RSS

Χρύσα Φάντη, Στην επικράτεια του λευκού

22 Nov

Bookpress 5.1.2018

Αγαπητέ μου Φρανκ, έξω χιονίζει πάλι σαν υπόσχεση ακατάπαυστα, κι όλα θα γίνουν κρύσταλλο σε λίγο· […] Προσωπικά, δεν έχω άλλον τρόπο να συγυρίσω την αναστάτωση εδώ, κι έτσι, σας γράφω. Βλέπετε, κάνει πάνω από τρεις μήνες ένα άγριο χιόνι εδώ πέρα, γεμάτο χνούδι τρυφεράδας […]

Η Ιφιγένεια Σιαφάκα στο δεύτερο, κατά χρονολογική σειρά έκδοσης, μυθιστόρημά της Λευκό από χθες (έχει προηγηθεί Το τραγούδι του λύγκα), υιοθετεί την θεατρογενή αμεσότητα της απεύθυνσης σε συνδυασμό με τη ζωντάνια της πρωτοπρόσωπης αφήγησης για να μας διηγηθεί μια ιστορία απλή και ταυτόχρονα εξαιρετικά σύνθετη και σπαραχτική.

 

Στα δεκαοχτώ κεφάλαια τού Λευκό από χθες, κεντρική αφηγήτρια είναι η τριανταοχτάχρονη σχεδιάστρια μόδας Φρίντα Νέθελ. Σε διάστημα δέκα ημερών (δύο χρόνια μετά την εξαφάνιση του μικρότερου αδερφού της Πατρίκ και εν τω μέσω μιας ακατάπαυστης χιονοθύελλας), η Φρίντα συντάσσει μια επιστολή, απευθυνόμενη προς τον κύριο Φρανκ Σλάις, διευθυντή του ταχυδρομείου:

Αχ, πώς στραμπουλίζετε τα μάτια σας, αγαπητέ μου, όταν έρχομαι στο ταχυδρομείο, για να σας παραγγείλω γραμματόσημα! Είστε απαίσιος εσείς ή, μήπως, είμαι τρελή εγώ; Προσωπικά, πιστεύω πως είστε υπέρμαχος της αναισθησίας και, διορθώστε με, αν κάνω λάθος [….] Σας έχετε δει, μήπως, ποτέ μες σε καθρέφτη, που και αυτός με τη σειρά του καθρεφτίζεται σ’ άλλον καθρέφτη; Αλίμονο, το είδωλό μας ανάγεται στο άπειρο, ώσπου χιλιάδες είδωλα τρομοκρατούν το πρότυπό τους, που μάταια ψάχνει τον χαμένο εαυτό του. Με τέτοιο βλέμμα νομίζω ότι πεθαίνουμε.

Ποιες οι σχέσεις της επιστολογράφου με τον άνθρωπο προς τον οποίο απευθύνει την επιστολή της; Με ποιον τρόπο ο τελευταίος εξουσιάζει τη τύχη της ίδιας, της οικογένειάς της και ολόκληρης της τοπικής κοινωνίας; Ποια δύναμη του δίνει το δικαίωμα να αυθαιρετεί και ποιες αρρωστημένες ορέξεις τον εξωθούν στο να παρακολουθεί και να επεμβαίνει στις ζωές τους; Στο Λευκό από χθες, η Σιαφάκα δανείζεται τις σκέψεις και τα συναισθήματα της Φρίντας για να ρίξει φως στον μικρόκοσμο μιας κοινωνίας αδιάφορης, ευθυνόφοβης, θρησκόληπτης και κατακερματισμένης:

Σφουγγίζουν, Φρίντα, τα υπολείμματα στ’ αξύριστα σαγόνια τους, αγγίζουν τα φορέματα των γυναικών και ονειρεύονται φτηνά ποτά στο μπαρ του Ιερεμία […] Εκεί ξεχνούν, Φρανκ, ό,τι δεν τόλμησαν ποτέ να θυμηθούν […]

Ο τόπος στον οποίο διαδραματίζεται η ιστορία είναι το Λαβίλ, μια μικρή επαρχιακή πόλη που θα μπορούσε να βρίσκεται σχεδόν οπουδήποτε: σε μια χώρα του ευρωπαϊκού βορρά ή ακόμη και σε κάποια περιοχή του νότου που πλήττεται από κακοκαιρία. Τα ονόματα ποικίλα (π.χ. Αμαλία, Βιργίλιος, Φρίντα και Πατρίκ Νέθελ, Φρανκ Σλάις, Αμφιλόχιος Ρατάνοβ, Ευγένιος Χαρέρας, Ιωακείμ Αλίανθος, Φεργκεσία, Δαμοφίλη, Φρειδερίκος Κέρτανσον, Λυδία Πάτερσεν και πλείστα ακόμη ονόματα κομπάρσων) συνηγορούν σ’ έναν χώρο γεωγραφικά ασαφή, σε μια εσκεμμένη απροσδιοριστία που κλείνει το μάτι στον αναγνώστη σχετικά με τις πραγματικές προθέσεις της συγγραφέως, οι οποίες και υπερβαίνουν κατά πολύ εκείνες μιας επίπεδης εξιστόρησης (οικογενειακή σάγκα) ή μια αμιγώς ψυχαναλυτική περιγραφή.

