.
Και από το Μεσονύκτιο παραμένει η παρουσία του σε μια νοητή κάμαρα του χρόνου όπου η μυστηριώδης επίπλωση αναχαιτίζει ένα ανεπαίσθητο θρόισμα σκέψης, φωτεινή ρωγμή που την προκαλεί η επάνοδος των ηχητικών κυμάτων της και η πρωταρχική τους διάχυση, ενώ (με μια οριακή κίνηση) ακινητοποιείται η προηγούμενη από την πτώση της ώρας θέση σε μια χαυνωτική ηρεμία ενός καθαρού εγώ, που για καιρό το ονειρευόμουν· όμως ο χρόνος του μεσονυκτίου, στερημένος από κάθε σημασία πέρα από την παρουσία του, έχει απορροφηθεί από τις βαριές πτυχώσεις που πάνω τους στάθηκε, λαμπρύνοντάς τες, το θρόισμα που έσβησε μες στη λήθη, σαν κώμη ασθενική, γύρω από το πρόσωπο του οικοδεσπότη, το φωτισμένο με μυστήριο, και με το βλέμμα άδειο όμοιο με τον καθρέφτη.
Είναι το καθαρό όνειρο του Μεσονυκτίου, που έχει αυτοαφανιστεί, και το αντιληπτό φέγγος του, που εξακολουθεί να υπάρχει μόνο στο κέντρο της πραγμάτωσής του της βυθισμένης στη σκιά, αντανακλά τη στειρότητά του στο ξεθωριασμένο χρώμα ενός ανοιχτού κειμένου πάνω στο τραπέζι· κοινότατη σελίδα και διάκοσμος της Νύχτας, με τη μόνη διαφορά ότι διασώζεται η σιωπή μίας αρχαίας ρήσης που το ίδιο την είχε εκστομίσει και στην οποία επανερχόμενο, αυτό το Μεσονύκτιο επικαλείται την πεπερασμένη και ανύπαρκτη σκιά του με αυτά τα λόγια: Ήμουν η ώρα που θα μου προσφέρει την κάθαρση.
Stéphane Mallarmé, Ίγκιτουρ ή η τρέλα του Ελμπενόν, μτφρ-επίμετρο: Mαρία Ευσταθιάδη, εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2010
Artwork: Daphne Rocou
.
vequinox
31/12/2020 at 06:12
Reblogged this on Greek Canadian Literature.