RSS

Category Archives: Πάνος Σταθόγιαννης

Image

Ιφιγένεια Σιαφάκα : Πάνος Σταθόγιαννης, Ο Γραφιάς ή homo scriptor, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2013 (e-περιοδικό Στάχτες)

Ιφιγένεια Σιαφάκα : Πάνος Σταθόγιαννης, Ο Γραφιάς ή homo scriptor, Εκδόσεις Γαβριηλίδης (e-περιοδικό Στάχτες)

http://www.staxtes.com/2013/09/homo-scriptor.html?spref=fb

 

Ο Γραφιάς ή homo criptor του Πάνου Σταθόγιαννη, αρχής γενομένης από τον τίτλο και τον υπότιτλο του βιβλίου, μας γνωστοποιεί άμεσα, ήδη από το εξώφυλλο, τον ορισμό του γράφοντος υποκειμένου, που θα εναγκαλιστεί συνειδητά και με συνέπεια εν συνεχεία (και στα 22 κείμενα που θα ακολουθήσουν) τόσο με τις συγγραφικές προθέσεις όσο και με τους δρόμους που αυτές θα επιλέξουν για να πραγματωθούν, έχοντας αφενός ως αποκλειστικό άξονα το ομιλούν υποκείμενο —ένα υποκείμενο που ορίζει αλλά και αυτοορίζεται ευνουχισμένο διά μέσου της γραφής

(η μάνα μου φοβότανε που άσπρισε η γαστέρα της σαν λερωμένο γένι. Μ’ έστειλε πάλι πίσω. Ν’ αναδυθώ ως νήπιο, με νόμισμα στο στόμα. Να μη χρωστάω στο θάνατο – της Μιχαλούς μονάχα)

— και αφετέρου ως αποκλειστικό εργαλείο τον μοναδικό ενδιάμεσο όσον αφορά στην απώλεια και στην περι/γραφή της: τη γλώσσα της Τέχνης του, της λογοτεχνίας δηλαδή

(Ιδού, λοιπόν, που ενσαρκώθηκα στο άνθος. Την κόψη ωραίας κόσας θα γλυκάνει ο οπός μου. Διάγω βίο ανερμήνευτο. Στο στήθος μου εγκαθίσταται σαν νοικοκύρης ένας ξένος. Τρατάρει δικούς του γνωστούς, αλλάζει τα σιντί, κάνει προπόσεις. Κι ως έρχεται ένας άνεμος να πυρπολήσει τις χειρονομίες μου, μία πρόθεσή μου, ευτυχώς, διαιωνίζεται. Εξέρχεται της Ιστορίας. Θωπεύει το Αμείλικτο Ζώο).

.

Charles le Brun

.

Ο τίτλος του βιβλίου «λαϊκός», σύντομος, κοφτός και τραχύς στον ήχο του, μας προϊδεάζει για την ανθρώπινη ρίζα του Γραφιά και για τις περιπέτειές του στο συγχρονικό άξονα του κοινωνικού γίγνεσθαι. Ο Γραφιάς, από τη μια, ζει στο εδώ και τώρα, προσπαθεί να ανακαλύψει την ταυτότητά του, συνάπτει κοινωνικές σχέσεις, αναδύεται μέσα από τους οικογενειακούς του μύθους, ανήκει στον κύκλο των ομοτέχνων του, καυτηριάζει τις πολιτικές επιλογές, ερωτεύεται, κρίνει και κρίνεται, φοβάται, συνειδητοποιεί. Από την άλλη, ο υπότιτλος homo scriptor, πιο εκτενής «λόγιος», λατινικός, εισάγει, αρχής γενομένης από τον homo habilis της εποχής του λίθου, μία νέα κατηγορία στην «ανθρώπινη εξέλιξη»

(Εμένα που με βλέπετε είμαι αυταπόδεικτος, γι’ αυτό και θα επιστρέφω πάντα. Ακόμα και τις μέρες που οι αλιφασκιές θα χαχανίζουν στον ερειπιώνα του κόσμου σας, καθάρματα. Στα βραχάκια απέναντι, θα κόβουν οι θεοί τις ανηφόρες. Με σπαθιές κατακόρυφες. Πιο ψηλά – απαρέμφατα. Κατσικοπόδαρα όλα τους. Θα τους δίνω αλάτι, θα μου γλείφουν τα δάχτυλα. Θα τα αρμέγω. Τότε το φως, α, το φως, θα μπεκρουλιάζει μονάχο του. Και στ’ αρχίδια του, ναι, στ’ αρχίδια του, που από σας – ούτε τέφρα)

.

και υπονοεί πως τούτος ο «αυταπόδεικτος απόγονος της ράτσας» θα διατρέξει διά της γραφής το χρόνο, για να συναντήσει και να συνομιλήσει με το «αρχέγονο» και τις συμβολικές του απεικονίσεις (Πόσους αιώνες πια εξόριστος από τις πτήσεις; Να με τεμαχίζουν μαινάδες και κατόπιν να σμίγουν το αίμα τους με τα γαλάζια υγρά μου. Μέσα σε σπήλαια πλατωνικά να συναρμολογώ το σώμα μου απ’ την αρχή. Μόνο στις τέφρες να προσεύχομαι, μόνο σ’ αυτές το πουθενά μου να αποθέτω. Να παραμένει αίνιγμα το πώς επέζησα – θέλημα μάλλον των θεών κι ανάγκη τους, όχι δική μου).

