RSS

Category Archives: ΦΙΛΟΙ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ – ΓΡΑΦΕΣ

Αντώνης Σαπουντζάκης, Εδώ, στην άκρια της θάλασσας

.

Εδώ, στην άκρια της θάλασσας

που οι δυτικές επαρχίες τελειώνουν μ’ έναν βάσανο

καταλαβαίνω πως υπήρξα ένα λάθος της πέτρας.

.

Η γης που χορεύει

περνάει κύματα μέσ’ απ’ τα χέρια μου

ρωτάει τη φτιάξη μου

πώς τώρα με πείσμα ρωτάει ο ρυθμός

τι έμεινε απ’ τη νιότη αζύμωτο

ποιος είναι ο ναυαγός.

.

Είπες το σώμα είναι η γλώσσα του χώρου

πως είναι το σπίτι του νερού

κ’ εγώ μ’ αυτό σε κατοίκησα.

.

(Πως με τυράννησες στη γλώσσΑ).

.

Θα με γρικάει η ομίχλη και ο κρύος χειμώνας

θα με νομίζουν οι γκρεμοί στον ύπνο τους

όταν σκοντάφτουν πάνω σ’ όνειρα ερπετών

και της πνοής το ξάφνιασμα σα με λογίζεται

θα συνεχίζει ν’ αγκαλιάζει νικημένους.

.

Πως τα πουλιά είναι η βουή

που μέσα της σ’ ονόμασα.

.

(Πως στα πουλιά με γκρέμισεΣ).

.

Κι ώσπου να φύγω

θα με γλύφει το νόημα ώσπου

να γίνω βότσαλο μέσα σε χίλια βότσαλα

λείο μες στη φτηνή αλληγορία των εραστών

λευκό στη μεγάλη αναιμία του κόσμου.

.

Πίνακας: Νικόλαος Λύτρας

 

Λουκία Πλυτά, Αχνάδα

.

Η αχνάδα του πρόσκαιρου

μοιάζει με πεινασμένο λύκο.

Αποδείχθηκε πως,

όταν σκουπίζεις

με το μανίκι σου το τζάμι,

δεν σημαίνει

πως μπορείς να δεις καλύτερα.

Σπάσ’ το!

Artwork: Philippe Koubareff

 

Ξανθίππη Ζαχοπούλου, Πόλεις

.

Πόλεις τσίγκινα δοχεία στη φωτιά

Πόλεις σημάδια από ρόδες φορτηγού στον δρόμο

Πόλεις συριγμός από άρρυθμες αναπνοές

Κοιτάζεις τον πηγαιμό σου και το έλα σου

Μια σκλαβιά αλυσοδεμένη στα πεζοδρόμια

Ποτήρια μισοάδεια που δε μέθυσες

Άσπροι πάτοι κώνεια βλέμματα

Πόλεις πατούσες θυμωμένου ελέφαντα

Πόλεις αναμμένα αναστενάρια μπούλμπερη

Πόλεις κρυφές νοσταλγίες ανόητων

Κοιτάζετε με τα γυάλινα μάτια ρινόκερου

Ξανθίππη Ζαχοπούλου, Πόλεις από την ποιητική συλλογή Βαθύς ουρανός, βυθός θάλασσας,  Εκδόσεις Το ροδακιό, 2020

Photo: Αlexey Titarenko

 

Σοφία Περδίκη, Συντέλεια

Ονειρεύτηκα
τα μελαγχολικά δευτερόλεπτα
τ’ αμήχανα δάχτυλα
σαν ψάρια που σπαρταρούν
μες στον κουβά
από ρόγχο ή διαδοχική χαρά
κάτω από φεγγάρια πανσέληνα.
Κι ύστερα θυμήθηκα
την υπαναχώρηση
χλωμή, ψελλίζοντας πάνω στο στήθος
εξισώσεις πυρετών
ανασκαλεύοντας την κοιλιά
της εποχής των καθαρών ερώτων.
Τους πόθους να υπερασπίζονται
ουρλιάζοντας
νώτα ανυπεράσπιστα
από στόματα εκστατικά
με ήχο βογκητό
μακρινό πολύ
αιώνες πριν απ’ τη Συντέλεια
αφουγκράστηκα.

Σοφία Περδίκη, από τη συλλογή Το αιώνιο αίνιγμα, εκδόσεις Κίχλη 2020

Πίνακας: Georges Braque

 

Σοφία Περδίκη, Φθινόπωρο


.