Αλλά και σε ό,τι αφορά τους πραγματικούς χρόνους, παρά τις συγκεκριμένες αναφορές (η επιστολή γράφεται εντός 10 ημερών, από τις 21 έως τις 31 Ιανουαρίου, ημέρες εξαιρετικά σημαντικές για την αφήγηση), υπερισχύουν οι συνειρμοί, αφού από την πρώτη κιόλας σελίδα έχουμε μια χρονολογική αναστροφή, καθιστώντας έτσι δυνατό και το συγγραφικό τέχνασμα της έμφασης μέσω της επανάληψης. Επιπρόσθετα, σε όλα τα κεφάλαια, η ροή της αφήγησης συχνά διακόπτεται από αναδρομές στο παρελθόν και αντίστοιχες εστιάσεις σε περιστατικά της πρώτης παιδικής ηλικίας ή άλλα που συνέβησαν λίγο πριν ή μετά την εξαφάνιση του Πατρίκ, με την όλη επιστολή να παίρνει το σχήμα του κύκλου σε σχέση με τον χρόνο, καθώς η μυθιστορηματική καταγραφή της ξεκινάει και τελειώνει την 31η Ιανουαρίου – επιπλέον ενδιαμέσως υπάρχουν επιστολικές καταγραφές της ίδιας ημέρας. Να σημειώσουμε εδώ ότι η επιστολογράφος δεν παραλείπει να εξηγήσει στον αποδέκτη της επιστολής όχι μόνον τον λόγο άλλα και τον τρόπο σύνταξής της.

Ωστόσο, τόσο στην ημερολογιακή αναφορά της διετίας 1967-1969 όσο και στην τελική αναφορά του 1974, ενδεχομένως να υποκρύπτεται και κάποια αναγωγή σε καθεστώτα αυταρχικά και ολοκληρωτικά (δες: χούντα των συνταγματαρχών στην Ελλάδα, δικτατορίες σε Ισπανία, Πορτογαλία και χώρες της Λατινικής Αμερικής) με τους γνωστούς σπιούνους της αστυνομίας και τους εγκάθετους καθεστωτικούς λακέδες ή παρακρατικούς δολοφόνους να δρουν το ίδιο ασύδοτα με τον Φρανκ, ενώ οι πολίτες του Λαβίλ μοιάζει να αποτελούν αντανάκλαση των θυμάτων τους, πολίτες που, για να τους αποφύγουν, καταφεύγουν στη δουλικότητα και τη σιωπή.

Ποια η σχέση του Φρανκ με την εξουσία και ποιες μεθόδους (ύπουλες και πιθανώς θανάσιμες) θα χρησιμοποιήσει για να κορώσει τις επιθυμίες του; Σε τι σόι δικαιολογίες και τεχνάσματα θα καταφύγει; Από τη σχετικά υψηλόβαθμη δημόσια θέση του διευθυντή του ταχυδρομείου του Λαβίλ, ο Φρανκ δρα ανεξέλεγκτα. Ύπουλος, αδίστακτος, όπως και τόσοι άλλοι που ανεβαίνουν την κοινωνική ιεραρχία με τρόπους αδιαφανείς και συχνά πατώντας επί πτωμάτων, μπορεί ακόμη και να εγκληματεί χωρίς καμιά συνέπεια, χωρίς ποτέ να καλείται να λογοδοτήσει. Τις πράξεις και την όλη ψυχοπαθολογία αυτού του κοινωνικού βαμπίρ, μαζί με όλα όσα τη χαρακτηρίζουν και τη συνοδεύουν (αναισθησία, αναλγησία, υποκρισία, ανηθικότητα, μικροπρέπεια, αχρειότητα, σαδισμός) θα καταγράψει η Φρίντα στον επιστολικό της χείμαρρο, ένα κείμενο στο οποίο η αγωνία και ο πανικός (συχνά εκφρασμένα με τρόπο σαρκαστικό, αυτοσαρκαστικό και γκροτέσκο) συνυπάρχουν με έναν λόγο αναλυτικό, φιλοσοφικό και υπαρξιακό:

Και τι ειρωνεία ν’ αποσιωπά κανείς το μέλλει γενέσθαι των πραγμάτων με τόσο εύγλωττες μετωνυμίες απονέκρωσης!

