RSS

Monthly Archives: February 2018

Ιφιγένεια Σιαφάκα, Λευκό από χθες, κριτική (Mανόλης Πολέντας, Στο Κόκκινο)

Τις τελευταίες δύο τουλάχιστον δεκαετίες η επιτυχία ενός μυθιστορήματος στη χώρα μας (για να μιλήσουμε μόνο για τα δικά μας) κρίνεται από τους κανόνες της φιλελεύθερης αγοράς και όχι από την πραγματική λογοτεχνική του αξία. Η επινόηση μιας «έξυπνης» ιστορίας που καταπίνεται στα γρήγορα όπως και το φαστ φουντ συχνά αρκεί για να δει ο συγγραφέας της το όνομά του στην λίστα των ευπώλητων. Υπάρχουν όμως και οι λαμπρές εξαιρέσεις  μυθιστορημάτων που διαιωνίζουν τον ορισμό της λέξης λογοτεχνία.

Θυμάται κανείς ένα λογοτεχνικό βιβλίο που διάβασε πριν από χρόνια πολλά επειδή όταν το διάβασε του είχε προκαλέσει δέος και θαυμασμό για το επίπεδο της γραφής του συγγραφέα του. Μπορεί να ξεχάσει κανείς την πλοκή του, όμως το στυλ δεν ξεχνιέται. Πώς να ξεχάσει κανείς τον τρόπο με τον οποίο ανοίγει ο Καμύ τον «Ξένο»; Η Βιρτζίνια Γουλφ την «Κυρία Ντάλογουέι»; ‘Η, οτιδήποτε έχει γράψει ο Μπέκετ. Συμβαίνει να διαβάσεις την πρώτη, απλή πρόταση ενός μυθιστορήματος και να μείνεις άφωνος από έκπληξη και η έκπληξη αυτή να γίνει εκπλήξεις πολλές μέχρι να φτάσεις στην τελευταία πρόταση του βιβλίου. Εκπλήξεις σε κάθε μία σελίδα που σε απορροφούν γιατί σου δείχνουν τη μαεστρία στη χρήση του λόγου από τον συγγραφέα. Αυτό είναι το ύψιστο καθήκον του συγγραφέα που επιδιώκει να περάσει στο επίπεδο του λογοτέχνη.

Από το πρώτο της μυθιστόρημα, «Το Τραγούδι του Λύγκα»,  (Εκδόσεις Γρηγόρη, 2011), η Ιφιγένεια Σιαφάκα προκάλεσε την έκπληξη αυτή, σε μένα τουλάχιστον. Τώρα, με το νέο της βιβλίο «Λευκό από Χθες» (Σμίλη 2017) οι εκπλήξεις συνεχίζονται. Βιβλίο που διαβάζεις τις λέξεις του μία μία, έτσι ακριβώς όπως αξιώνουν τα καλά βιβλία. Να σταματάς σε κάθε παράγραφο και να αναρωτιέσαι για όλες τις πτυχές ενός, ας πούμε, συναισθήματος που στο παρελθόν νόμιζες ότι είχες πολύ καλά ανατομίσει αλλά που τώρα εκπλήσεσσαι με νέα δεδομένα.

Αυτό συμβαίνει, πιστεύω, όταν ο συγγραφέας εγκύπτει στην λευκή σελίδα με φόντα ακαδημαϊκά τα οποία  έρχονται να συμπληρώσουν το ταλέντο του. Και η Σιαφάκα τα απολαμβάνει και αυτά τα φόντα αν ψάξει κανείς και τις άλλες εκδόσεις της, είτε σε άλλα είδη λογοτεχνίας είτε σε κείμενα κριτικής της λογοτεχνίας. «Λευκό από Χθες», λοιπόν. Μία εξαφάνιση σε κάποια επαρχιακή πόλη του βορρά και ένα συνταρρακτικό νέο, δύο χρόνια αργότερα, μία επιστολή που θα ολοκληρωθεί σε δέκα μέρες, εν μέσω μιας ακατάπαυστης χιονοθύελλας, αποκαλύπτουν ένα βίαιο ενδοοικογενειακό τοπίο αλλά και μία απρόσκοπτη συνδιαλλαγή του μ’ ένα αντίστοιχο κοινωνικό περιβάλλον, όπου η θρησκοληψία, η υποκρισία, η επιδειξιμανία και η άγνοια συντηρούν και ενδυναμώνουν.