Ο κρόκος του πρωινού χυνόταν στην πόλη. Έστριβε στην οδό των Ρόδων κι έσταζε από τ’ ανοιχτά παράθυρα πηχτές, μελάτες σταγόνες στο γυάλινο δοχείο με τις τουλίπες. Τα δύο όστρακα της χλωροφύλλης τις νιώθουν βαθιά μέσα τους να εισέρχονται, και τα φύλλα, οι μίσχοι πως αναριγούν, χάσκουν οι στήμονες, χρυσίζει το νερό το μαύρο! Κατακόκκινες πυρώνουν οι κεφαλές, στρέφονται ταυτόχρονα ανοιχτές, ευθεία προς το βέλος του ήλιου…
Στο απόγειο της διάτασης, η αιχμή της έντασης μια πράσινη χορδή που τέντωσε και σπάει. Γιατί να είναι άραγε έτσι η φύση των πραγμάτων; Ένα ένα τώρα τα φύλλα τους ξεφορτώνονται, ξερά κλαδιά φράγματα στήνουν, να βουλώσουν θέλουν το μοναδικό το λούκι, το πιο πολύτιμο. Τον νόμο να επιβεβαιώσουν.

Στο πλήρες φάσμα της ανθοφορίας ο μαρασμός.

Σοφία Περδίκη, από τη συλλογή Το αιώνιο αίνιγμα,  εκδόσεις Κίχλη 2020

Αrtwork: Konstantin Kacev

 

Κωνσταντίνος Κομιανός, Σύμπαντο μέρισμα

.

Στου ήλιου τη διάπαση φλόγα
φερέφωνα διαστήματα εκλείψεων
της γης καημοί μελανιασμένοι

Στο βουβό κλάμα των ελλείψεων
της ζωής το μάλαμα αναμένει

σαστισμένες  προσδοκίες ικετεύουν
ζωντανή ανάσα
όρθρου αστέρων ψαλμωδιών

Κι η χασμωδία ολέθρου
ευδόκιμη κορόνα λύτρωσης εξ ουρανού
τη λύση περιμένει

Κωνσταντίνος Κομιανός, από τη συλλογή Έκθετοι μονόλογοι, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2018

Αrtwork: Kopp de Laney

 

Στέλλα Δούμου, Εκατό χιλιάδες λέξεις μακριά

.

Στην αίθουσα με τις μεγάλες αποστάσεις κατανόησης
Κάτω ακριβώς από τις κυλιόμενες σκάλες
Που οδηγούσαν στα οκλαδόν σημεία των εικόνων
–οι λαμπτήρες καταύγαζαν τον αιθέρα χωρίς παρεξηγήσεις
και όλα διατηρούνταν καρφωμένα σε κατάσταση προοπτικής–
Εκεί ακριβώς
Οι ανοιχτοχέρηδες της κυριολεξίας
Ονειρεύονταν συχνά το ρήμα φαντάζομαι
Να σκάζει σαν άστρο μέσα απ’ τα βλέφαρά τους
Και κάποτε συνέβη να σπάσει ο κώδωνας των περίκλειστων ματιών
Και να βρεθούν σύψυχοι μ’ ένα μπαστούνι στο χέρι
Να αναμοχλεύουν το υγρό χώμα των λέξεων μην τυχόν πήξει
Και ξαναγίνε η φρουτιέρα
Φρουτιέρα
Κι όχι ένας Κήπος που στίλβει φωτόνια
Έτοιμα να τα καταπιείς ολόγιομα και να κελαηδήσεις.
Στέλλα Δούμου, Εκατό χιλιάδες μακριά, από τη συλλογή το Άλογο που έγραφε, εκδόσεις Σμίλη, 2020
Artwork: Ronny Engelmann
 

Tags:

Αντώνης Σαπουντζάκης

.

