Τα υλικά απλωμένα στο τραπέζι. Οι κινήσεις μηχανικές. Για χάρη των παιδιών. Έρχονται Χριστούγεννα, θα τα περάσουν όλοι μαζί. Τα φρόντιζε η γιαγιά, μέχρι να νιώσει καλύτερα. Θυμάται τα ματάκια τους που έλαμπαν, καθώς έμπαινε στη σάλα κρατώντας την πιατέλα με τους κουραμπιέδες. Βέβαια τότε ήταν κι αυτός εκεί. «Πώς καταφέρνεις, αγάπη μου, να μας τυλίγεις στην άχνη σου!» Αλλά πλέον, όταν τον βλέπει, «θα σε πονέσω», λέει, «όπως με πόνεσες εσύ, θα σε σκοτώσω, θα σε… ». Όμως ο κούκος του ρολογιού που λαλεί, διαλύει ξαφνικά τα φαντάσματα και τότε βουλιάζει η γροθιά της στο βούτυρο.