.

 

Πωλ Ελυάρ, Να κοιμάσαι

Arnold Genthe-nudestudy-c1905

.

Suite

Dormir la lune dans un oeil et le soleil dans l’autre
Un amour dans la bouche un bel oiseau dans les cheveux
Parée comme les champs les bois les routes et la mer
Belle et parée comme le tour du monde
Puis à travers le paysage


Parmi les branches de fumée et tous les fruits du vent
Jambes de pierre aux bas de sable
Prise à la taille à tous les muscles de rivière
Et le dernier souci sur un visage transformé.

http://www.pierdelune.com/eluard1.htm

***

Να κοιμάσαι με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο
μ’ έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μες στα
μαλλιά
στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.
Να φεύγεις και να χάνεσαι
μεσ’  απ’ τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του
ανέμου
πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες
και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούρια σου όψη επάνω.

Μτφρ.: Oδυσσέας Ελύτης

Photo: Arnold Genthe

.

.

 
Image

Σύλβια Πλαθ, Το όνειρο

Σύλβια Πλαθ, Το όνειρο

«Χθες βράδυ», είπε, «κοιμήθηκα μια χαρά
αν εξαιρέσεις δυο αλλόκοτα όνειρα
που ήρθαν λίγο πριν αλλάξει ο καιρός
όταν σηκώθηκα κι άνοιξα όλα
τα πατζούρια, για να μπει στα δωμάτια
ο ζεστός πουπουλένιος άνεμος με το υγρό του φτέρωμα.

Στο πρώτο όνειρο οδηγούσα
κατεβαίνοντας τα σκότη, μέσα σε μια μαύρη νεκροφόρα
με πολλούς ανθρώπους, ώσπου τράκαρα
σ’ ένα φως κι αμέσως μια γυναίκα
μαινόμενη μας ακολούθησε κι όρμησε καταπάνω μας
να σταματήσει το αυτοκίνητό μας.

Κραυγάζοντας ήρθε στο νησί
Που είχαμε σταματήσει και με μια βλαστήμια
απαίτησε να πληρώσω πρόστιμο
επειδή φέρθηκα σαν αγροίκος επιδρομέας
και κατέστρεψα όλο το αόρατο
εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού του Σύμπαντος.

Άκουσα τότε πίσω μου μια φωνή
να με ειδοποιεί να της κρατήσω το χέρι
και να τη φιλήσω στο στόμα γιατί
μ’ αγαπούσε κι αν την αγκάλιαζα με θάρρος
θα γλίτωνα όλη την ποινή.
«Ξέρω, ξέρω» είπα στο φίλο μου.

Παρ’ ολ’ αυτά περίμενα να μου βάλει πρόστιμο
και πήρα της γυναίκας το λαμπερό ένταλμα
(καθώς εκείνη ξέπλενε τη διαδρομή με δάκρυα),
μετά οδήγησα νά ’ρθω σε σένα πάνω στον άνεμο.
Δεν σου λέω για τον εφιάλτη
που μου συνέβη στην Κίνα.»

*Aπόδοση από τα αγγλικά: Κλεοπάτρα Λυμπέρη.

Πίνακας: Susan Jamesson


http://tokoskino.wordpress.com

/http://tokoskino.wordpress.com/2013/11/10/sylvia-plath-%CF%84%CE%BF-%CF%8C%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%BF-2/#respond.

 

Tags:

Image

Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Βέρστια

Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Βέρστια

 

Φοράς, γλυκέ μου, κουρέλια

Που ’ταν κάποτε σα σάρκα τρυφερή.

Όλα τα χάλασα, τα έσκισα —

Απέμειναν μόνον δυο φτερά.

.

Με τη μεγαλοπρέπειά σου ντύσε με,

Σώσε με κι ελέησόν με.

Και τα σάπια ράκη τα φτωχά

Στο ιεροφυλάκιο πήγαινέ τα.

13 Μαΐου 1918

.

Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Βέρστια, σελ. 42,

μτφρ.: Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, Εκδόσεις Ενδυμίων, 2013

.