Ήδη στις πρώτες σειρές

(Η μάνα μου φοβότανε μην απολέσει διά παντός της παρθενιάς της τα λειριά. Νοίκιασε ξένη μήτρα κι εδέησα να γεννηθώ πάνω σε κάτι βράχια. Γύρω, τριγύρω —‘‘φου’’ πολλά σαν χλοερά καυσαέρια. Όπου τσαλακωνόταν ο θεός, κατέρχονταν μηδίζουσες πολίχνες. Στο παρακάτω το σκαλί— να σου κι ο Πολυδεύκης. «Πού σε πετάξαν, άμοιρε;» γυρνάει και μου λέει)

συνειρμικά οδηγούμαστε στη Γένεσιν: «Κα επεν Θεός· γενηθήτω στερέωμα ν μέσ τοδατος καστω διαχωρίζον ν μέσον δατος καδατος. καγένετο οτως»… και «ξεπετάγιεται» Ο Γραφιάς στα βράχια από παρθένα μάνα και ανύπαρκτο πατέρα, για να συνομιλήσει με τον Πολυδεύκη, το γιο της Λήδας και του κύκνου-Δία, του Διόσκουρου, ο οποίος λατρεύτηκε και αγαπήθηκε ως δεύτερος Απόλλων. Κι αργότερα, πάλι, μιλώντας για τους ποιητές: Λένε ότι τους αγαπούν, αλλά δεν λένε αλήθεια. Πώς ν’ αγαπήσεις κάποιον που φοβάται τις σπηλιές, μα όλο σε σπηλιές πηγαίνει; Και επιστρέφει τρέμοντας. Και το σπαθί του στάζει αίμα. Πετάει τον μίτο σε μιαν άκρη και πάει υπνωτισμένος κατά τη θάλασσα. Συχνά παραμερίζοντάς σε, Αριάδνη. Αφήνοντας σε μόνη σου. Με τον ρόγχο του μισοσφαγμένου Μινώταυρου. Θα μπορούσαν να αναφερθούν πολλά ακόμη παραδείγματα, που δίνουν το στίγμα της διπλής κατεύθυνσης και των περασμάτων από τη μια στην άλλη, με κύριο πάντα πρωταγωνιστή την ελληνική του γλώσσα: μια γλώσσα με νεύρο, τολμηρή, ανατρεπτική, ευαίσθητη, σκληρή, σαρκαστική και συνάμα αιμορροούσα, που δεν ερωτοτροπεί με τις γνωστές εμπορευματοποιημένες συμβάσεις και με κανένα από τα φορεμένα κοκτέιλ της αφασικής και αφελούς αφήγησης, που παρακάμπτουν βίαια τη λαϊκή και ανθρώπινη λαλιά, για να αναδείξουν απρόσκοπτα, χωρίς φραγμό και αιδώ, τη λαϊκίστικη και αλλοτριωμένη της πλευρά.

.

Charles_n

(Έχει και πράματα που σφράγισε απάνω της η μοίρα – δεν φταις εσύ γι’ αυτά, δεν σε κακίζω. Δεν δικαιούσαι όμως, διάολε, δεν δικαιούσαι να τα βγάζεις στο παζάρι. Σε ξένα χέρια θα βρωμίσουνε, θα βγάλουν πράμα. Έχουνε ήδη μυρωδιές ευάλωτες. Από σπηλιές, πουλιά αιχμάλωτα κι ετοιμοθάνατα, καμένα σπίτια. Και παρακεί, να, γι’ αυτήν εδώ την τρύπα λέω, κοίτα μέσα της. Τον βλέπεις τούτονε τον μόνο του, τούτονε με την πέτρα; Αυτός θα μαραγκιάσει πρώτος στο ανίερο. Είτε μες στις σημαίες του είτε μες στις κιλότες. Θα γίνει μπόχα). Η γλώσσα του Γραφιά είναι η γλώσσα για την οποία ο Βιτγκενστάιν μιλάει καθορίζοντας τα όρια του κόσμου του ομιλούντος υποκειμένου, μια γλώσσα που πλαταίνει και βαθαίνει αγγίζοντας με την υπερρεαλιστική διάστασή της το Πραγματικό της ανθρώπινης επιθυμίας και αναδεικνύοντας τις άγνωστες αλλά αληθείς πλευρές της. Ως εκ τούτου, Ο Γραφιάς είναι μία συλλογή κειμένων που δεν απευθύνονται στο μαθημένο και επιπόλαιο αναγνώστη να «καταβροχθίζει» τυπωμένες σκέψεις, για να τις τοποθετήσει αδιάφορα και ανεπιστρεπτί στο ράφι της βιβλιοθήκης του και, υπό την έννοια αυτή, ο οβολός του αναγνώστη συνιστά πνευματική επένδυση στο χρηματιστήριο των ιδεών και των συναισθημάτων, που κάθε δεύτερη, τρίτη ανάγνωση… του επιφυλάσσει για να τον αποζημιώσει.

.

Στον Γραφιά «δεν εξιστορούνται» ανθρώπινα συμβάντα, αλλά «αποκαλύπτονται» και σχολιάζονται ανθρώπινες πραγματικότητες, πολύ πιο πραγματικές απ’ τις «φαινομενικά πραγματικές». (Στην πραγματικότητα όμως είμαι βελούδινη. Θυμίζω κάπως την Τέχνη της Αστρολογίας, αλλά απ’ την πίσω πόρτα. Από εκεί που κάποτε θα μας εγκαταλείψει ο θεός. Γιατί υπάρχει, σου λέω. Είναι βέβαιο. Κοίτα τη στάχτη όταν υγραίνεται και θα πειστείς). Ποιος τις γνωρίζει άραγε αυτές, όταν δεν είναι αυτονόητες; (Α, εμείς, από τη Συντεχνία της Άγνοιας, συμπεριφερόμεθα ωσάν η Αλήθεια να είναι μια αίρεση της λογικής, που έτυχε να επικρατήσει. Κάτι σαν τον άνεμο έξω, που τρελαίνει τις αντένες. Τον ηλεκτρισμό, ακριβέστερα, που και όμως κινείται. Είναι, δηλαδή, μια θεότητα αυθύπαρκτη και, ως εκ τούτου, απροσπέλαστη. Έχει τη ραστώνη της στιγμής, με ένα “πάντα” καρφιτσωμένο στις επωμίδες. Πού να κάθεται τώρα να ασχολείται με τα δικά μας τα γήινα). Ο Γραφιάς, κατ’ αυτόν τον τρόπο, κατεβάζει την αυλαία του δεδομένου και μας καλεί να τον παρακολουθήσουμε στα παρασκήνια, όπου καταρρίπτονται οι νόρμες (Κάκιστος χορευτής εκείνος, όμως θα το χαιρόταν να κυματίζεις μπροστά του με κινήσεις γυναίκας βαθύτατης, να του χαμογελάς κάθε τόσο, έτσι αστραφτερά που το κάνεις. Ξέρεις, του έχουμε πει ψέματα ότι είναι πεθαμένος, και οι πεθαμένοι από τον Απάνω Κόσμο μονάχα τα χαμόγελα έχουνε νοσταλγήσει).

