Ήδη με τον κλονισμό της πρώτης ανακύκλωσης
η λίγη απ’ τη θάλασσα που ξέρουμε σάμπως αμήχανη
μόλις που δειγματίζει μιαν αστραφτερή διαφάνεια
καθώς χαϊδεύεται με τον εαυτό της ηδονικά
σ’ ένα δικό της λουτρό διαρκείας.
Ξαφνικά, μακριά απ’ τα περίφοβα ρίγη
σκοτεινών υπογείων ρευμάτων και σεισμών,
τις παράφορες περιπτύξεις από νεκρόφιλα φύκια
ή τ’ απρόβλεπτα κέφια του πρωινού σιρόκου.
Κι οριστικά έξω απ’ την άνοστη συνύπαρξη
με οκνά μαλάκια, κατάπληκτα αγαθόψαρα
κι εσωστρεφή, μυστικόπαθα οστρακόδερμα.
Επιτέλους, εντοιχισμένη σ’ ένα σχήμα οβάλ καρδούλας
με μια ταυτότητα χειροπιαστή μήκους και βάθους,
αναπαύεται σ’ ένα στεγανό ιδιωτικό βυθό
στο χρώμα ποντισμένου ανέφελου ουρανού
κερδίζοντας έτσι ένα μικρό μερίδιο γαλήνης
που σκληρά τής αρνήθηκε η αρχέγονη φύση της.
Πισίνα και θάλασσα στο πλάνο τώρα
μιας έντεχνα μεταλλαγμένης επαφής
δείχνουν να σμίγουν
σ’ ένα είδος ερωτικής ύπνωσης.
Ή μήπως τα κοντόθωρα μάτια μου,
οικειωμένα από καιρό και πρόθυμα
σ’ απατηλά μοντέλα ευδαιμονίας,
δεν ξεχωρίζουν κι εδώ το κρυμμένο δράμα;
Μιας νέας θάλασσας, ντρεσαρισμένης,
πεντακάθαρης κι υπάκουης, που εξαργυρώνει
τα πλούσια δεσμά μιας ανθρώπινης διευθέτησης
με την ατίθαση αφειδώλευτη ψυχή της.
Σαν ένα άλλο μοντέρνο κατοικίδιο.
Bασίλης Καραβίτης, Η θάλασσα στην πισίνα, από τη συλλογή Το αγαθό σκοτάδι, Κέδρος 1997