Η Σ. αυτό με τις γίδες δεν θυμάται αν πράγματι το είδε τότε. Μπορεί να το μπερδεύει με κάποιο ταξίδι μεταγενέστερο. Στο κατάστρωμα πάντως κάθισε δίπλα σε ένα ζευγάρι. Αντρόγυνο ήταν; Ναι. Σύζυγοι πρέπει να ήταν. Γιατί φορούσαν βέρες. Η γυναίκα γύρισε και την κοίταξε. Τη ρώτησε από πού ήταν αλλά το κορίτσι δεν της απάντησε. Η γυναίκα όμως να επιμένει. Πώς και τι και γιατί. «Ίσως ήταν καλύτερα να καθόσουν δίπλα σε κανέναν φαντάρο» την κορόιδεψε η ασώματη, η Σ. όμως είχε αρχίσει να σφίγγεται και να κουνάει δεξιά αριστερά τη λεκάνη της και να στριφογυρίζει, είχε ξυλιάσει κιόλας πάνω στην κουπαστή. Στο τέλος η φούσκα της έσκασε, το κάτουρο άρχισε ν’ αμολιέται στα πόδια της, να τρέχει και να μη σταματά. Ρυάκια ρυάκια κατέβαιναν τα υγρά από τα πόδια της, στο πιτς φυτίλι σχημάτισαν λιμνούλα γύρω από τα πασούμια. Μερικά ακόμα κυλούσαν Κύριος οίδε πού. Έχουν μαρκάρει το φουστανάκι με ωχρά φωτοστέφανα, έχουν ραντίσει με υποκίτρινες πιτσιλιές τα πασούμια, εμφανή τα πειστήρια και στα καλτσάκια που κρέμονται από τους αστραγάλους. Μούσκεψαν τα καλτσάκια της, μούσκεψαν και οι γάμπες; Πάνε και τα λουράκια, πάνε κι οι αγκραφίτσες οι ροζ.
«Καλοφόρετα τα φρεσκοφορεμένα» της είπε η φωνή. Η Σ. κοίταξε πάλι μπροστά της, κανείς, κοίταξε δίπλα της, το αντρόγυνο είχε φύγει. Πίσω της, είδε στερεωμένες πάνω στα κάγκελα κάτι κουλούρες. Μεγάλες. Και πλαστικές. Είδε τα ούρα της να γλείφουν το κάτω μέρος μιας από τις κουλούρες. «Εγώ σ’ αυτή την κουλούρα δεν μπαίνω και να ναυαγήσετε» της δηλώνει η αόρατη, «εσύ να μη μπεις» θέλει να της πει αυτή, αλλά δεν ανοίγει το στόμα γιατί κρυώνει. Κουλουριασμένη πάνω στο παγκάκι του πλοίου επιτέλους κοιμάται. Το φόρεμα που φοράει είναι άλικο και πολύ όμορφο, μανίκια όμως δεν έχει. Τα υγρά έχουν ξεραθεί πάνω στα μπουτάκια της, τα πόδια της έχουν παγώσει. Πεινάει; Μυρωδιά από φρεσκοψημένο κουλούρι. Κολλάει τα πόδια στο στήθος της, αγκαλιάζει τα γόνατα με τα μπράτσα. «Με τόσες κουλούρες επόμενο είναι να σου μυρίζει». Η φωνή τής αόρατης γαργαλάει τα δόντια της, κολλά στη γλώσσα της, γαντζώνεται πάνω στον ουρανίσκο.
Η Σ. απαντά; Η Σ. βλέπει μόνο μπροστά της.
Χρύσα Φάντη, Η ιστορία της Σ., Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016
Πίνακας: Rimi Yang
.
.