.

Με τα 22 κείμενα του Γραφιά ο αναγνώστης ξαφνιάζεται και πλουτίζει κάθε φορά που επανέρχεται, όχι μόνον για να απολαύσει τη ελληνική γλώσσα αλλά και, εάν είναι υποψιασμένος, να του επιτρέψει να του αποκαλυφθεί η τεχνική τού δια/γράφειν και μετα/γράφειν το ομιλούν υποκείμενο εν τη απώλειά του, δημιουργώντας Τέχνη.

(Η πέτρα μόνο σε πέτρα μπορεί να μεταμορφωθεί. Βέβαια, το κάνει ανορθόγραφα, με σύμφωνα συριστικά και παροξύτονους τριγμούς, αλλά στη γλώσσα τη δική της τα πάντα επιτρέπονται. Κρατάει, πάντως, ένα βυζί μητρικότατο, για όποιον θέλει να θηλάσει παρελθόν που φτάνει ως τη λάβα).

Η γλώσσα του Γραφιά πενθεί βουβά, για να διατρέξει και να ενσαρκώσει το ανθρώπινο σε όλες τις εκφάνσεις του. (Γιατί εκείνοι διέκριναν εγκαίρως κάτι άχρηστο – ότι η μάσκα, άμα δεν κρύβει πίσω της ψυχή, δεν κάνει ούτε για μάσκα. Τώρα ο μπακάλης δεν τους δίνει βερεσέ. Ο κόνδωρ ο καλός δεν τους ταΐζει. Τους βρίσκουν ύστερα από δέκα μέρες οι γειτόνοι. Απ’ τη βρώμα. «Εκείνος ο κωλόγερος τα τίναξε», λένε τα λόγια τα δικά σας. Με το στόμα σας. Ύστερα σπεύδετε μαζί να απολυμάνετε τους διαδρόμους. Γι’ αυτό, λοιπόν, ουαί υμίν, παλιάνθρωποι, ουαί υμίν, κωθώνια). Αυτός όμως ο τόπος του βουβού πένθους, αν και υπαρκτός, είναι, από την άλλη, σχεδόν αδύνατον να προσεγγισθεί διά μέσου της γλώσσας (Τότε ακριβώς είναι η στιγμή που εγκαθιδρύεται στο στέρνο μου η πιο βαθιά μου φύση – πεινώ και τρώγω αίματα, διψώ και πίνω δάκρυα. «Βάκχε», ολολύζω και σαλτάρω στη σκηνή, κρατώντας θύρσο. Άλλο δεν θα σου πω – θα δεις μονάχη σου το επέκεινα, θα με διαβάσεις, θα με λυπηθείς κι εσύ…). Και η γλώσσα, όσο κι αν την κανακεύει Ο Γραφιάς, εκείνη τον εξαπατά, για να της παίξει ένα παιχνίδι και να παραδοθεί τάχα αιχμάλωτος στην «αλαλία» των χρωμάτων — θα σε τιμωρήσω αλλιώς, της λέει, να τι θα πάθεις τώρα στραγγαλίστρια του θανάτου μου!— με Κείμενα σε πορφυρό ιλίγγου (1), σε ασημοπράσινο νεαρής, ακλάδευτης ακόμη, ελαίας (2), σε λευκό χιονιού, έτσι όπως γκριζωπά αποτυπώνεται στις παλαιές φωτογραφίες (3), σε μπλε ωραίου μαύρου κύκνου (4), σε κόκκινο και μαύρο αποσάρκωσης (5) σε γιασεμένιο χαμόγελου (8), σε οσμηρό σάπιου καρπού (11), σε ρόδινο ψυχρού νερού που έπλυνε αίμα από λευκό πουκάμισο (15)…

.

Τα χρώματα της σιωπής ή η σιωπή των χρωμάτων και η ανάγνωση των κειμένων του Γραφιά του Πάνου Σταθόγιαννη μού έφεραν στο νου τον Ντιντερό στα Αισθητικά του: «H σιωπή συνοδεύει τη μεγαλοπρέπεια. Η σιωπή βρίσκεται καμιά φορά μέσα στο πλήθος των θεατών, ενώ στη σκηνή συμβαίνει ο πάταγος. Μπροστά στις μάχες του Λε Μπρεν στεκόμαστε σιωπηλοί. Καμιά φορά πάλι βρίσκεται στη σκηνή• και τότε ο θεατής βάζει το δάχτυλο μπροστά στα χείλη από φόβο μην τη σπάσει». Άλλωστε, Ο Γραφιάς το παραδέχεται και μας καλεί να συμπορευτούμε —διά μέσου της αναγνωστικής απόλαυσης, που επιφυλάσσει ο έντεχνος και λεπτός χειρισμός των ιδεών—, ως κοινωνοί του αλλότριου, της φρίκης και των δικών μας φαντασμάτων, που η ίδια η γλώσσα μας πιστοποιεί, όταν δεχθούμε να την αποποιηθούμε ως συγκάλυψη και να την οικειοποιηθούμε ως βουβό αλλά και αληθή συνάμα μάρτυρα της προδοσίας που μας επιφυλάσσει:

.

