και στους ανώμαλους.
Στο Δημοτικό
στο Γυμνάσιο
στο Λύκειο
στο Κολλέγιο
όλοι οι ανεπιθύμητοι
μαζεύονταν
γύρω
μου.
Τύποι με ένα χέρι
τύποι με νευρικά τικ
τύποι με διαταραχές ομιλίας
τύποι με λεύκη πάνω απ’ το ένα μάτι,
δειλοί
μισάνθρωποι
φονιάδες
ηδονοβλεψίες
και κλέφτες.
Στα εργοστάσια,
στην πιάτσα,
πάντα τραβούσα τους ανεπιθύμητους. Με έβρισκαν
κατευθείαν και με πλησίαζαν
από μόνοι τους. Όπως
και τώρα.
Σ’ αυτήν τη γειτονιά
με βρήκε πάλι
ένας.
Περιφέρει
ένα καρότσι από σούπερ μάρκετ,
φορτωμένο με σκουπίδια:
τσαλακωμένα κουτιά, κορδόνια,
άδειες σακούλες από πατατάκια,
κουτιά από γάλα, εφημερίδες, κοντυλοφόρους…
«E, φιλάρα, πώς πάει;»
Σταμάτησα και μιλήσαμε
για λίγο.
Ύστερα χαιρέτησα
όμως αυτός ακόμη
με ακολουθεί
στις μπίρες και στα πηδήματα…
«Kράτα με ενήμερο,
φιλάρα, κράτα με ενήμερο. Θέλω να ξέρω
τι τρέχει».
Είσαι ο καινούργιος μου.
Δεν τον είδα ποτέ
να πιάνει κουβέντα
με άλλον.
Τώρα το καρότσι κουτρουβαλιάζεται
πίσω μου
ακριβώς,
ύστερα κάτι
πέφτει.
Σταματά
να το μαζέψει.
Χώνομαι τότε
στην είσοδο
εκείνου του πράσινου ξενοδοχείου,
στη γωνιά
διασχίζω
το διάδρομο
βγαίνω
από την πίσω πόρτα
εκεί,
να σου μια γάτα
κάθεται μακάρια ευτυχισμένη,
κάνει
να μου χιμήξει.
Τσαρλς Μπουκόβσκι, Πάντα άρεσα στους ψυχοπαθείς από τη συλλογή Τρόμου και αγωνίας γωνία,
μτφρ.: Γιώργος Μπλάνας, Εκδόσεις Απόπειρα, 2000
Πίνακες: Edward Hopper
.
.