Κουραμπιέ λιώνει στο στόμα η στιγμή. Αφράτη στρόγγυλη σαπουνόφουσκα. Στα χρώματα της ίριδας εμπεριέχει το όλον. Σκάει και διαχέεται στο τίποτε. Ποιoς να γνωρίζει κάτι απ’ το τίποτα; Άχνη λιωμένη κουραμπιέ, γεύση υπόγλυκη. Υφή απαλή χωμάτινη στο στόμα. Ύστερα άχρωμη κενή επικάλυψη. Ενδέχεται οι πιο νόστιμοι κουραμπιέδες, οι εμποτισμένοι ονειρόχρωμα, οι πιο μεθυστικοί, της όποιας φαντασίας οι πιο φαντασμαγορικοί, μπορεί, λέω, να πλάθονται στο τίποτα. Ξέρει κανείς; Άφοβα φάε κουραμπιέδες στιγμές αφράτες νόστιμες. Άσ’ τες σιγά σιγά στο στόμα σου να λιώνουν. Απόλαυσε το όλον της στιγμής στο στόμα, στην κοιλιά, στο δέρμα, υποδόρια. Του είναι κουραμπιεδοστιγμές και του αεί.