Πίνακας: Εdite Grinberga

 

Tags:

Image

Τσαρλς Μπουκόφσκι, Ώστε θες να γίνεις συγγραφέας;

Τσαρλς Μπουκόφσκι, Ώστε Θες να Γίνεις Συγγραφέας;

Αν δεν βγαίνει από μέσα σου ορμητικά
σε πείσμα όλων,
μην το κάνεις.
Αν δε βγει απρόσκλητο
από την καρδιά κι απ’ το μυαλό σου κι απ’ το στόμα
κι απ’ τα σωθικά σου,
μην το κάνεις.
Αν κάθεσαι με τις ώρες
και κοιτάς την οθόνη του υπολογιστή σου
ή σκύβεις σαν καμπούρης πάνω από τη γραφομηχανή σου
ψάχνοντας βασανιστικά τις λέξεις,
μην το κάνεις.
Μην το κάνεις για τα λεφτά
Ή για τη δόξα,
Ασ’ το καλύτερα.
Αν το κάνεις γιατί νομίζεις πως θα σου φέρει
γυναίκες ή άντρες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
Αν κάθεσαι εκεί πέρα και
γράφεις ξανά και ξανά τα ίδια και τα ίδια,
μην το κάνεις.
Αν ζορίζεσαι όταν σκέφτεσαι να το κάνεις,
τότε μην κάνεις.
Αν προσπαθείς να γράψεις όπως άλλος,
ξέχνα το.
Ασ’ το καλύτερα.
Αν περιμένεις να βγει μουγκρίζοντας από μέσα σου,
τότε περίμενε υπομονετικά.
Κι αν δεν βγει με βαθύ βρυχηθμό,
κάνε κάτι άλλο.
Αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις στη γυναίκα σου
ή στην γκόμενά σου ή στον γκόμενό σου
ή στους γονείς σου ή σε οποιονδήποτε άλλον,
δεν είσαι έτοιμος να γίνεις συγγραφέας.
Μην γίνεις σαν τόσους και τόσους γραφιάδες,
μην γίνεις σαν κι αυτούς τους μύριους
που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μην γίνεις κουτός και πληκτικός
και ξιπασμένος,
μην αφήνεις την αυταρέσκεια να σε κατασπαράξει.
Οι βιβλιοθήκες του κόσμου έχουν
πνιγεί στο χασμουρητό
με το σινάφι σου.
Μην προστεθείς κι εσύ σ’ αυτούς.
Μην το κάνεις.
Αν δεν εκτοξεύεται απ’ την ψυχή σου σαν πύραυλος,
Ασ’ το καλύτερα.
Καν’ το μονάχα αν νιώσεις ότι το να μην το κάνεις
Θα σε οδηγήσει στην τρέλα,
στην αυτοκτονία ή στο φόνο.
Αλλιώς, μην το κάνεις.
Αν δεν νιώσεις ότι ο ήλιος μέσα σου
σου καίει τα σπλάχνα,
μην το κάνεις.
Όταν έρθει στ’ αλήθεια η ώρα,
κι αν έχεις το χάρισμα,
θα συμβεί
από μόνο του
και θα συνεχίσει να συμβαίνει
ώσπου να πεθάνεις ή ώσπου να πεθάνει εκείνο.
Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει.
Ποτέ δεν υπήρξε.

Τσαρλς Μπουκόφσκι, Ώστε Θες να Γίνεις Συγγραφέας;

(
Mτφρ.: Σώτη Τριανταφύλλου)/ Περιοδικό Ζενίθ

Πίνακας: Alberto Gálvez

.

.

 

 

Tags:

Image

Στεφάν Μαλλαρμέ, Οπτασία

Στεφάν Μαλλαρμέ, Οπτασία

Θλιβόταν η σελήνη. Σεραφείμ με ολοφυρμούς
Κρατώντας τα δοξάρια μες σε βαρύθυμους ανθούς
Ονειρεύονταν, και από βιόλες που ’σβηναν αντλούσαν
Λευκούς λυγμούς που πάνω στους γαλάζιους κάλυκες γλιστρούσαν.
– Ήταν η ευλογημένη μέρα του πρώτου σου φιλιού
Ο ρεμβασμός μου θέλοντας να με βασανίσει
Μεθούσε φρόνιμα με το άρωμα της θλίψης
Που δίχως μετάνοια και δίχως πίκρα καμιά αποθέτει
Το τρύγημα ενός Ονείρου στην καρδιά που το δρέπει
Περιπλανιόμουνα λοιπόν το βλέμμα προσηλώνοντας
Στο λιθόστρωτο το παλιό όταν με ήλιο στα μαλλιά
Μέσα στο βράδυ απ’ το δρόμο πρόβαλλες εσύ γελώντας
Και πίστεψα πως έβλεπα με κάλυμμα φωτός την νεράιδα την παλιά
Που περνούσε από τα όμορφα ονείρατά μου τα παιδικά
Κι άφηνε να πέφτουν σαν νιφάδες από τα μισόκλειστά της χέρια
Χίλια μπουκέτα μυρωμένα αστέρια.

Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου

Πίνακας: Hayv Kahraman

.

 

Tags:

Image

Στη μνήμη του Federico Garcia Lorca

Στη μνήμη του Federico Garcia Lorca

Kιθάρα

Αρχίζει ο θρήνος της κιθάρας
σπάζουν οι κούπες της αυγής.
Αρχίζει ο θρήνος της κιθάρας.
Δεν ωφελεί κι αν πεις να πάψει.
Δεν το μπορείς να πεις να πάψει.
Κλαίει, κλαίει μονότονα
όπως κλαίει το νερό
όπως κλαίει ο άνεμος
πάνω απ’ το χιόνι.
Άϊ κιθάρα, άϊ καρδιά
πληγωμένη,
πληγωμένη από πέντε λόγχες.

Federico Garcia Lorca

Απόδοση στα ελληνικά Β.Πετρή

.

Λόρκα: Η  εμμονή  του  θανάτου  συναντά τις εμμονές  της  πραγματικότητας

ή

“ δολοφονημένος  απ’  τον  ουρανό ”

Δολοφονημένος απ’ τον ουρανό.

Ανάμεσα  στα  οχήματα  που  παν ως  το  ερπετό

και  στα  σχήματα  που  ψάχνουνε το  κρύσταλλο,

θ’ αφήσω  να  μακρύνουν  τα  μαλλιά  μου.

Με  το  κουτσουρεμένο  δέντρο  που δεν  τραγουδά

και το  παιδί  με  το  λευκό  από  αυγό  πρόσωπο.

Με  τα ζωάκια που  έχουνε  σπασμένο  το  κεφάλι

και  το  νερό κουρελιασμένο  απ’  τα  ξερά τα  πόδια.

Με  όλα  εκείνα που  έχουνε  μια  κούραση  κωφάλαλη

και  μια  πνιγμένη  πεταλούδα  μες  στο  μελανοδοχείο.

Σκοντάφτοντας

στο  διαφορετικό  μου  πρόσωπο της κάθε  μέρας

Δολοφονημένος  απ’  τον  ουρανό!

“Επιστροφή  από  περίπατο” 6  Σεπτεμβρίου  1929. Federico Garcia Lorca,  Ποιητής στη  Νέα  Υόρκη, μτφρ: Βασίλης Λαλιώτης, εκδόσεις  Σμίλη, Αθήνα  1993.

.

Ο  Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, από  τους  μεγαλύτερους  ποιητές  και  θεατρικούς  συγγραφείς του 20oύ αιώνα, γεννήθηκε το 1898 στο Φουέντε  Βακέρος, ένα μικρό χωριό της  Ανδαλουσίας, και  δολοφονήθηκε  στις 18  Αύγουστο του 1936 από τους οπαδούς του Φράνκο. Ο πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της  περιοχής και η  μητέρα του δασκάλα, από  την οποία  ο Φεδερίκο  έμαθε  τα  πρώτα  του γράμματα. Στη  συνέχεια σπουδάζει  στη  Νομική  και  Φιλοσοφική  Σχολή  της  Γρανάδας, ασχολείται  με  τη  μουσική  (μαθαίνει πιάνο και κιθάρα) και  με  τη ζωγραφική.

.

federico H0046-L00423673

.

Θα σχετιστεί  με σπουδαίους καλλιτέχνες της εποχής (Νταλί, Ντε  Φάλια, Μπουνιουέλ, Γιλιέν κ.ά). Συνεργάστηκε  με τον Ντε Φάλια για τη διάσωση του κάντε χόντο — βαθύ τραγούδι που έχει τις ρίζες του στη μουσική των Ινδιών και που κουβάλησαν οι τσιγγάνοι μαζί τους και το οποίο  διαφοροποιείται  από το φλαμένκο, που  μορφοποιείται περίπου τον 18ο αι. Το 1928 ο Λόρκα θα γίνει  διάσημος με το Ρομανθέρο Χιτάνο (τσιγγάνικα τραγούδια, όπου προβάλλεται το ανδαλουσιανό στοιχείο). Θα κατηγορηθεί  από τον Νταλί και  τον Μπουνιουέλ για συμβατικότητα στη γραφή και για λυρισμό, ο οποίος επαναφέρει τα παρελθοντικά ποιητικά μοτίβα.  Αργότερα (1929) θα επισκεφτεί τις Η.Π.Α, όπου  θα διαμείνει εννέα μήνες,θα συνεχίσει το ποιητικό του έργο και θα δώσει διαλέξεις. Η συλλογή  Ποιητής στη Ν. Υόρκη είναι ένα  σχόλιο για  την  αποπνευματοποίηση και αποσύνθεση της μεγάλης πόλης, όπως επίσης και μία κοινωνική διαμαρτυρία. Χρησιμοποιείται η αυτόματη γραφή και το έργο του χαρακτηρίζεται συνήθως ως  υπερρεαλιστικό. Ύστερα από ένα σύντομο ταξίδι στην Κούβα (1930) θα  επιστρέψει στη Μαδρίτη και θα αναλάβει το πανεπιστημιακό θέατρο “Λα Μπαράκα”, δημιουργείται ένας  περιοδεύων φοιτητικός θίασος, ο  οποίος  παρουσιάζει  σε  ολόκληρη την Ισπανία θεατρικά  έργα της ισπανικής παράδοσης. Ταυτόχρονα ανεβάζονται έργα στην Ισπανία και δημοσιεύεται το ποιητικό του  έργο. Ως σκηνοθέτης θα ταξιδέψει στην Αργεντινή (1933), με έναν νεοσύστατο θίασο. Εκεί  θα ανεβάσει  το Ματωμένο  γάμο και άλλα  θεατρικά του  έργα. Το 1934  επιστρέφει  στην Ισπανία, όπου συνεχίζει  το  έργο  του έως και  τον  πρόωρο  θάνατό  του.

Έργα: α) ποίηση: Μπαλάντα της πλατεϊτσας, Ρομανθέρο Χιτάνο, Ποιητής στη Ν. Υόρκη κ.ά. β) θέατρο: Ματωμένος γάμος, Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, Γέρμα, Η θαυμαστή μπαλωματού κ.ά.

.

.

Πίνακας: Μenchu Gamero

.

Τα πρώτα του χρόνια τα έζησε δίπλα στη φύση, στον  κάμπο  της Γρανάδας, γεγονός που  στιγματίζει  ολόκληρο  το  ποιητικό  και  το  θεατρικό  του  έργο:το ανδαλουσιανό τοπίο, ο χαρακτήρας και η κουλτούρα του περνούν με τη ζωντανή εικονοποιητική τους ανάπλαση στο έργο του Λόρκα. Επαναλαμβανόμενα μοτίβα όπως αυτά του φεγγαριού και του χιονιού, της φυσικής ζωής του κάμπου (λουλούδια, φυτά, ζώα, ποτάμια),των αυστηρών ηθών που θυμίζουν αρκετά παλαιότερα ήθη και της ελληνικής κοινωνίας, του έρωτα και του πάθους, των ηλιοκαμμένων αντρών με τα λευκά πουκάμισα, των κοριτσιών με τα πολύχρωμα ή κατάμαυρα πένθιμα φουστάνια, την αυστηρή σπανιόλικη ηθική και τα κρυμμένα πάθη, τους ήχους του ανέμου, της θάλασσας που συναντιούνται με τους ρυθμούς  του flamenco, τους καλπασμούς των αλόγων,τους αλαλαγμούς των πανηγυριών και τις κραυγές των βεντετών, το μέτρημα του χρόνου στο λιοπύρι ή στην ανδαλουσιανή νύχτα και τέλος το μαχαίρι και ο θάνατος. Ο θάνατος καταδυναστεύει όλο το έργο του Λόρκα, όπως καταδυνάστευε την ίδια τη ζωή του. Επαναλαμβάνεται είτε μέσα από περισσότερο συμβολικούς δρόμους και υπερρεαλιστικά σχήματα,όπως κυρίως στη συλλογή “Ποιητής στη Νέα Υόρκη”, είτε με τη ρεαλιστική  περιγραφή και  δραματοποίηση, όπως στα  περισσότερα  θεατρικά του έργα. Όπως και  νά ’χει,  εκείνο  που  διακρίνει  το  έργο  του  Λόρκα είναι το  έντονο  λυρικό στοιχείο, οι εκπληκτικές εικονοποιήσεις, το πάθος και το συγκινησιακό φορτίο που κουβαλούν οι λέξεις και  διαχέουν οι ήχοι και η  μουσικότητα της γλώσσας του, οι συλλήψεις του κόσμου του, που είναι πρώτιστα εξακτινώσεις των  αισθήσεων. Ο Λόρκα είναι  η  Ισπανία και  το  ντουέντε  της…Ο ίδιος  λέει: “Η  Ισπανία καίγεται αδιάκοπα απ’ το ντουέντε! Γιατί είναι μια χώρα  αρχαίας  μουσικής  και  αρχαίου  χορού, όπου  το  ντουέντε  στίβει λεμόνι από  ξημέρωμα. Μια  χώρα  θανάτου, μια χώρα  ανοιχτή  στο  θάνατο.” (Φεντερίκο Γκαρθία  Λόρκα, Ντουέντε, μτφρ: Ολυμπία Καράγιωργα, εκδόσεις “ Εστία ”, Αθήνα  1998).

