Πώς περπατάτε, αλήθεια, έτσι; Μερικοί κακότροποι λένε πως έχετε καταπιεί μπαστούνι και ότι διακρίνεστε από μια κάποια σκληρότητα στο στήσιμο του σώματος. Προσωπικά, θα έλεγα πως έχετε ζωστεί ένα φτηνό σωσίβιο από καουτσούκ και ότι επιπλέετε αγέρωχος με την αυταρέσκεια που σας προσφέρει η κακία. Kαι τι θα πει άραγε κακία; Ω, όλοι μιλούν για την κακία, κι έχει καταντήσει στις μέρες μας πλέον καραμέλα… να, μάλλον θα πει ότι βρισκόμαστε ασώματοι και φοβισμένοι, έτοιμοι να συντρίψουμε τους άλλους, γιατί διεκδικούμε τη θέση μας στο σώμα τους· θέση που μας αρνήθηκαν αυτοί. Κάπου το διάβασα αυτό. Ανόητα πράγματα και μπερδεμένα! Ατιμούλη, εσείς όμως πάντα κρατάτε τις αποστάσεις απ’ τον εαυτό σας, κι έτσι γίνεστε βδέλλα στον άσχετο κοσμάκη!
Ποιος, όμως, να σας υποψιασ
τεί; Δωρίσατε και στην κόρη του δημάρχου, ενώπιον όλου του σεβαστού Λαβίλ μας πέρυσι, τη 2η ημέρα της Πουτίγκας, εκείνη την κρέμα με βανίλια και λεμόνι. Μαμά, μελόνι, όχι πουτίγκα! μαμά, μελόνι! η μικρή Ατζουλέτα αναγραμμάτιζε όλη την ξινίλα, μελόνι! μελόνι! διεκδικώντας τη δική σας! Δεν χάσατε την ευκαιρία να αγοράσετε κείνο το μικρό βαζάκι της βανίλιας-λεμόνι, με την όμορφη ζωγραφιά από το χιονισμένο δάσος στο γυαλί του, υψώνοντάς το αεροπλανάκι, ζόοοουπ, για τη μικρή μου Ατζουλέτα! σκύψατε και είπατε –και από πότε «μου», παρακαλώ;– μπρος σ’ ένα λινό φούξια φουστανάκι με λευκό γιακά,κέντημα από λεβάντες στην μπορντούρα κι έναν τόνο βαριάς άνοιξης απ’ την τεράστια πεταλούδα στις ξανθές μπουκλίτσες. Ζόοοουπ, για τη μικρή μου Ατζουλέτα και τη μοβ πεταλουδίτσα! ρίξατε για λιπαντικό, έτσι όπως είστε γλοιώδης στη φωνή, εκείνο το θρόισμα που κάνουνε τα στάχυα, όταν πέφτει ομίχλη στο λιβάδι και το αεράκι αρχίζει να τα γρατζουνάει, και, ω, ναι, τότε θολώνει απ’ την ομίχλη η εικόνα στο λιβάδι, κι αυτά γελάνε χαζεμένα και ω, είστε εσείς ο ποιητής με τα λεμόνια τα μελόνια!
Ιφιγένεια Σιαφάκα, Λευκό από χθες, μυθιστόρημα, Σμίλη 2017
.