.
Γίνεται ξαφνική ησυχία.
Για λίγο σταματάει η μουσική.
Για λίγο τα ποιήματα απωθούν τάχα τον χρόνο,
κάνουν αλλόκοτες χειρονομίες
κι ύστερα πάλι κατάκοπα ξαναπαίρνουν τη θέση τους.
Στο κέντρο του τοπίου ο γνώριμός μας άγγελος
με τις μαύρες φτερούγες,
φτυαρίζοντας ρυθμικά το χιόνι,
που το πέταγε έξω σχεδόν απ’ τις λέξεις,
σκεπάζοντας το διαυγές περίγραμμα
απ’ την πίσω μεριά του κήπου•
κι έτσι πάνω στο μέλλον
σωρεύονταν κι άλλες εικόνες που δεν είχα ζήσει
σαν να ’χε γίνει και το όραμα παρελθόν•
στο τέλος δεν παραμένει
παρά ό,τι ξαναβρίσκει τον καιρό του
μες στην λευκότητα της λήθης.
Παλαιά χιόνια! Είναι αυτή η κουρασμένη μουσική σας
που μου σκιάζει το φως
κι, ω ποίηση, δεν είναι τόσο για το όραμα που μ’ εξαντλείς,
αλλά γιατί στο τέλος πάντα σχεδόν με ξαναφέρνεις
εκεί που πριν βρισκόταν το σώμα μου.
Γιώργος Γεωργούσης, από τη συλλογή ΑRS POETICA, 1999 (Ελληνομουσείον, ανθολόγηση: Γιώργος Κ. Μύαρης)
Πίνακας: Vilhelm Hammershøi
.
.
vequinox
01/04/2016 at 04:13
Reblogged this on Manolis.