Η δολοφονία του Λόρκα

Η φιγούρα του Λόρκα είναι  μελαγχολική, ο ίδιος ποτέ  δεν  μπόρεσε  να  συμβιβαστεί με  την αυστηρή  ηθική της εποχής του, η ομοφυλοφιλία του – ακόμη και  σήμερα στην Ισπανία τείνει στο να  αποσιωπάται σε συνδυασμό  με τις πολιτικές του  θέσεις  και  τον  τρόπο  της δολοφονίας  του. Το  γεγονός σχολιάστηκε έντονα  από  τον  ξένο  τύπο  κατά  τις  εκδηλώσεις,  που  έγιναν το 1998 στην Ισπανία, για τα  εκατό χρόνια από τη γέννηση του  Λόρκα- υπήρξε  παράγοντας που  συχνά  τον  έφερε  σε  σύγκρουση και του δημιούργησε προβλήματα. Ακούγεται και η άποψη ότι ο ποιητής δε  δολοφονήθηκε μόνο γιατί  ήταν κομμουνιστής, αλλά και γιατί υπήρξε  ομοφυλόφιλος. Πολλοί το  συνδυάζουν με κάποιες πληροφορίες σχετικές με την ώρα της δολοφονίας και με το γεγονός ότι ο Λόρκα δολοφονήθηκε πισώπλατα. Λέγεται  ότι  το  ποίημα “Ρομάντσα της ισπανικής πολιτοφυλακής” υπήρξε  η  αιτία της δολοφονίας του (Μαύρα τ’ άλογά τους είναι./Και τα πέταλά τους μαύρα./Πάνω στις κάπες τους γυαλίζουν/κεριού και  μελανιού  λεκέδες.[ ] Μα η Χωροφυλακή/ προχωράει σπέρνοντας φλόγες,/όπου πια γυμνή και νέα καίγεται η φαντασία./Η Ρόσα δε  λος  Καμπόριος,/κλαίει  στην πόρτα καθισμένη/ με τα  δυο  στήθη  κομμένα/και  βαλμένα σ’ ένα δίσκο./Κι άλλα τρέχανε κορίτσια/να τ’ακολουθάν χωρίστρες/σ’ έναν αέρα όπου σκάγαν/ρόδα από  μπαρούτι  μαύρο..)5

Ο Λόρκα πάντως δεν αναμείχθηκε ενεργά στην πολιτική, η στρατευμένη τέχνη  ήταν κάτι εξάλλου που όπως δήλωνε  δεν τον  αφορούσε. Ο  ίδιος δηλώνει για  τα  πολιτικά  του  φρονήματα:“ Πιστεύω πως, επειδή είμαι γραναδίνος, έχω την τάση να νιώθω  συμπάθεια για τους κατατρεγμένους: τον τσιγγάνο, το  μαύρο, τον εβραίο, το μαυριτανό· που  τους  κουβαλούμε  μέσα  μας ”(1931).6Ένα μήνα πριν από το θάνατό του έλεγε  στον ποιητή  Ντάμασο  Αλόνσο “Δε θα γίνω ποτέ  πολιτικοποιημένος. Είμαι επαναστάτης, γιατί  δεν  υπάρχουν  αληθινοί  ποιητές που να μην είναι  επαναστάτες. Δε συμφωνείς; Αλλά να γίνω πολιτικοποιημένος; Ποτέ !” 7. Το ίδιο διάστημα δήλωνε μεταξύ άλλων σε κάποιον δημοσιογράφο για το περιβόητο ποίημα:“ …Έλαβα πρόσφατα μια δικαστική  κλήση, κι  έμεινα κατάπληκτος. Γιατί όσο και να προσπάθησα  να  θυμηθώ,  δε  βρήκα  καμιάν  εξήγηση, μήτε  μπόρεσα να φανταστώ τι τρέχει. Πήγα λοιπόν στο  δικαστήριο, και  ξέρεις τι  μου  είπαν; Ούτε  λίγο ούτε  πολύ, ένας – κάποιος κύριος απ’ την Ταραγόνα, που μου είναι τελείως άγνωστος, μου έκανε  μήνυση  για τη Ρομάνθε της Ισπανικής Χωροφυλακής, που είχα δημοσιεύσει πριν από οχτώ χρόνια στο Ρομανθέρο Χιτάνο!…Φυσικά, εξήγησα με πολλές λεπτομέρειες στον εισαγγελέα το θέμα  της ρομάνθε, τις ιδέες μου για τη Χωροφυλακή, την ποίηση, τις ποιητικές εικόνες, το σουρεαλισμό, τη λογοτεχνία και δε συμμαζεύεται. Ήταν πολύ ξύπνιος ο άνθρωπος, και φυσικά  έμεινε  ικανοποιημένος”.8