Charles Le brun

.

Οι κρεμασμένοι, μας υπενθυμίζει o Πάνος Σταθόγιαννης, τινάζονται για λίγο αιωρούμενοι άτσαλα. Όμως σύντομα βρίσκουν έναν κάποιο ρυθμό στην κίνησή τους. Πάνε πέρα δώθε, όπως τα βαρίδια του εκκρεμούς στο ρολόι που κρέμεται πίσω μου. Μέσα στο σκοτάδι. Μια που το φως εκείνη τη μέρα δεν το άναψα καθόλου. Έμεινα από το πρωί κλειδαμπαρωμένος στο σπίτι. Χωρίς καν την αγάπη. Όρθιος μπροστά στο κλειστό παράθυρο. Να κοιτάζω από τις γρίλιες έντρομος την πολιτεία πάνδημη να υποδέχεται τους ολυμπιονίκες της, γκρεμίζοντας τα τείχη. Κι ύστερα βουβά να τους απαγχονίζει.

.

Πίνακες: Charles Le Brun

.

.

 

 

Tags: ,

Image

Πάνος Σταθόγιαννης, Ο γραφιάς

 
Peter Mitchev 805Κείμενο σε πράσινο βρύων, χαμηλά, κοντά σε ρίζα δρυός.

Ο Γραφιάς κοιμάται χλοερός

Υπάρχει κάποιος που κοιμάται χρόνια τώρα. Πετάνε γύρω του πουλιά. Περνούν από το στήθος του καράβια. Πάνω στα βλέφαρά του τα κλειστά στεγνώνουν πρωτοβρόχια. Όμως εκείνος δεν τους δίνει σημασία. «Έχω μια αγάπη εκεί, μέσα στο όνειρο», λέει και ξαναλέει παραμιλώντας.

Διαβάτες έρχονται από μακριά και τον κοιτούν. Σηκώνουνε τους ώμους. Προσπερνάνε. Κάποιες σεμνούλες μυροφόρες τόνε νομίζουνε νεκρό. Λουλούδια φέρνουν και του ραίνουνε την κόμη. Κι ένα κορίτσι τόσο δα όταν ξυπνήσει θα τον πάρει για πατέρα. Όμως εκείνος δεν αλλάζει ούτε πλευρό. «Έχω μια αγάπη εκεί, μέσα στο όνειρο», λέει και ξαναλέει παραμιλώντας.

Θα ’ρθει καιρός που μία ετέρα –η τελική– πραγματικότητα θα επιμείνει. Θα σκύψει πάνω του κι από τον ώμο στιβαρά θα τον τραντάξει. Θα ’χει στον κόρφο της στυγνά πολλά να τον φιλέψει. Και πάνω απ’ όλα – το αναπότρεπτο της λήθης, τη σκουριά, τα πράγματα που είναι έτσι όπως είναι. Όμως εκείνος δεν θα βγει από τον ύπνο του. «Έχω μια αγάπη εκεί, μέσα στο όνειρο», λέει και ξαναλέει παραμιλώντας.

***

Philippe Vercellotti 18

(Παρακαλώ σας, μη νομίσετε πως οι αγάπες των ονείρων είναι πρόθυμες. Κοιτούν μπροστά, κοιτούν αλλού, με βλέμμα ψύχραιμο ωσάν της σαύρας. Ενώ εκείνος θα κοιμάται αναλφάβητος στο ξύλο, χωρίς ούτε ένα όνομα να ενσαρκώνει.

Δεν πρόκειται να βγει από τον ύπνο. Ίδια ερημιά είναι κι εκεί, όμως αυτόν στο όνειρο τον έταξε η μοίρα. «Έχω μια αγάπη εκεί, μέσα στο όνειρο», λέει και ξαναλέει παραμιλώντας.)

Πίνακες: Peter Mitchev, Philippe Vercellotti

Καλoτάξιδο, Πάνο!

PANOS 321460_645263775499745_175276398_n

 

Tags: ,

Image

Πάνος Σταθόγιαννης

canto 578477_151450048330601_448969490_n

Ο άνθρωπος ζητάει απ’ τους θεούς μόνο τη γεύση από υγρά οργανικά να δοκιμάζει. Αυτά τα γενετήσια της τραγωδίας. Να ’ναι στυφά, να υπονοούνε απογόνους ασυνείδητους που μόνο το πελέκι της σκληρότητας να εγκολπώνονται. Τίποτα, τίποτα να μην τους γεφυρώνει με τη μνήμη και μόνο η βία του κυνόδοντα να τους κανοναρχεί. Οίνος τερπνός στον ουρανίσκο ούτε στάλα.

Ο άνθρωπος ζητάει απ’ τους θεούς αφή σαν των σαλιγκαριών που εφάπτονται και σαλιαρίζουν. Να γίνεται το χώμα ωραίο ένδυμα που, ακόμα και με άλλον αγκαλιά, στο τίποτα και στο μηδέν να τον τεκμηριώνει. Κι αν τύχει η ύπουλη βροχή ανάσταση να υπονοήσει, να είναι ετούτη τόσο στυγερή που εύκολα να την αποποιείται η ψυχή του. Ποτέ μετάξι.

 

Tags:

Image

Πάνος Σταθόγιαννης, Όνειρο με περίλυπο άγγελο (απόσπασμα)

.

