Κι όταν βραδιάζει κι ο φάρος τινάζεται φωτεινή κολόνα
στα νερά και τα παιδιά παίρνουν, υπό μάλης, τα παιχνίδια τους
κι αποχωρίζονται μ’ ένα «νύχτααα», σχεδιάζω τα όνειρά μου, απ’ το
παράθυρο περνούν οι νυχτερίδες που τρέφονται με τη στίξη
και τα νεκρά έμβρυα των ποιημάτων, ενδεχομένως
να λείπω εγώ, όμως το όνειρό μου θ’ ανθίζει πάντα,
έστω και ισόβιο να ’ναι – όπως κάπου σημείωσα– του άνθους κάκτου,
εφήμερο ως αυτοκτόνο, κάθονται στις βαριές πολυθρόνες, και τα
σχέδια κι οι σημειώσεις κι ο τόρνος που τα στρογγυλεύει, οι ήρωες,
γυναίκες συνήθως, εν υστερία, κι ο χαμένος ελέφαντας του Νίκου
Γκάτσου μού κάνει παρέα.
Πίνακας: Conclinfelice Casorati