Δολοφονήθηκε στις 19/8/1936. Μαζί με ένα κουτσό δάσκαλο,το γιο του και δύο άσημους ταυρομάχους…“Το έγκλημα έγινε κάπου διακόσια μέτρα μακριά από μια παράξενη  πηγή  με παγωμένο αναβράζον νερό που σήμερα αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο και που οι Ισπανοί το ονομάζουν Φουέντε Γκράντε, δηλαδή Μεγάλη Πηγή, ενώ οι Άραβες στον καιρό τους την ονόμαζαν Αϊναδαμάρ, δηλαδή Πηγή των Δακρύων.”( Νίκος Γκάτσος).9 H επίσημη εκδοχή της δολοφονίας του  Λόρκα  είναι “τραυματισμός σε εμπόλεμη  κατάσταση ”…

http://www.scribd.com/doc/35416685/%CE%A6%CE%B5%CE%B4%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%BA%CE%BF-%CE%93%CE%BA-%CE%9B%CF%8C%CF%81%CE%BA%CE%B1-%CE%9D%CF%84%CE%BF%CF%85%CE%AD%CE%BD%CF%84%CE%B5

.

.

.

.

 

Ιφιγένεια Σιαφάκα, Μια ματιά στη νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία, εκδόσεις Γρηγόρη, 2000

.

Federico Garcia Lorca sc san

Πίνακας: Rinaldo Hopf

.

Ιωσήφ Μπρόντσκι, Ο ορισμός της ποίησης

(Μτφρ: Δημήτρης B. Τριανταφυλλίδης)

http://samizdatproject.blogspot.gr/2011/12/blog-post_27.html

στη μνήμη του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Υπάρχει ο θρύλος, σύμφωνα με τον οποίο πριν την εκτέλεση

είδε τον ήλιο να υψώνεται  πίσω από το κεφάλι του στρατιώτη

Και τότε είπε:

– Παρόλα αυτά ο ήλιος ανατέλλει…

Πιθανόν αυτή να ήταν η αρχής του ποιήματος/

Να θυμάσαι τα τοπία

πίσω από τα παράθυρα των δωματίων των γυναικών,

πίσω από τα παράθυρα στα διαμερίσματα των συγγενών,

πίσω από τα γραφεία των συνεργατών.

Να θυμάσαι τα τοπία

πίσω από τους τάφους των ομοϊδεατών.

Να θυμάσαι

πόσο αργά πέφτει το χιόνι,

όταν μας καλεί ο έρωτας.

Να θυμάσαι τον ουρανό,

που απλώνεται πάνω στην υγρή άσφαλτο,

όταν μας θυμίζουν την αγάπη προς τον πλησίον.

Να θυμάσαι

πως σέρνονται πάνω στο τζάμι οι θολές σταλαγματιές της βροχής,

παραμορφώνοντας τις αναλογίες των κτιρίων,

όταν μας εξηγούν τι πρέπει να κάνουμε.

Να θυμάσαι

πως πάνω απ’ την αφιλόξενη γη

σβήνει τα τελευταία απλωμένα χέρια

ο σταυρός.

Μια φεγγαρόλουστη νύχτα

να θυμηθείς την μεγάλη σκιά,

που έπεφτε από ένα δέντρο ή έναν άνθρωπο.

Μια φεγγαρόλουστη νύχτα

θα θυμηθείς τα μεγάλα κύματα του ποταμού,

που λάμπουν θαρρείς κι είναι πτυχές φορεμένου παντελονιού.

Και την αυγή,

θα θυμηθείς τον δρόμο,

από τον οποίο θα σε οδηγήσουν οι φρουροί.

Να θυμηθείς

πως ανατέλλει ο ήλιος

πάνω από τους ξένους σβέρκους των φρουρών.

1959

.

federico 1185186_10151813701072369_336274111_n

.