Μέσα σε μια ατμόσφαιρα με στοιχεία αστυνομικού σασπένς και σκηνικά χαρακτηριστικά του νουάρ, προτάσεις και φράσεις με χαρακτήρα εικονοποιητικό έρχονται να στηρίξουν έναν λόγο σύνθετο και με έντονα τόσο τα εννοιολογικά του πρόσημα όσο και το φιλοσοφικό του υπόστρωμα. Αν και πρόσωπα και γεγονότα σκιαγραφούνται με τρόπο αληθοφανή, σύντομα αντιλαμβανόμαστε πως ολόκληρο το βιβλίο στο στήσιμό του, και παρά τα ρεαλιστικά του στοιχεία (είτε αυτά ανάγονται στη σφαίρα του κοινωνικού γίγνεσθαι –χώρο κατεξοχήν δημόσιο–, είτε αφορούν και ανατέμνουν καταστάσεις ατομικές των ηρώων – χώρο ιδιωτικό), θυμίζει μοντάζ.

Έργο κατ’ εξοχήν δομικό και μεταμοντέρνο, το Λευκό από χθες, όχι μόνο φιλοδοξεί, αλλά και επιτυχώς καταφέρνει να μπήξει το μαχαίρι στο κόκαλο, ενώ ταυτόχρονα μοιάζει να αμφισβητεί και να διακωμωδεί ακόμη και τη δική του ύπαρξη, δύναμη και γραφή. Διακριτά σε όλο το κείμενο τα μοντερνιστικά στοιχεία: σκεπτικισμός και πεσιμισμός, αμφιβολία και αμφισβήτηση, ποιητικότητα και σκόπιμες λεκτικές και συντακτικές ιδιομορφίες, πολλαπλές οπτικές και έμφαση στο παίγνιο και τη δύναμη της γλώσσας, υπερίσχυση των νοηματικών και χρονικών ετεροχρονισμών έναντι της αφηγηματικής και ρεαλιστικής απεικόνισης και κανονικότητας, στοιχεία κινηματογραφικά (φλας μπακ κλπ.), στοιχεία αυτοαναφορικότητας, κ.ά.

 

Σε ένα σύμπαν επίπονης και διαρκούς διερεύνησης γι’ αυτά που κρύβονται πίσω από τις επιφάνειες, όχι μόνο των πραγμάτων αλλά και της ίδιας της γλώσσας και της δομής της, ένα λεκτικό γαϊτανάκι που σε σημεία αγγίζει το μοντέρνο μπαρόκ, η Φρίντα θα συνεχίσει μεν να πιστεύει πως ο τρόπος που βλέπει και ερμηνεύει τα πράγματα έχει τη δύναμη να φωτίσει με τον δικό του φακό τον κόσμο της, ταυτόχρονα όμως θα συνειδητοποιήσει ότι στη δυνατότητα αυτή έρχεται να αντιπαρατεθεί η (πραγματική) αδυναμία της να επέμβει δυναμικά και να τον αλλάξει.

Στο Λευκό από χθες, ένα βιβλίο με έντονατα στοιχεία της μουσικότητας και της ποιητικής πρόζας, η Σιαφάκα αφηγείται μια μυθιστορία που, πέρα από την αναγνωστική τέρψη (ενδιαφέρουσα πλοκή, δυνατοί και πειστικοί διάλογοι) διαπραγματεύεται με πάθος θέματα ηθικά και αισθητικά (ύφος και ήθος ίσον αισθητική), σ’ έναν κόσμο όπου η ατιμωρησία των δυνατών και η επικράτηση του ψεύδους σε βάρος των αδύναμων φαίνεται να κυριαρχούν:

[…] η χειμερία νάρκη των τραυμάτων, που επαπειλούν με ανάρρωση όλους τους πεθαμένους [.…] Νομίζω ότι κανείς δεν θα περίμενε ποτέ πως ο γιατρός θα σκαρφιζόταν μια τόσο εύγλωττη ποιητική εκφορά να μεταφέρει στις λέξεις τον Πατρίκ μας.

Αξιομνημόνευτη είναι και η σπουδή με την οποία περιγράφεται ο κοινωνικός αποκλεισμός του Πατρίκ, όπως και ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνονται οι ιδιαιτερότητές του. Ο αδερφός της Φρίντας δεν είναι μια ακόμη περσόνα μέσα στο μυθιστόρημα. Ο «προβληματικός» λόγος του, δίπλα στον μεστό και εκπληκτικά δουλεμένο του διανοούμενου Τζάσμιν, βρίσκει τρόπο να εκφράσει μια αλήθεια που προηγείται του ορθολογικά συγκροτημένου προφορικού και γραπτού, δείχνοντάς μας πως υπάρχει και ένας άλλος λόγος, αποσυνάγωγος, ξενιστής, προβοκάτορας και αντίθετος στην υποκρισία των πατριαρχικών συμβόλων, λόγος ά-λογος και πιο κοντά στη μήτρα, εκεί όπου η γλώσσα καταφέρνει να υπερβεί την πραγματικότητα και όχι μόνο να κινείται γύρω από αυτήν, ματιά προ-οιδιπόδεια, που μπορεί όχι μόνο να αναπαράγει πράγματα, αλλά και να τα επανεφευρίσκει.

Πίνακες: Afred Sisley

.

 

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

 
%d bloggers like this: