Και τον Αθανάσιο τον σουβλίσανε με τη μανία τους οι Τούρκοι.
Την εποχή εκείνη, για μένα, τιμωρία, που το καντηλάκι του έκαιγε σ’ ένα στενό της Λαμίας. και ψήνανε εκεί, δεν νήστευαν. «Τα ’χουν για τη Λαμπρή!» με κοροϊδεύανε, μα οι μέρες ακόμα πολλές ως τότε, άκουγα που σκεφτόμουν –και δώσ’ του πάνω κάτω το στενό– «πώς είναι να σουβλίζουν έναν άνθρωπο;» Ποιο επίθετο να κάτσει, ποιος προσδιορισμός από την Αλαμάνα και τη γέφυρα• σαν περνάγαμε να σου! πεταγόταν ο σουβλισμένος, με τη φουστανέλα στη στήλη τη θυμητική – ξεβράκωτος ίσως, που μαρτυρούσε.
Κρακ έκανε το κρανίο του αρνιού της αγοράς, και τα αίματα ποτάμια στ’ αυλάκι των σφαγείων, πόσα κρακ η κεφαλή του Αθανάσιου; πόσα ν’ αντέξει το στομάχι ενός παιδιού που φρόντιζε κάθε Πάσχα να παθαίνει διάρροια και να τρώει μόνο ρύζι;
Πίνακας: Holly Farrell
.