Στέλλα Ουράνια Δούμου, Στη μνήμη του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα


σιδερένιες οι μέλισσες
που πλαγιάσαν στο αίμα βουίζοντας θάνατο.
κορμί σιωπηλό τις αγκάλιασε.
το άγνωστο χώμα βύζαξε
άπληστα
τον Τσιγγάνο-Νεκρό
και από τότε
μέλι ξερνάει και σίδερο.
μόνο η νύχτα το ξέρει.
φαγωμένη σελίδα
η Γρανάδα
στη σιωπή την απώτατη κάηκε
και στραβώσαν οι ρίζες του κόσμου.
μα το είπες: «στη στάχτη ωριμάζει ο καρπός του ντουέντε»

.

.

2.

Έτσι οι φίλοι μας  ντόπιοι και ξένοι, γνωστοί και άγνωστοι, με άλλο χρώμα από το φυσικό μας, άλλους ντουνιάδες με προορισμό να κατοικούν ή να εξαλείφονται και άλλα πλυμένα ενδύματα άπλυτα εν οίκω ή εν δήμω πουλημένα, με ήθη διάφορα στην υπνοβασία

και στην παρασκευή κόκκινης σάλτσας ή λαχανικών για τα βραστά, με ρίγες χοντρές λεπτές ξεθωριασμένες στα σώβρακα και μ’ άλλο υλικό (μεταξωτό ή φτηνοτσίτι) να ντύνουνε τα μαξιλάρια και

τις νύφες, με προτιμήσεις άλλες στους βλαστούς και στους καρπούς μες στα δοχεία στο σαλόνι ή στο μπάνιο, με βλέψεις λίγο έως πολύ

μεγαλεπήβολες και τολμηρές στην ποιητική επούλωση του κόσμου

 

λοι, όμως, οι φίλοι, μηδενός εξαιρουμένου απαγχονίστηκαν στο τελευταίο γράμμα ατενίζοντας το μέλλον της τελείας  

 

Και με φτωχό ή μεγαλορρήμον ευχολόγιο υπέρ της της ανοησίας αναπαύσεως στις κάσες αγχινοίας στις κηδείες Με άλλη εφεύρεση ξυρίσματος των παρειών ή του αιδοίου ή απολέπισης των ηθικώνν οχλήσεων Με άλλα οξύμωρα ωριμότητας Μεταφορές του απωθημένου Μετωνυμίες Που με την αρωγή τους προήγαγαν το έλασσον σε κρείσσον Για να εξεγερθούν ασύλληπτες οι φράσεις — ένα απλούστατο παράδειγμα σας δίνω:

 

δυο παραμάνες, σαν μπαντερίγιες σφηνωμένες, στο δεξιό αυτί ενός πορτοκαλιού δεινόσαυρου Αυλαία Αυτός σφαδάζει Αυλαία Αρμέγει μια γελάδα κάθε που ακούγεται ένας τουφεκισμός από Γκουέρνικα και πυρακτώνει το νίκελ στους αθίγγανους μαστούς του Φεδερίκο

 

Διάλειμμα Οι παραμάνες τα βράδια μετατρέπονται όταν κοιμούνται όλοι  σε αυτί Και το αυτί τρομάζει από χαρά Kαι μεταλλάσσεται αμέσως σε δεινόσαυρο Αυλαία— Έτσι αντιλαμβανόμαστε πάρα πολύ καλά ότι οι παραμάνες βρίσκονται εκεί για να προϊστορήσουν  όλα τα τσιμπήματα ασφάλειας  στα ζώα Ναι Όλοι το καταλάβαμε αυτό

Ουαί  Κι αν όχι Δεν πειράζει Από το ακατάληπτο προέρχεται η σοφία  Μπορούμε να μας συγχωρήσουμε έτσι πανέμορφους με αχυρένιο φωτοστέφανο και τους πορτοκαλιούς δεινόσαυρους στα χείλη και με αυτό το μεγαλειώδες σε καρέ σχηματισμούς χωνάκι από

σοκολατένια άγνοια που λιώνει στα ατσαλάκωτα λινάρια

γιατί έτσι είναι Αυτό : Γενναιοδωρεί εκρήξεις ηδονής και στο χυδαίο ακόμη Για να ορθώνει απ’ το μηδ/έν  το    έν  α

 

Ιφιγένεια Σιαφάκα, Μετάlipsi (απόσπασμα)

.

.

FEDERICO menchu-gamero-artwork-large-96578

 

Πίνακας: Μenchu Gamero

.

 


5 Οδός  Πανός (Νο 99-100), Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος  1998, αφιέρωμα  Φεδερίκο Γκαρθία  Λόρκα.(Απόδοση:Β. Λαλιώτης).

6 Φεδερίκο  Γκαρθία  Λόρκα, Τσιγγάνικα Τραγούδια, Απόδοση  και  σημειώσεις: Αργύρης Ευστρατιάδης, εκδόσεις  Καστανιώτη, Αθήνα  1998.

7 Ό. π.

8 Ό. π.

9 Φεδερίκο Γκαρθία  Λόρκα, Θέατρο και Ποίηση, ελληνική  απόδοση:Ν. Γκάτσου, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα  1994.

 

 

Preguntas Hermosas (Carl Sandburg, Pablo Neruda)

380711_3830481319851_1775542204_n

Under the harvest moon

UNDER  the harvest moon,
When the soft silver
Drips shimmering
Over the garden nights,
Death, the gray mocker,
Comes and whispers to you
As a beautiful friend
Who remembers.

Under the summer roses
When the flagrant crimson
Lurks in the dusk
Of the wild red leaves,
Love, with little hands,
Comes and touches you
With a thousand memories,
And asks you
Beautiful, unanswerable questions.

POEMA X, Pablo Neruda


ΗΕΜΟS perdido aún este crepúsculo.
Nadie nos vio esta tarde con las manos unidas
mientras la noche azul caía sobre el mundo.

He visto desde mi ventana
la fiesta del poniente en los cerros lejanos.

A veces como una moneda
se encendía un pedazo de sol entre mis manos.

Yo te recordaba con el alma apretada
de esa tristeza que tú me conoces.

Entonces, dónde estabas?
Entre qué genes?
Diciendo qué palabras?
Por qué se me vendrá todo el amor de golpe
cuando me siento triste, y te siento lejana?

Cayó el libro que siempre se toma en el crepúsculo,
y como un perro herido rodó a mis pies mi capa.

Siempre, siempre te alejas en las tardes
hacia donde el crepúsculo corre borrando estatuas.

 

We’ve lost even this dusk.
No one saw us this afternoon holding hands
as the blue night fell over the world.

I’ve seen from my window
the festival of the west wind in the faraway hills.

Sometimes like a coin,
a piece of the sun flames between my hands.

I remembered you with the constrained soul
of that sadness that you knew in me.

So, where were you?
Among what people?
Speaking what words?
Why does total love come to me so suddenly
when I feel such sadness, and feel you so far away?

The book, always taken up at dusk, fell away,
and like a wounded dog my cape gathered round my feet.

Always, always you distance yourself in the afternoons
toward where the dusk runs, turning even statues to dark.

Translation: Terence Clarke

 
Image

Arthur Rimbaud, Adieu

L’automne, déjà ! – Mais pourquoi regretter un éternel soleil, si nous sommes engagés à la découverte de la clarté divine, – loin des gens qui meurent sur les saisons.

L’automne. Notre barque élevée dans les brumes immobiles tourne vers le port de la misère, la cité énorme au ciel taché de feu et de boue. Ah ! les haillons pourris, le pain trempé de pluie, l’ivresse, les mille amours qui m’ont crucifié ! Elle ne finira donc point cette goule reine de millions d’âmes et de corps morts et qui seront jugés ! Je me revois la peau rongée par la boue et la peste, des vers plein les cheveux et les aisselles et encore de plus gros vers dans le coeur, étendu parmi les inconnus sans âge, sans sentiment… J’aurais pu y mourir… L’affreuse évocation ! J’exècre la misère.

Et je redoute l’hiver parce que c’est la saison du comfort !

– Quelquefois je vois au ciel des plages sans fin couvertes de blanches nations en joie. Un grand vaisseau d’or, au-dessus de moi, agite ses pavillons multicolores sous les brises du matin. J’ai créé toutes les fêtes, tous les triomphes, tous les drames. J’ai essayé d’inventer de nouvelles fleurs, de nouveaux astres, de nouvelles chairs, de nouvelles langues. J’ai cru acquérir des pouvoirs surnaturels. Eh bien ! je dois enterrer mon imagination et mes souvenirs ! Une belle gloire d’artiste et de conteur emportée !

Moi ! moi qui me suis dit mage ou ange, dispensé de toute morale, je suis rendu au sol, avec un devoir à chercher, et la réalité rugueuse à étreindre ! Paysan !

Suis-je trompé ? la charité serait-elle soeur de la mort, pour moi ?

Enfin, je demanderai pardon pour m’être nourri de mensonge. Et allons.

Mais pas une main amie ! et où puiser le secours ?

Arthur Rimbaud, Adieu, Une saison en enfer

.