Δείγμα γραφής από τις πρώτες σελίδες προς τεκμηρίωση των παραπάνω λεχθέντων:  «Η γραμμή Μάιστον-Λαβίλ είναι κλειστή πάνω από δύο βδομάδες τώρα, κι ένας θεός γνωρίζει πότε αυτοί οι νόστιμοι αγροίκοι με τα ξανθά μουστάκια και τα ζωώδη αχαμνά θα βάλουν τον συρμό ξανά σε λειτουργία• τα μεροκάματα, βλέπετε, που πιάνουν βάρδια στα άγρια χαράματα, τυφλά από τη νύστα, σκάβουν ρωγμές μόνο στις τύχες της παλάμης μας, αντί να καθαρίζουνε τις ράγιες, που γλιστρούν μετακινήσεις.»  Το μυθιστόρημα  χαρακτηρίζεται από την αμεσότητα και το θεατρικό στοιχείο της πρωτοπρόσωπης αφήγησης, το τραγικό σε συνδυασμό με το μπουρλέσκ και το παράλογο, την υπόγεια ειρωνεία και το παίγνιο, την εναλλαγή της γλώσσας και των ρυθμών της. Αποτελείται από δεκαοκτώ κεφάλαια, των οποίων η γραμμική σχέση με τον χρόνο περιορίζεται στο δεκαήμερο της συγγραφής της επιστολής. Οι χαρακτήρες, οι σχέσεις και οι συγκρούσεις ανάμεσα στα πρόσωπα αποκαλύπτονται σπονδυλωτά μέσα από συμβάντα που λειτουργούν όπως η μνήμη και οι απωθήσεις και έχουν ως κύριο μέλημα τη δημιουργία ενός συμπαγούς μυθιστορηματικού χώρου, ο οποίος στη συνέχεια ανατρέπεται.

Ιφιγένεια Σιαφάκα, «Λευκό απο χθες», Εκδόσεις Σμίλη 2017

Αrtwork: Vladimir Kush, Michele-Durazzi

 

Μανόλης Πολέντας, Στο Κόκκινο

 

,

 

Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Βλαβερό απόβλητο

.

Όλο πόζα είσαι.
Το κάθε τι επάνω σου εκπέμπει έπαρση.
Όμως κάτω από την επιφάνεια
διακρίνω τις ανασφάλειές σου,
που σε μπερδεύουν, σε υποσκάπτουν.
Την έπαρσή σου
— εντελώς όπως ένα βλαβερό απόβλητο —
σου την επιστρέφω.

Αrtwork: Holly Coulis

Αλεξάνδρα Μπακονίκα, από τη συλλογή Ο κόσμος απροκάλυπτα, Εντευκτήριο 2017.

 

Ιφιγένεια Σιαφάκα, Λευκό από χθες

Παρασκευή 19:00, οι εποχές της πειρατείας, η Φεργκεσία και ο Μπίτμαν Σάννυ, 24 Ιανουαρίου 1969, πάγωσε το ποτάμι, σαπουνόφουσκες

Η μητέρα έβλεπε εκεί όπου τίποτε δεν υπήρχε, όπως και ο Πατρίκ μας άλλωστε, ωστόσο τα φαντάσματά του ήταν εντελώς μεγαλειώδη, κι έτσι δεν τον πίστευε κανείς. Είχε αυτή την ευτυχία ο Πατρίκ μας, να εμπνέει την ανοχή και τη συμπόνια της μικρής μας επαρχίας. Ο δόκτωρ Τζάσμιν μάλιστα μιλούσε ώρες ολόκληρες μαζί του, καπνίζοντας στωικά την πίπα του και ξεγελώντας τον με κάνα νερωμένο ουισκάκι μαζί με τα φιστίκια που του αρέσανε πολύ.  Άλλοτε πάλι τον έπαιρνε για ψάρεμα δίπλα στο ποτάμι, και ο Πατρίκ τού διηγιόταν απίθανες ιστορίες της «παλιάς ζωής» του, όπως έλεγε, ως πειρατής στο ποταμόπλοιο, που χάθηκε στο βυθό του ποταμού εν μία νυκτί, και ας ήταν τ’ όνομά του Κιτρινόλυκος, τώρα τα είχε παρατήσει ικανοποιημένος, έλεγε στον Τζάσμιν, αφού πλέον είχε μαζέψει όλα τα παράσημα που είχε υποσχεθεί στη Φεργκεσία, η οποία όμως αυτοκτόνησε από το πάθος και τη μεγάλη προσμονή πριν της τα παραδώσει. Δεν άντεξε, μαμά, με λάτρευε σου λέω! Ήτανε τότε που ο Πατρίκ μας έθαψε 20 κολιέ, 10 βραχιόλια και 5 μενταγιόν, το θησαυρό του για τη Φεργκεσία, στο λόφο με τις κερασιές.

Αχ, αυτή η ιστορία, Φρανκ, ήταν πολύ πετυχημένη, διότι μου θύμιζε το ιπποτικό ιδανικό στα μυθιστορήματα που διαβάζουν οι κυρίες της Πουτίγκας, όλα τα ανώδυνα που υπόσχονται οι εξ αποστάσεως έρωτες κι όλες τις φαντασίες που ζωγραφίζουν την ομίχλη των δύο εραστών. Ο Πατρίκ μας ποθούσε παράσημα επαγγελματικής επιτυχίας και μια κυρία να αυτοκτονεί για εκείνον! Λίγο το έχετε εσείς να κολυμπάτε μες στον άλλον κομμένο και ραμμένο στα δικά σας μέτρα, χωρίς να σας γυρνάει ούτε ένα σκαμπίλι πότε πότε, για να τον απαξιώσετε αμέσως; Αχ, έχουνε μεγάλη πλάκα όλα αυτά τα παραμύθια, όταν δεν μας παίρνουμε πολύ στα σοβαρά· γινόμαστε καλλιτέχνες όλοι, γλύπτες, αχ, κι ερωτευόμαστε τα ομοιώματά μας. Όχι για πάντα. Αλλά και τι πειράζει αυτό εάν παίζουμε ωραία το παιχνίδι;

Ιφιγένεια Σιαφάκα, Λευκό από χθες, Σμίλη 2017

Artwork: Marcelo Monrea

.

 

 

Bασίλης Καραβίτης, Μικρές παραινέσεις για την απόσταξη της λύπης

 

Στον Γιάννη Ζουγανέλη

Γράφε για όσα σ’ αγγίζουν βαθιά
κι ας είναι μικρά και ασήμαντα
κι ας έχουν εσένα μοναδικό αποδέκτη.
Γράφε για όσα πεθαίνουν σαν φύλλα
χλωρά, άγνωστα κι αδικαίωτα,
αλλά αξίζει να ζήσουν πέρα από σένα.
Γράφε γι’ αυτούς που τ’ αγνοούν
και μένουν μια ζωή σκλάβοι ισόβιοι
του μικρόχαρου κόσμου και της συνήθειας
Χωρίς να λαχταράνε μια δική τους αλήθεια.
Γράφε αδιάκοπα χωρίς έπαρση
μέχρι να φτάσεις ώριμος και έτοιμος
στον δικό σου θαρραλέο επιτάφιο.
Γράφε, αν μπορείς, και τον δικό μας επιτάφιο,
αυτόν που ψελλίζουμε κρυφά, ανάκουστοι
τρέμοντας μήπως και γίνει λόγος.

Bασίλης Καραβίτης, Μικρές παραινέσεις για την απόσταξη της λύπης από τη συλλογή Βίος απορητικός, Κέδρος 2005

Artwork: Mike Warall

.

.

 

 

Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Βάρκα στ’ ανοιχτά

.

Πρότεινε στη μικρή παρέα μας να κολυμπήσουμε
στη διπλανή, καταγάλανη παραλία.
Μπήκαμε όλοι στη βάρκα του.
Οδηγούσε τη μηχανή,
όταν ξανοιχτήκαμε, με γλυκό βλέμμα στράφηκε σε μένα
— αναμφίβολα του άρεσα —
«Και τώρα τραγούδησέ μας ό,τι πιο πολύ σου κάνει κέφι».
Χαμογελώντας το απέφυγα, γιατί είμαι σχεδόν παράφωνη.

Από τη στιγμή που μπήκαμε στη βάρκα
μου έδειξε την εύνοιά του.
Εκεί, στ’ ανοιχτά της θάλασσας,
και τι δεν θα έδινα να μπορούσα να ανταποκριθώ
με ένα τραγούδι.

Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Βάρκα στ’ ανοιχτά από τη συλλογή Ο κόσμος απροκάλυπτα, Εντευκτήριο 2018

Photo: Rober Doisneau

.

.