« Η προδοσία είναι πιοτό πιο δυνατό κι απ’ τη ρακή. Βαράει αμέσως κατακούτελα, μα δε μεθάει. Ή, μάλλον, τη μέθη που προσφέρει θα τήνε πω «ψευδαίσθηση εγρήγορσης». Κι έχω υπόψη μου τη φούρια εκείνη –και την ευφυία– να βρίσκουμε εύκολα άλλοθι, να επινοούμε, με σοφιστείες να θωρακιζόμαστε. Τις τρύπες να καλύπτουμε με στόκο, απ’ όπου μπαίνει ψύχος μέσα μας. Και μας παγώνει τις παλάμες και το διάφραγμα από μέσα.

» Όμως, το ψύχος μέσα μας –εκείνο το παμμέγιστο, που κάνει τις παλάμες να παγώνουν και το διάφραγμα να πάλλεται σαν φλάντζα– δεν το νικά ποτέ. Διότι το ψύχος τούτο το παμμέγιστο δεν έρχεται απ’ έξω. Μέσα μας το κυοφορούμε ατοί μας και το γεννοβολάμε ακαταπαύστως. Και κλείνοντας με στόκο ή– άλλα εύκαιρα υλικά– τις τρύπες, του αποκλείουμε κάθε βαλβίδα διαφυγής κι εκτόνωσης. Έτσι, με κρύα σπλάχνα, η σκέψη μας γίνεται ταχύτερη και κοφτερή, συνδιαλέγεται επιτυχώς με κάθε πονηρία, θριαμβεύει ».

Πίνακας: Santiago Ydanez

.

.

 
Image

Πάνος Σταθόγιαννης, Σίσυφος (AITION, 6 Φεβρουαρίου 2013, Θέατρο “Σφενδόνη”

ΣΙΣΥΦΟΣ (μονόπρακτο)

Αφηγητής (Μιλάει πίσω από αναλόγιο ή κινείται στον χώρο) Παντέρημη (Ώριμη γυναίκα, με έντονη θηλυκότητα, αλλά με ένδυμα φθαρμένο και λερό) Σίσυφος (Ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με την Πέτρα. Υφίσταται οχτώ διαδοχικές μεταμορφώσεις – του λιποτάκτη, του χωρίς ταυτότητα, του συμβιβασμένου, της γυναίκας, του κοινωνικά αναρριχόμενου, του νεκρού, του θεού και του εξόριστου) Πέτρα (Γυναίκα, πιθανότατα μπαλαρίνα, που εκτελεί διάφορες ρευστές κινήσεις ασχημάτιστης πέτρας –λάβας που πήζει–, συχνά δυσερμήνευτες για τη δική μας σημειολογία.)

***

Ένας προβολέας φωτίζει τον Αφηγητή, που βρίσκεται κάπου στην άκρη της σκηνής.

Αφηγητής: Θα φανεί και πάλι όπου να ’ναι… Αυτός και η Πέτρα του… Αν πας κοντά και τον κοιτάξεις κατάματα, θα δεις ότι δεν είναι ένας αλλά οχτώ. Οχτώ και οι Πέτρες, που άλλοτε σπρώχνουνε μπροστά κι άλλοτε τρέχουν και τους κυνηγούν στις κατηφόρες. Μα, αν τους ρωτήσεις πώς τους λένε – «Σίσυφο», θα σου πουν και οι οχτώ…

 

Christer Karlstad--Amusement Park 1

Ένας δεύτερος προβολέας έχει ήδη φωτίζει τον Σίσυφο, που βρίσκεται στη μέση της σκηνής και ασχολείται με την Πέτρα, η οποία είναι κουλουριασμένη κι ακίνητη. Την αγγίζει, την χαϊδεύει, την σπρώχνει, ίσως και λίγο να την μετακινεί. Λίγο πιο κει, στο πάτωμα, είναι αφημένα ένα μεγάλο κόκκινο ύφασμα, μια λευκή προσωπίδα, ένα καπέλο (ρεπούμπλικα), ένας χαρτοφύλακας κι ένα κινητό τηλέφωνο με ακουστικό. Ένας τρίτος προβολέας φωτίζει την Παντέρημη που βρίσκεται κάπου ψηλά –ίσως στην τελευταία σειρά των καθισμάτων–  αλλά σε θέση ώστε να διακρίνεται απ’ όλους.

Αφηγητής: Κι από την άλλη τη μεριά – αυτή η άμοιρη… Ξεχνάω τ΄ όνομά της… Κοιτάζει έναν-έναν τους οχτώ και τους ορέγεται. Αιώνες τώρα μόνη της. Άγονη κι άκαρπη. Πώς να αντέξει; Όμως αυτοί μόνο την Πέτρα τους αγαπούν και ενστερνίζονται…. Ο πρώτος, ο μπροστά-μπροστά, είναι εκείνος που αρνήθηκε να πιει το κώνειο και λιποτάχτησε απ’ το χρέος του. Τώρα τον λένε όλοι “ξένο”. Δεν έχει βήμα να μιλήσει πια. Στην Αγορά κάποιος του πέταξε ένα σάπιο ψάρι…

Ο Σίσυφος κουρασμένος κάθεται πάνω στο βράχο του και κοιτάζει την Παντέρημη.

