RSS

Γιώργος Παναγιωτίδης, Ίχνη στα όνειρα

30 Dec

.

Ονειρευόμουν ότι έπεφτα από πραγματικότητα σε πραγματικότητα, από κρεβάτι σε κρεβάτι, σε όλο και πιο μικρό κρεβάτι, μέχρι που βρέθηκα στην κούνια μου, μωρό. Άκουγα μια γυναίκα να λέει ένα νανούρισμα, αλλά δεν την έβλεπα. Μα πώς; Έλα, ύπνε, και πάρε το, πάρ’ το στους μπαξέδες και στρώσε του να κοιμηθεί με ρόδα και μενεξέδες. Κοιμήσου εσύ, παιδάκι μου, κι εγώ σε νανουρίζω, κι εγώ την κούνια σου κουνώ γλυκά να σε κοιμίζω. Είχα τα μάτια μου κλειστά.

«Μητέρα; Εσύ είσαι;» ρώτησα. Η φωνή της μητέρας μου, μελωδική όπως ένα συνονθύλευμα συζητήσεων που φτάνουν όλες μαζί στο αυτί του νυσταγμένου, η χροιά της ίδια με δύο κομ­μάτια φελιζόλ που τρίβονται μεταξύ τους. Το νανούρισμα όλο και πιο αργό, μέχρι που σταμάτησε – κι εγώ σε νανουρί… Απότομα.

.

Η ανάσα της μητέρας μου, γρυλισμός. «Έλα, μητέρα, βήξε να καθαρίσει ο λαιμός σου», είπα. «Ποια σκόνη, ποιος καημός σε πνίγει;» «Εσύ», μου απάντησε, και άνοιξα τα μάτια μου. Η μητέρα μου, θολή εικόνα πίσω από ραγισμένο γυαλί. Η κοιλιά της ανοιχτή σαν να την είχε σκίσει κάποιος –εγώ;– με μια φαλτσέτα. Μέσα της θρονιασμένο ένα μωρό με ύφος σοβαρού ανθρώπου. Η κοιλιά της μητέρας μου είναι ο θρόνος μου, το μωρό αυτό είμαι εγώ, και το όνειρο ήρθε να με πάρει, να με σηκώσει από τη σκληρή επιφάνεια της πραγματικότητας και να με ξαπλώσει γλυκά στο στρώμα της μητρικής αγάπης. Μα τι είναι αυτά που σκέφτομαι; Φταίει το βάθος του ονείρου όπου βρέθηκα, ή παραλογίζομαι από τη ζάλη μου, που συνεχώς χειροτερεύει;

Ένα όνειρο έχει πάντα κάτι να σου πει· είναι η βαλβίδα ασφαλείας που εκτονώνει τον βρασμό της σκέψης σου, που εκτοξεύει τον υπέρθερμο, κορεσμένο ατμό κάθε αναπάντητου ερωτήματος, όταν αρχίζει να κοχλάζει μέσα στο μυαλό σου και σωρεύεται σ’ ένα νέφος όλο και πιο χειροπιαστό, μέχρι που μετουσιώνεται σε μια αναπάντεχα τέλεια, μαγεμένη πραγματι­κότητα. Ένα όνειρο μπορεί να μετατρέψει την πραγματικότητα σε ερώτημα μέσα στις φλόγες μιας σκέψης.

.

.

Γυμνός, διάφανος, άδειος. Κοιτούσα τη μητέρα μου και προσπαθούσα να καταλάβω τι ήθελε να μου πει. Εκείνη σαν να κοιτούσε μέσα από το σώμα μου, σαν να ήμουν ένα παράθυρο, ένας γυάλινος άνθρωπος, το ίδιο σκληρός και εύθραυστος. Κοι­τούσε αφηρημένη ή ξεχασμένη, η θλίψη στο βλέμμα της δεν ρωτούσε τίποτα. Τι έβλεπε; «Έλα να σε πάρω στην αγκαλιά μου», είπε. Αυθόρμητα, υπάκουσα κι έκανα ένα βήμα προς το μέρος της, μα δεν προσκαλούσε εμένα. Πήρε το μωρό από την κοιλιά της, το σήκωσε, το κούνησε πέρα-δώθε για λίγο, σκυμ­μένο το πρόσωπό της επάνω του. Δεν μαγείρευε κάποιο φαγητό στη γάστρα της αλλά το μωρό στην αγκαλιά της. Το εμψύχωνε; Ήθελε να μου πει ότι φέρθηκα σαν ένα μωρό, ένα επικίνδυνο μωρό; Ή έδειχνε με κάποιον τρόπο την κατανόησή της;

Γρήγορα η θολή εικόνα καθάρισε. Ούτε μητέρα ούτε μωρό. Ήμουν εγώ, γυμνός. Στην κοιλιά μου αποτυπωμένη η πληγή του εραστή μου, το αίμα.

Γιώργος Παναγιωτίδης, Ίχνη στα όνειρα, μυθιστόρημα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2021

Artwork: Johann Fournier

.

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

 
%d bloggers like this: