.
ΙΙ.
Μουδιάζει τα φώτα η παγωνιά σ’ αυτό τ’ απεγνωσμένο
κατάστρωμα του χειμώνα
περνώντας από δωμάτιο σε δωμάτιο
με στίχους που κρέμονται από τ’ αυτιά της σα στηθοσκόπιο
ο γυρισμός σου χώνεψε σε μια ακατοίκητη αναμονή
κι έξω βουίζουνε αλύπητα οι χωρισμοί
πυκνών φιλιών που έσβησαν κι άλλων
που δε λένε να στεγνώσουν
.
Σκέφτομαι τους φίλους που καρφώθηκαν ξαφνικά
σ’ αυτά τα υποταγμένα παράθυρα
ψάχνοντας όλη νύχτα μνημονεύοντας
κουβέντες που τις χάραξαν αμείλικτα τα χρόνια
γυναικεία μπράτσα που ελπίζουν ακόμα στη δυναστεία του έρωτα
σε μιαν ανταπόκριση ή μια μεταμέλεια.
Νομίζω, κάποιο απόγεμα, χάιδευες το ιδρωμένο τζάμι
σα να ’ταν ένα πρόσωπο
«Λοιπόν αντίο» γυρεύοντας με τα μάτια το κλειδί
«Λοιπόν, ως εδώ». Αντίο
.
Μα πού πήγαν τόσα ονόματα της θάλασσας
τόσα ονόματα που κάηκαν με τις διεκδικήσεις του Αυγούστου
λογάριαζες ένα δέρμα καινούριο κι ο Νοέμβριος είναι πάντα ο ίδιος
μπάζει πολλά νερά λίγο θόρυβο απ’ την αυλή
και στον τοίχο σκουριάζουν αμετανόητα τα καλοκαίρια
όπως σκουριάζει μια συζήτηση στην κουπαστή
γιατί επιτέλους όσοι χώρισαν
δεν πέθαναν όλοι νέοι…
.
Mάριος Μαρκίδης, Προσήλωση, από την ομώνυμη συλλογή, Ανθολογία Ε. Γαραντούδη, Η ελληνική ποίηση του 20ού αιώνα
Πίνακας: Henri Lebasque
.
Like this:
Like Loading...