Christer%20Karlstad%20-%203%20Silver%20-%2053x37%20cm,%20olje%20p%E5%20MDF

Παντέρημη: (μιλάει στον Σίσυφο) Ποιος είσαι εσύ που με κοιτάς, και ποια απόσταση κάνει τα χέρια σου να φαίνονται με τρίχες; Γιατί, αν είσαι άντρας, έλα κοντά και κανονάρχησέ με. Ειδάλλως, πήγαινε πιο πέρα. Μη με τυραννήσεις κι εσύ με υποσχέσεις… Εδώ, απέξω, γύρω μου, είναι μια χώρα σαν κι εμένα έρημη. Μπορεί και λύσσα να ’πεσε. Αλλά μπορεί και να ξινίσαν τα κρασιά τους… Λένε διάφοροι ανυπόληπτοι ότι κι εγώ εκεί έξω κείμαι. Ώμος γυμνός, μαρμάρινος, μισοχωμένος στο ρέμα. Να γλείφει γύρω το νεράκι. Να αναδεύουν τα χόρτα… Όμως εγώ, τις Τρίτες, ζητάω χάδι αντρικό τις Τρίτες. Μια περικεφαλαία ανάμεσα στα σκέλια μου…

Ο Σίσυφος δεν της δίνει σημασία. Ασχολείται και πάλι με την Πέτρα του. Μιλάει μόνος του, αδιαφορώντας για την Παντέρημη.

 Christer_karlstad

Σίσυφος:  Η πέτρα κατοικεί όπου υπάρχω –ελεεινότατος– εγώ. Και με περιφρουρεί. Με προστατεύει απ’ την εμφύλια βούληση μου. Προτού με ενσωματώσει στη δομή της, ήμουν παγόνι. Κοίταζα μέσα μου, έσβηνα λάμψεις, έγραφα χρώματα΄ έσβηνα χρώματα, έγραφα λάμψεις, κοίταζα μέσα μου. Τώρα δοξάζομαι στην ικεσία. Άπολις…
Παντέρημη: Αχ, κακομοίρη μου. Αν θα με δεις μεσάνυχτα στο δάσος, στις νεροσυρμές – πάει η λαλιά σου, σου την πήρα…

Ο Σίσυφος αλλάζει συμπεριφορά. Γίνεται “άλλος” Σίσυφος. Παίρνει από κάτω την προσωπίδα και τη φοράει. Συνεχίζει να ασχολείται αποκλειστικά με την Πέτρα του.

Αφηγητής: Ο δεύτερος την πάτησε εκεί που την πατάνε οι περισσότεροι. Κάτω απ’ τ’ αυλάκι. Βρήκε την Πέτρα που του ταίριαζε κι όλο τον σπρώχνει δυτικά, κι όλο εκείνη τού γλιστράει και πάει κουτρουβαλώντας κατά Έφεσο… Αν τον ρωτήσεις να σου πει –  «θα τα βρούμε κάπου στη μέση, θα με θυμάται τουλάχιστον ως Πλήθωνα»…

christ Finisterre-145x125-cm-300x257Παντέρημη: Ποιος είσαι εσύ, που η Δύση σ’ απεχθάνεται και η Ανατολή σε διώχνει; Κι ούτε στη μέση να σταθείς δεν δύνασαι – στην ουτοπία… Ζύγωσε να σε ιδώ από κοντά, κι άσε με να σου γλείψω τον ιδρώτα. Εσύ, αν το μπορείς, δώσε μου έστω μία σπίθα ανέμελη. Έστω κοσμήματα χρυσά, να τα φοράω και να βροντάνε… Αλλιώς, θα τα παρατήσω όλα στη μέση. Να λένε – «πέρασε κι απ΄ τα Γιάννενα, πολύ αργότερα όμως, αλλά δεν πρόλαβε, τη χτίσαμε σ’ ένα γεφυράκι εδώ πιο έξω»…

Αφηγητής: Μα, τι του λες;! Δεν σε ακούει!… Χρειάζεται παρηγοριά, και μόνο με τον μέσα του αντίλαλο παρηγοριέται. Μιας που εκεί, μονάχα η Πέτρα του ακούγεται. Το έξω του ούτε που θέλει να το δει, να το γνωρίσει… Αν και παλιά, πολύ παλιά, ερχόταν ένα αγοροκόριτσο, καθόταν στην πέτρα του και διάβαζε ποιήματα. Τρεις φορές ασπάστηκε μαζί του τη σελήνη…

Παντέρημη: Εγώ ήμουνα εκείνο το κορίτσι. Παλιά, πολύ παλιά. Τότε που ήμουνα πολύ γριά ακόμα… Τώρα έχω ξαναβρεί τον πρώτο εαυτό μου, τον πρωτόλειο, αυτόν που ξέρει τι είναι ομορφιά και τι ψιμύθια απαιτούνται για να την κάμψουν… Εμένα να φιλήσει – ποια σελήνη; Είμαι χωμάτινη, γι’ αυτό και πιο πικρή. Θα του μείνω στη γεύση για πολύν καιρό. Σχεδόν για πάντα…

(…)

To κείμενο του Πάνου Σταθόγιαννη παρουσιάζεται την Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου στο Θέατρο Σφενδόνη.
Και, φυσικά, θα είμαστε εκεί!
 
Ο πολυχώρος του ΑΙΤΙΟΝ στην Τζιραίων, ένας χώρος μοναδικής αισθητικής (θα τον ζήλευαν τα πεντάστερα ξενοδοχεία Αθηνών και συμπρωτεύουσας…), φτιαγμένος με μεράκι και όραμα από την Τούλα Μπαρνασά, είναι έτοιμος. Εκεί γίνεται στέκι πλέον για καφέ, φαγητό, πολιτιστικά δρώμενα, παρουσιάσεις και συναντήσεις ανθρώπων των Γραμμάτων και της Τέχνης.
 
Για να μην τα πολυλογώ, δεν με “χαλάει” να πατούν τα πόδια μου σε ολομέταξα χειροποίητα χαλιά, το μάτι μου να χάνεται σε εντυπωσιακά βιτρό, έργα τέχνης και αντίκες, να παρακολουθώ μία παρουσίαση βιβλίου καθισμένη σε βελούδινους καναπέδες, να κινούμαι σε έναν χώρο με φωτισμό από έργα τέχνης σε φυσητό γυαλί και ιδιαίτερους χρωματισμούς που προβάλλουν από τα εσωτερικώς φωτισμένα βιτρό του μπαρ. Καθότι γκουρμέ, η υψηλή κουζίνα, μαγειρική και ζαχαροπλαστική, δεν μου πέφτει βαριά… και μάλιστα όταν οι τιμές θα είναι άκρως δημοκρατικές. Πάμε ακομπλεξάριστα με τα τζινάκια μας, με τουαλέτες, με ξώπλατα ή με ζιβάγκο, με αγγλοσαξωνικό, γαλλικό, μπαρόκ στυλ, ακομπλεξάριστα εντελώς και κυρίως χωρίς κατινιές, ζήλειες και μνησικακίες. Η αισθητική είναι ζητούμενο και της Παιδείας και της Τέχνης, και, μάλιστα, όταν απλόχερα η Τούλα η Μπαρνασά μάς την προσφέρει με αυτόν τον τρόπο. Προσωπικά, της βγάζω το καπέλο!
 
 
christer nothingpureiseversimplei

Πρόσκληση

Το Κίνημα Τέχνης, Πολιτισμού και Επιστημών  «ΑΙΤΙΟΝ», σας προσκαλεί
την Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου και ώρα 9.00 το βράδυ, σε μια ξεχωριστή εκδήλωση στο Θέατρο «Σφενδόνη».

Πάνω σε κείμενα σύγχρονων δημιουργών, εμπνευσμένα από τις αρχαίες τραγωδίες, εξαίρετοι ηθοποιοί και καλλιτέχνες θα ζωντανέψουν μορφές από μύθους και πρόσωπα, που στο πέρας των χρόνων αναπτύχθηκαν ως αρχέτυπα στην ενδοχώρα του ανθρώπινου ψυχισμού. Στην πρώτη από τις τρεις συνολικά παραστάσεις που θα δοθούν με θέμα: «Το τραγικό πέρα απ’ το χρόνο» παρουσιάζονται:

Ι) «Ο Σίσυφος είναι οκτώ» του Πάνου Σταθόγιαννη.
Ο άνθρωπος, η μοίρα του κι ο αέανος αγώνας του προς τη λύτρωση.

ΙΙ) «Οιμωγές γυναικών» της Τούλας Μπαρνασά.
Εκάβη, Ανδρομάχη, Ελένη … Μητέρα, Σύζυγος, Ερωμένη.
Τρεις φιγούρες, τρεις πρισματικές όψεις της θηλυκής υπόστασης αντιμέτωπες με την κατάλυση των προστατευτικών τους “τειχών”.

Ψίθυροι τραγωδίας … μονόλογοι και διάλογοι ως φορείς διαχρονικών συναισθημάτων συνδιαλέγονται στο χρόνο σε μια όσμωση «περαίνουσα δι’ ἐλέου καὶ φόβου
τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν».

christer images

Ερμηνεύουν κατά σειρά εμφάνισης :

Αφηγήτρια: Ιωάννα Κανελλοπούλου

Σίσυφος: Γιώργος Στάμου, Γιάννης Μυλωνάς

Πέτρα: Αλίκη Γεωργουλοπούλου

Κείμενα: Πάνος Σταθόγιαννης
Ελένη : Κατερίνα Διδασκάλου
Ανδρομάχη: Δέσποινα Ψαρροπούλου
Εκάβη: Νόρα Κατσέλη
Πάρης: Μελέτης Ηλίας

christer 1255507175_christer_karlstad_04

Κείμενα: Τούλα Μπαρνασά.
Συμμετέχουν οι ηθοποιοί:

Βασίλης Τσιγκριστάρης, Φαίη Βολόρου.
Σκηνοθετική επιμέλεια : Σταμάτης Πατρώνης.
Μουσική γράφουν και εκτελούν : Δημήτρης Τσεκούρας και Γιάννης Μουτσάκης
Υπεύθυνη φωτισμού : Ελένη Αναγνωστοπούλου

Σας περιμένουμε…

Γιατί η αισθητική εποπτεία και η κατανόηση του ωραίου
αποτελεί κεντρικό “Αίτιον” ύπαρξης και αυτογνωσίας

Είσοδος ελεύθερη…

https://www.facebook.com/events/533624393328616/

Πίνακες: Christer Karlstad

 

Tags: , ,

Image

Πάνος Σταθόγιαννης, Αφήστε λίγο γλυκό και για μας, κύριε Κάφκα!…

Η Οργάνωσή στην οποία ανήκουμε τόσο εγώ όσο και η αγαπημένη μου ενδιαφέρεται ζωτικά και παρεμβατικά για τη μόλυνση του περιβάλλοντος από τις πολυεθνικές, την πείνα στον Πρώτο, Δεύτερο, Τρίτο, Τέταρτο και Πέμπτο  Κόσμο, τον διεθνή ιμπεριαλισμό, την αμερικανοκρατία, τον πολεμικό ισλαμισμό και τον νεοτσαρισμό,  τον νεοφιλελευθερισμό, τον θατσερισμό και τα Reaganomics, το “Παλαιστινιακό”, το “Ιρλανδικό” και το “Κυπριακό”, τα χρηματιστήρια και τις αγορές, την αναζωπύρωση του φασισμού και του ναζισμού, τον σιωνισμό και την νεοαποικιοκρατία, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ζώου από άνθρωπο και ανθρώπου από ζώο, τον ρατσισμό και τις φυλετικές διακρίσεις, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, των γυναικών και των παιδιών, τα μεταλλαγμένα τρόφιμα και τη χειραγώγηση εκ μέρους των ΜΜΕ, αλλά και καμιά τριανταριά ακόμα ζητήματα που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν.

Bonnieclyde_fΣτόχος μας είναι να επιταχύνουμε τις διαδικασίες κατάρρευσης αυτού του άδικου και θνησιγενούς συστήματος παγκοσμίως, αυξάνοντας την εντροπία του με καίρια χτυπήματα.