Μπήκα με λύπη στο σπίτι των ανέμων.
Μπήκα γυμνός στην πλατεία του σπιτιού
με τα λικέρ από δέρμα χωριού στους μπουφέδες
και στο ταβάνι μια λάμπα ξαστέρωνε.
Στην κουζίνα η Τζόπλιν μαγείρευε γρέζια
στους διαδρόμους συνωστίζονταν τράμ γεμάτα Σιοράν
και ιερόδουλες βοσκοπούλες με πειθαρχία στρατεύματος
βοτάνιζαν τις ημέρες που εξείχαν πανσέδες.
Εγώ ήμουν κηπουρός από κακιά συμμετρία.
Στο υπνοδωμάτιο ξαγρυπνούσαν τα σύννεφα
στα ράφια ξεφώνιζε μια κυριακάτικη θλίψη
των ξωτικών η μεταφυσική μειδιούσε
υπό Ιωάννου του Τρένου που έφυγε πάει.
Εγώ ήμουν ερωτευμένος με χάσματα.
Πέρα στους πέρα κάμπους είδα μιά νερατζούλα
με το χούι ανοιχτό να περνούν φορτηγά
ηλεκτρικά ασθενοφόρα γιά ν’ αλυχτούν στρατοκάστερ.
Εγώ ήμουν ωστόσο μνημείο που αρνιόταν τις θύμησες.
Ώσπου αφήνοντας πίσω φερ φορζέ χωματόδρομους
τραπεζάκια του χωλ και μπιντέδες
βρήκα την αίθουσα της λάσπης
βρήκα τον Χάκκα να σημειώνει στους λεκέδες.
Τα καναρίνια στο μπαλκόνι να ψοφάνε
απ’ τα κλουβιά τους να βογκούν Καισαριανές.
Ήτανε τότες που γεννήθηκα ρητός:
η Εξαρχής του Θυμού τότες με φίλησε στα μάτια
κι ύστερα μου ψιθύρισε αν ψήνομαι για κρότο.

Φωτό: Rene Groebi

.

 

Βασιλική Γεροκώστα, Περί βαδίσματος

.

ΠΕΡΙ ΒΑΔΙΣΤΙΚΗΣ ΑΦΗΡΗΜΑΔΑΣ Ι
Άλλοτε, όταν γράφω νοητά ποιήματα, είμαι εντελώς αφηρημένη άλλοτε εντελώς συγκεντρωμένη. Υπάρχει και στην αφηρημάδα κάποια συγκέντρωση, αλλά δεν καταλαβαίνω ακόμα ποιο είναι το καλύτερο: η αφηρημάδα ή η συγκέντρωση; Νιώθω πως η υπερβολική συγκέντρωση προκαλεί μιαν αναγκαστική αφηρημάδα και η τέλεια αφηρημάδα δεν υπάρχει. Η αφηρημάδα πάντα τελειώνει σύντομα κι έτσι θα μένει ελλιπής. Δεν υπάρχει ο τέλεια αφηρημένος άνθρωπος. Αν τον φτιάξω, ίσως είμαι εγώ.
Ο τέλεια αφηρημένος άνθρωπος, θα είναι δύσκολο για όλους να πουν αν είναι ένας ευτυχής ή απόλυτα δυστυχής άνθρωπος. Ο τέλεια αφηρημένος άνθρωπος δεν μπορεί να θεωρηθεί. Δεν μπορεί καν να αγαπηθεί. Είναι το απόλυτο κενό σε μια ιστορία εγκλήματος.
Φέγγω όσο μπορώ τον τέλεια αφηρημένο άνθρωπο.
ΠΕΡΙ ΒΑΔΙΣΜΑΤΟΣ ΙΙ
Νέος αλλοδαπός περιηγητής εις Αθήνας, βαδίζων ταχύτατατα, αφηρημένος, με το μέτωπο προτεταμένο και το βλέμμα ωσάν να βλέπει-δε βλέπει, επιθυμών να εισέλθει εις κατάστημα ορειβατικών ειδών, νομίζων ότι θα εισέρχετο εντός καταστήματος, προσκρούει συνοδεία τρομερού βόμβου εις παχείαν υάλινον βιτρίναν, εις την οποία αφήνει σημάδι εμφανές από 20 περίπου μέτρων. Ο υάλινος τοίχος εταρακουνήθη και οι υπάλληλοι του καταστήματος ακούοντας τη σφοδρά εκ του θορύβου σύγκρουση σπεύδουν να προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες εις τον πονεμένον πλέον νέον που κείτεται εις τα μάρμαρα, αρκούντως ζαλισμένος και ιλαρός ως σπάνιο είδος πανίδος πολικής.
ΠΕΡΙ ΒΑΔΙΣΜΑΤΟΣ ΙΙΙ
Ολόλευκη κοντή γραία κινουμένη σε πλήρη για την ηλικία της ταχύτητα, μην κοιτάζοντας πού πηγαίνει και έχουσα την κεφαλή πλαγιασμένη και εντελώς προτεταμένη, προσκρούει το κρανίο της στην κοκάλα του ώμου μου με γδούπο και τέτοια δύναμη ώστε για 43 λεπτά της ώρας αισθανόμουν το χτύπημα ακριβώς όπως το πρώτο δευτερόλεπτο που έγινε. Μου παρεκάλεσε να την συγχωρώ, ενώ σκεφτόμουν πόσο απίστευτα βαρύ είναι το κεφάλι μας όταν τρέχει μόνο του μπροστά.
ΠΕΡΙ ΒΑΔΙΣΜΑΤΟΣ ΙV
Δεν λέμε για έναν άνθρωπο που απλώς περπατάει ότι ισορροπεί, αλλά γι’ αυτόν που τα πόδια του στηρίζονται σε δύσκολο, μικρό σε έκταση, δυσμορφικό σημείο. Διότι είναι ευγενώς δοσμένο από τη ζωή να μπορεί ο άνθρωπος στο ίσιωμα να περπατάει. Υπάρχουν όμως οι ρημαγμένοι που δεν τους δόθηκε ορθώς άθικτο το σημείο της απλής ισορροπίας και το να περιπατούν ακόμα και στο ίσιωμα είναι θέμα ακραιφνούς προσπάθεις και πραγματική ακροβασία. Τέτοιοι είναι άνθρωποι εξωστρακισμένοι στο χάος, διότι μια πιο κοντινή εξορία θα ήταν επικίνδυνη επιστροφής. Αυτοί, λοιπόν, είναι άξιοι σιροπιαστών ισορροπιστικών λόγων.
ΠΕΡΙ ΒΑΔΙΣΜΑΤΟΣ ΑΡΚΟΥΔΑΣ V
Τις αρκούδες πολύ τις θαυμάζω, πιο πολύ από όλα τα ζώα. Δηλώνω φανατική θαυμάστρια, κυρίως του βαδίσματός της: πατάει πρώτα καλά το έξω μέρος του ποδιού κι ύστερα το μέσα, κι έτσι το σώμα από το βάρος ταλαντεύεται πιο ωραία κι από βάρκα κι από κώλο. Γεμάτο πάτημα, δυνατό, ξέρεις σίγουρα που έχει πατήσει. Είναι ψηλή, χοντρή, μοναχική: ό,τι μου χρειάζεται. Επίσης της αρέσουν τα ψάρια και τον χειμώνα σιγά μην κάθεται να κρυώνει. Την πέφτει για ύπνο και μια χαρά. Πολύ μου πάει, βρίσκω. Προσοχή: θηλυκιά αρκούδα μου πάει, όχι αρσενική, διότι οι αρσενικές άμα λάχει, λέει, τρώνε τα παιδιά τους. Μην ξεχάσω να πω για τον λαιμό, τόσο χοντρός και στιβαρός! Όταν πατάει το πόδι, νιώθεις πως πατάει κι αυτός, τέτοιος λαιμός! Μόνο του βίσωνα είναι πιο δυνατός. Η αρκούδα παίζει πιο πολύ από όλα τα ζώα, πάει να πει φχαριστιέται. Το βασικό ελάττωμα είναι ότι ζει λίγο, καμιά 25αριά χρονάκια, γι’ αυτό τελικά θα προτιμήσω τη χελώνα.

.

Πίνακες: Bασιλική Γεροκώστα, 2013
 

Γιώργος Ρούσκας, Πλημμυρίδα

.

πλημμυρίδα χρωμάτων στη σιωπή
πολύχρωμα δρώμενα εναλλαγές
αστέρια γαλαξίες
ταξίδια στη νυχτερινή καταχνιά
σ’ ηλεκτροφωτισμένες πολιτείες
ενέργειες αισθήσεων συμπαντικές
μίξεις φωταύγειες
μνήμες φωτοσύνθεση εμπειρίες
αυξομειούμενες εντάσεις φωτός
τυχηματικές μεταβάσεις στο παρελθόν
με γεύσεις καλοκαιρινές
και μυρωδιές διάχυτες ησυχίας

ονειρική αρμονία εν χορώ
χωρίς εισιτήριο
μόλις τα μάτια κλειστά για ένα λεπτό

Γιώργος Ρούσκας, από τη συλλογή Ως άλλος Τάλως, εκδόσεις Κοράλλι 2019

Αrtwork: Kristin Vestgard