Κάθε νύχτα λουφάζει
πάνω απ’ τα κεφάλια αστροφεγγιά
και την πνίγουν τα λαμπιόνια.
Τα μάτια στα μάτριξ γαντζωμένα
σε εικονικές πραγματικότητες, ρεκλάμες.
Ρακορροούντες άνθρωποι αυτόβουλοι
φυλάνε στων κενών τα μετερίζια
τον θάνατο που έρχεται αθόρυβα,
σαν μυώδες ορθάνοιχτο σκοτάδι και
του Κέρβερου το στόμα να αλυχτά το τέλος.
Οιμωγές να ξεριζώσουν τα αδόκητα όνειρα
μέσα απ’ τα κεφάλια,
με μακριές τσιμπίδες ρίχνοντάς τα
σε πάγκους σαν συκωταριές για τα γατιά
που πεινασμένα οσμίζονται το αίμα.
Και σύντυχα πυρομανείς
με δαυλιά ρετσινωμένα
και πυρσούς από κατράμι,
εμπύρετα πυρπολικά,
να ζεσταθεί ο πλανήτης από τη βαθιά κατάψυξη.
Και αν λείψει θέρμη να καούν και τα βιβλία.
Οι βιβλιοθήκες ν’ αλαφρώσουν απ’ το βάρος
και τη φρίκη.
Ευάγγελος Βαλσαμίδης, από την ενότητα Helas, Υπογλώσσια, Γαβριηλίδης 2017
Ευάγγελος Βαλσαμιδης
04/10/2019 at 20:55
ΠΟΛΛΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΣΤΗΝ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΣΙΑΦΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΜΟΥ