.
Σε σοβαντισμένα, απόμερα σοκάκια
Όπου το φως είναι γκρίζο, μολυβί
Και η απογευματινή ομίχλη
Φέρνει στα μαγαζιά τα φώτα πάνω από
Δελτία στοιχημάτων και κομποσχοίνια,
Μια κηδεία περνά.
Μπροστά πηγαίνει η νεκροφόρα
Και αμέσως μετά ακολουθεί
Ένα μπουλούκι γυναικών τού δρόμου,
Με πλατύγυρα, λουλουδάτα καπέλα,
Μανίκια μιας άλλης μόδας κι εποχής,
Φουστάνια μακριά ως τον αστράγαλο.
Κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα μεγάλης φιλικότητας
Σαν να τιμούσαν κάποιον ξεχωριστό
Αγαπημένο τους.
(Δυο τρεις χορεύουν λίγα βήματα
Ανασηκώνοντας τις φούστες επιδέξια,
Άλλη χτυπώντας παλαμάκια, κρατά τον ρυθμό).
Μα και ταυτόχρονα μεγάλης λύπης.
Και ακούγεται καθώς απομακρύνονται
Μια φωνή να τραγουδά
Για κάποια Κίτυ ή Κέητυ,
Σαν αυτό το όνομα να εσήμαινε κάποτε
Όλη την αγάπη και όλη την ομορφιά.
Μεταφραστική δοκιμή: Νίκος Λάζαρης
Πίνακας: William Clarke Wontner
.
.