Σύνθημά μας είναι ένας στίχος του Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ: «Να είστε η άμμος και όχι το λάδι στα γρανάζια του κόσμου».

Γι’ αυτό και λειτουργούμε έξω από τη λογική του συστήματος, έξω από κάθε λογική – χαοτικά, σουρεαλιστικά, απροσδόκητα, με επιμονή στην ασυνέχεια.

Χτυπάμε εκεί που δεν το περιμένουν.

Ανατινάζουμε τα γραφεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο Μεξικό και αμέσως μετά πυρπολούμε ένα μίνι μάρκετ στα Τίρανα που δεν τηρεί τους κανόνες υγιεινής στο πεζοδρόμιο μπροστά του. Κάνουμε ηλεκτρονικές παρεμβολές στα όργανα πλοήγησης των φαλαινοθηρικών της Νορβηγίας, ώστε να πέσουν πάνω σε παγόβουνα, και ύστερα από μια βδομάδα απάγουμε τον υπουργό Εξωτερικών της Ιαπωνίας και του χτυπάμε τατουάζ σε όλο το σώμα (ακόμα και στα ρουθούνια), προτού τον αφήσουμε και πάλι ελεύθερο στο κέντρο του Τόκιο, ντυμένο με στολή γκέισας και πόδια παραμορφωμένα από τα σιδερένια παπούτσια. Κηρύττουμε τζιχάντ στο Ιράν, στην Ουρουγουάη, στις Ινδίες, στην Κίνα και στις Κάτω Χώρες για να τους μπερδέψουμε. Ληστεύουμε την “Τσέης Μανχάταν Μπανκ” και κατόπιν καίμε τελετουργικά τις πυραμίδες των χαρτονομισμάτων, των χρεογράφων και των μετοχών στα περίχωρα της Βίλνα στη Λιθουανία, σε απευθείας σύνδεση με τους μεγαλύτερους τηλεοπτικούς σταθμούς του κόσμου.

bonnie-clyde

Καταλαμβάνουμε το κτίριο του ΟΗΕ κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσής του, και αναγκάζουμε τα έντρομα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να διαβάσουν από το βήμα του ομιλητή το “Μεθυσμένο Καράβι” του Αρθούρου Ρεμπό. Αγωνιζόμαστε για την αυτονομία της Γης του Πυρός, για να οικοδομήσουμε εκεί την κοινωνία που ονειρευόμαστε, αν και οι κάποιοι από εμάς (εγώ και η αγαπημένη μου τουλάχιστον) είμαστε από εκείνους που το πρωί ξεχνούν τα όνειρά τους.

Τέτοια πράγματα…

bonnie-clyde-most-wanted-bazaar10

Η Οργάνωσή μας είναι τόσο μυστική, που είναι αμφίβολη ακόμα και η ίδια της η ύπαρξη. Μπορεί στην πραγματικότητα να μην είμαστε τίποτε άλλο από τη στιγμιαία (πιθανότατα και τυχαία) σύμπλευση και συνεργασία πολλών ανομοιογενών οργανώσεων. Ίσως, πάλι, το εύρος της να είναι τέτοιο, που να συμπεριλαμβάνει τους πάντες. Μηδενός εξαιρουμένου. Μερικές φορές λέμε συναμεταξύ μας αστειευόμενοι ότι η Οργάνωσή μας είναι τόσο μυστική που ακόμα και ο αρχηγός της δεν ξέρει αν είναι καν μέλος της.

Πολλές φορές, ύστερα από χτυπήματα που με την εξωφρενική τους πρωτοτυπία αιφνιδιάζουν ακόμα κι εμένα που είμαι παλιά καραβάνα, συλλαμβάνω τον εαυτό μου να προσπαθεί να φανταστεί τον σκοτεινό εγκέφαλο που κρύβεται πίσω από όλα αυτά και κινεί με μαεστρία τα νήματα, αγνοώντας το γεγονός ότι ηγείται της τρομερότερης τρομοκρατικής οργάνωσης από καταβολής κόσμου.

bonnie-clyde-most-wanted-bazaar1Κάθε φορά καταλήγω και σε διαφορετικό όνομα. Για αρκετό διάστημα είμαι σχεδόν σίγουρος ότι ο αόρατος αρχηγός είναι ο υφυπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, κύριος Πολ Γούλφοβιτς. Μέχρι να συμβεί κάτι άλλο και να είμαι έτοιμος να βάλω το χέρι μου στη φωτιά ότι όλα κατευθύνονται από τον Πατριάρχη Πασών των Ρωσιών Αλέξιο. Όμως, δεν περνάει πολύς καιρός που από την ανάγνωση μιας παλιάς συνέντευξης του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, οδηγούμαι στο συμπέρασμα ότι ο μεγάλος αυτός συγγραφέας της Αργεντινής, παρά την τυφλότητα και το συντηρητισμό του, κρατάει τα ηνία, ενώ ο υποτιθέμενος θάνατός του είναι σκηνοθετημένος.

Τέτοιο μπλέξιμο επικρατεί στο μυαλό μου.

Αλλά εδώ και μια βδομάδα μου τριβελίζει το μυαλό μια υποψία που με κάνει να ανατριχιάζω. Κρίνοντας από πολύ μικρά, και στο πρώτο κοίταγμα ασήμαντα περιστατικά που συμβαίνουν στον άμεσο περίγυρό μου (αλλά και στην καρδιά μου), αρχίζω να πιστεύω ότι αρχηγός μας είναι η αγαπημένη μου…

bonnie BlancheBarrowMug1933

Πάνος Σταθόγιαννης, Αφήστε λίγο γλυκό και για μας, κύριε Κάφκα!…Εκδόσεις Κέδρος, 2004

.

.

 

Tags: , ,